Παρασκευή 22 Φεβρουαρίου 2013

Σσσσ…

Σσσσ…

by Σώτος Χρυσαφόπουλος

sleepΚαλά το αμίμητο ότι «τον Σεπτέμβριο θα απογειωθούμε…» Αμ το άλλο; Εκείνο το «αν την βγάλουμε μεχρι τον Ιούνιο» πώς τόχετε; Και τι σημαίνει, τέλος πάντων; Αν δεν πτωχεύσουμε; Αν μας έχει ο Θεός καλά; Αν δεν μας πέσει ο ουρανός στο κεφάλι; Αν δεν μας ρίξουν πυραύλους με πυρηνικές κεφαλές από την Πγιονγιάνγκ; Αν δεν μας δώσουν μια κλωτσιά στα πισινά και μας πετάξουν έξω από το Ευρώ; Αν δεν σκάσουμε από το φαγητό την Κυριακή του Πάσχα; Αν δεν ξωκείλουν οι εκδηλώσεις της Ανεργιακής Πρωτομαγιάς; Αν δεν εκλεγεί ο Καβαλλιέρε; Αν δεν κάνει ντου με κουκουλοφόρους στη Βουλή ο Σύριζα; Τι στην ευχή θέλει να πει ο ποιητής;
Ο ίδιος ποιητής μας έχει διαβεβαιώσει ότι η στήριξη που εξασφαλίσαμε μετά από την άοκνη, ακατάβλητη, εργώδη, ακανθώδη, κοπιώδη, απαράμιλλη, άπιαστη, επιτευγματική, ανέλπιστη κ.τ.τ. αποκατάσταση της εμπιστοσύνης μεταξύ των εταίρων μας έχει απομακρύνει οριστικά το ενδεχόμενο της πτώχευσης. «Και τώρα ανάπτυξη!», διαλαλεί σε όλους τους τόνους και με κάθε ευκαιρία. Άρα δεν μπορεί να πτωχεύουμε…
Ο ίδιος ποιητής μας σάστισε, όταν απεκάλυψε ότι συνομιλεί με τον Θεό ως νέος Μωυσής εκ του όρους Σινά, και γνωρίζει από την κορυφαία πηγή ότι θα τα καταφέρουμε. Έστω στο μιλητό· χωρίς πέτρινες πλάκες με Δέκα Εντολές· μόνο κανά δυό-τρία, πέντε-δέκα ακόμα νομοσχέδια και προεδρικά διατάγματα. Άρα, δεν μπορεί, θα μας έχει ο Θεός καλά…
Ο ίδιος ποιητής ως διατελέσας υπουργός Εξωτερικών θα… εθάυμασε, είμαι βέβαιος, τα διαβήματά μας στα Ηνωμένα Έθνη, και θα θυμήθηκε με την ευκαιρία ότι ο Γενικός Γραμματέας τους είναι Νοτιοκορεάτης, άρα κυκλοφορούν αρκετοί άλλοι προτιμότεροι στόχοι στο μυαλό του νέου μισέσπερου Βορειοκορεάτη ηγέτη, ενώ ήδη θεωρείται αναχρονιστικό και πεπαλαιωμένο το σχετικό κινηματογραφικό επεισόδιο του Τζέιμς Μποντ. Άνωθεν του 38ου Παράλληλου ας φυλάγονται άλλοι…
Κ.τ.λ. κ.τ.λ. κ.τ.λ., να μην σας κουράζω. Ποιό είναι, λοιπόν, το μεγάλο μυστικό, το επτασφράγιστο, το ιεροκρυφίως ανομολόγητο; Γιατί δεν μας λέει; Γιατί δεν μιλάει;
Στο μεταξύ η ύφεση που είχε προβλεφθεί στο 4% πηγαίνει τώρα ολοταχώς προς το 5,5%. Η Κομισιόν κάνει ήδη λόγο για 4,4%· έχει σημασία αυτό, διότι η ίδια προέβλεπε με βάση το 4% ότι η πορεία θα έχει αναστραφεί στο τέλος του 2014 κατά 0,6%. Την ίδια ώρα τα δημόσια έσοδα έχουν πάει άπατα, ενώ το οικονομικό επιτελείο αυτογελοιοποιείται, λέγοντας άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε: «είναι νωρίς να πούμε με βεβαιότητα· κάνουμε τεχνικές διορθώσεις.» Και άλλες τέτοιες κοτσάνες που τάχαμου θολώνουν τα νερά. Η δε Δικαιοσύνη έχει κρίνει αντισυνταγματικη τη διαθεσιμότητα, και πάει λέγοντας.
Μήπως τελικά δεν μας λέει, διότι, όσο δυσκολο κι αν είναι αυτό για πολιτικό, πάντως απεφάσισε όσο μπορεί να μην μιλάει; Και μήπως τούτο επειδή νομίζει ότι κοιμόμαστε, και δεν θέλει, προς Θεού, να μας ξυπνήσει;

Ύπνε που παίρνεις τα παιδιά
έλα πάρε και τούτο
Μικρό-μικρό σου το ‘δωσα
μεγάλο φέρε μου το
Μεγάλο σαν ψηλό βουνό
ίσιο σαν κυπαρίσσι
Οι κλώνοι του να φτάνουνε
σ’ ανατολή και δύση
Κοιμήσου και παράγγειλα
στην Πόλη τα προικιά σου
Στη Βενετιά τα ρούχα σου
και τα χρυσαφικά σου
Νάνι, νάνι, νάνι, νάνι
το μωράκι μου να κάνει
Έλα ύπνε, πάρε μού το
και γλυκά αποκοίμισέ το
Νάνι, που το μεγάλωσαν
τρεις αδερφές και μάνα
Και πάλι δεν τους φτάνανε
πήραν και παραμάνα
Ύπνε που παίρνεις τα παιδιά
έλα πάρε και τούτο
Να μου το πας στον γκιουλ-μπαξέ
και πάλι φέρε μου το
Κοιμήσου χαϊδεμένο μου
κι εγώ σε νανουρίζω
Στην αγκαλιά μου σε κουνώ
και σε γλυκοκοιμίζω.

ΤΕΛΙΚΑ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΜΕ ΚΑΡΑΦΛΑ

Τι δεν καταλαβαίνεις;

ΤΕΛΙΚΑ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΜΕ ΚΑΡΑΦΛΑ!! 




Η παραπάνω φράση, ερώτηση έχει πάρει  εμβληματικό χαρακτήρα τα τελευταία χρόνια. Σε όλες τις ανομίες και τις οικονομικές ακροβασίες των νεοφιλελεύθερων, πάντα βάζουν και την εμβληματική ερώτηση – επωδό, προκειμένου να αποδείξουν σε εμάς τους ηλίθιους, το εύλογο, το αυτονόητο, το κανονικό της αγυρτείας τους. Και η αγυρτεία τους δεν είναι τίποτα άλλο παρά  νομιμοποιημένη απάτη, στα χρόνια της τραπεζικής δεσποτείας και της κοινωνικής υποδούλωσης στον μονεταριστή θεό των νεοφιλελέδων.

Τι δεν καταλαβαίνεις, επαναλαμβάνουν μονότονα και τα κρεμασμένα σαγόνια των παπαγάλων  υπηρετών τους. Τώρα βέβαια, θα κάνω μία στάση στη λέξη υπηρέτης, γιατί ο υπηρέτης, με κάποια άλλη θεώρηση του κόσμου, δεν παύει να είναι ένας επαγγελματίας που πουλάει τις υπηρεσίες του. Οι μπάτλερ, οι οικονόμοι, οι ιπποκόμοι του χθες (ή και του σήμερα για κάποιους) είναι μέλη αυτής της επαγγελματικής τάξης. Φοβάμαι πως εδώ, αποδίδοντας την ιδιότητα του υπηρέτη σε μετριότατους δημοσιολόγους, προσποιούμενους τους δημοσιογράφους (νομίζοντας πως η διαφορά είναι το να αποτυπώνεις γραπτά -ή και γραπτά, τα διάφορα που εκστομίζεις), υποτιμώ μία ολόκληρη τάξη και την εργασία της (την τάξη των παρόχων προσωπικής οικιακής εργασίας) αφού οι περιγραφόμενοι εδώ ως δημοσιολόγοι και κατά δήλωση τους, δημοσιογράφοι, μάλλον απλά δουλάρια των ισχυρών αφεντικών τους είναι.
Είναι θέμα τιμής και ανταλλάγματος, πώς να το κάνουμε.  Άλλο να παρέχεις τις υπηρεσίες σου για να βιοποριστείς και άλλο να πουλάς τη συνείδηση και την αξιοπρέπεια σου (πιθανόν ακριβά)  για να ικανοποιήσεις την πλεονεξία σου για όλο και περισσότερα. Βέβαια δε λείπουν και αυτοί που πιστεύουν αυτές τις αηδίες που γράφουν. Πρόκειται για τους φανατικούς νεοφιλελεύθερους* που πιστεύοντας σε έναν δικό τους  κοινωνικό δαρβινισμό,  επιδιώκουν την εξέλιξη σε ένα τέλειο ον, απαλλαγμένο από τις αμαρτίες της συνείδησης, της αγάπης προς τον πλησίον, της αλληλεγγύης και εντέλει της ανθρωπιάς.
Οι μουτζαχεντίν του νεοφιλελευθερισμού, φοράνε κοστούμια, κάθονται σε καλά γραφεία, γνωρίζουν από υπολογιστές και διατυπώνουν τις «φρέσκιες ιδέες» τους για ένα καλύτερο αύριο χωρίς τους περιττούς ανθρώπους που αποτελούν τον λαό. Πρόκειται για τις μαντάμ Σουσούδες του δημοσίου λόγου.
Μεγάλη εισαγωγή για τόσο μικρούς. Και χωρίς να διεκδικώ δάφνες τιμητή, διεκδικώ το δικαίωμα να εκφράζω τις απόψεις και τις σκέψεις που γεννιούνται μέσα μου, κάθε φορά που τρακάρω κείμενο των Σουσούδων, όπου το πετυχαίνω. Έτσι και δεδομένου ότι βρήκα όσο χρόνο χρειάζομαι για να τις πληκτρολογήσω (τις απόψεις και τις σκέψεις), τις ανεβάζω εδώ, στο μεγάλο τοίχο του JUNGLEReport.
Τι να πει κανείς για τους καρδινάλιους του νεοφιλελεύθερου μαυσωλείου. Τον «κύριο» Μπάμπη (Παπαδημητρίου), τον «κύριο» Πρετεντέρη, τον «πρώην κύριο» Τσίμα, τον «ποιητή» Μπογδάνο και ένα σωρό άλλους όμοιους τους, που ρυπαίνουν την καθημερινότητα μας με το πιθηκίσιο θράσος τους.  Και ρυπαίνουν την καθημερινότητα μας ακόμα και αν δεν ασχολούμαστε μαζί τους, γιατί εξακοντίζουν τις βρωμιές τους καθημερινά ξέροντας πως υπάρχουν πολλοί πρόθυμοι (λόγω  έλλειψης νου) να τις εξαπλώσουν και να τις σκορπίσουν από εδώ και από εκεί. Αυτά όμως είναι γνωστά, τα ξέρουν όλοι (ακόμα και αυτοί που τους μιμούνται) και δεν θα ήταν ωραίο να επαναλάβουμε τα χιλιοειπωμένα. Τελευταία όμως, έπεσε το μάτι μου σε έναν άλλο δημιουργό, ένα άλλο  λαμπρό πνεύμα, έναν ακόμα θιασώτη του «αυτονόητου» του «λογικού» του «τι δεν καταλαβαίνεις» .
Ο λόγος για τον Θανάση Μαυρίδη που άρθρα του έχω πετύχει στο Capital.gr  το οποίο έχει ενδιαφέρον να το διαβάζει κανείς για να αναθεωρεί τα όρια της ανθρώπινης κακίας, κάθε φορά που θέλει να διαπιστώσει τι σπρώχνει έναν άνθρωπο να θέλει να εξαφανίσει έναν άλλο.
Ο Θανάσης –τι δεν κατάλαβες-Μαυρίδης, γράφει σε ένα πρόσφατο κείμενο του με τίτλο Πόσο μας κόστισε τελικά το κίνημα «Δεν πληρώνω»; :
«Κάποια στιγμή μέσα στο 2013 θα αρχίσουν και πάλι τα μεγάλα οδικά έργα. Εδώ και τρία χρόνια τα εργοτάξια είναι εγκαταλελειμμένα και οι υπό κατασκευή δρόμοι θυμίζουν βομβαρδισμένο τοπίο. Το λαϊκό κίνημα πέτυχε άλλη μία περήφανη νίκη κατά των εργολάβων. Τώρα το κακό κεφάλαιο «αντεπιτίθεται» και αναζητά τρόπους για να τελειώσει ο δρόμος καρμανιόλα «Πατρών – Κορίνθου».
Να πούμε τα πράγματα όπως ακριβώς έγιναν. Τα είχαμε πει και τότε, πριν την μεγάλη καταστροφή, αλλά ένα μεγάλο μέρος του κοινού ήταν συνεπαρμένο με το κίνημα «Δεν πληρώνω» και τις λαϊκίστικες εξαγγελίες του κ. Μαγκριώτη για την μείωση της τιμής των διοδίων.»
Πρώτα πρώτα, είναι κατανοητό πως ο παπαγάλος ποτέ δεν μπορεί να μιλήσει σαν άνθρωπος. Πάντα θα μιλάει σαν παπαγάλος, όσο και αν προσπαθεί να μιμηθεί την ανθρώπινη φωνή. Έτσι ξεκινάει συνδέοντας το κλείσιμο των εργοταξίων με τις λαϊκές αντιδράσεις στα χασάπικα διόδια που υποχρέωναν τους οδηγούς να καταβάλλουν, τα εναρμονισμένα συμφέροντα πραχωρησιούχων – υπουργείου και αστυνομικών αρχών.
Το λαϊκό κίνημα έκλεισε τα εργοτάξια (άρα το λαϊκό κίνημα ήταν και υπεύθυνο για τις απολύσεις των εργαζομένων εκεί που ήταν μαζικές). Δεν ήταν υπεύθυνοι ούτε ο Παραχωρησιούχος (που δεν χρηματοδότησε ως όφειλε βάσει της σύμβασης παραχώρησης, ούτε οι κατασκευαστές (κοινοπραξίες των παραχωρησιούχων) και προπαντώς δεν έφταιγαν οι τράπεζες (οι οποίες ήταν και μέλη της κοινοπραξίας που αποτελούσε τον Παραχωρησιούχο. Αλλά είπαμε, οι παπαγάλοι μιμούνται την ανθρώπινη φωνή. Δεν αρθρώνουν λόγο. Το κακό είναι πως πολλοί μπερδεύουν τη μίμηση αυτή με λόγο ανθρώπινο. Με αλήθεια.
Συνεχίζει ο κύριος «τι δεν κατάλαβες»:
«Τα έργα σε μεγάλους οδικούς άξονες βρισκόντουσαν το 2008 σε πλήρη εξέλιξη, την ώρα που στο βάθος φαινότανε να έρχεται μία μεγάλη θύελλα. Οι μεγάλες τράπεζες του εξωτερικού ήταν οι κύριοι χρηματοδότες των έργων (με ποσοστό συμμετοχής άνω του 70% του συνόλου της χρηματοδότησης) και με επιτόκια δανεισμού περί το 1%! Ούτε στα όνειρά μας.  Δύο χρόνια αργότερα οι ξένες τράπεζες κατά κύριο λόγο σταματούσαν την χρηματοδότηση και οι μπουλντόζες έσβηναν τις μηχανές τους»

Εδώ άρχισε να αποκτά μία σχέση με την πραγματικότητα. Είναι αλήθεια πως τα έργα σταμάτησαν λόγω του «μη συμφέροντος» της χρηματοδότησης. Το γράφουμε και παραπάνω. Δε φταίει το λαϊκό κίνημα που τόσο εύκολα κατηγορεί δια της φτηνότατης ειρωνείας του ο «ειδήμων». Όμως ξέχασε να γράψει πως -όπως είπαμε και πιο πάνω- οι τράπεζες που χρηματοδοτούσαν ήταν μέλη του κονσόρτσιουμ του Παραχωρησιούχου (Διαχειριστής και Χρηματοδότης) ο οποίος με τη σύμβαση παραχώρησης ήταν υποχρεωμένος να συνεχίσει το έργο. Και βέβαια η τότε ελληνική κυβέρνηση, άλλο κάρο με πατάτες, έκατσε σε μία γωνία φοβισμένη, μη τυχόν και ταράξει το αφεντικό της.
Εδώ υπάρχει και ένα ακόμα σημείο που παραμένει ελαφρώς σκοτεινό. Η χρηματοδότηση δεν συνέφερε τις τράπεζες που χρηματοδοτούσαν το έργο γιατί αυξήθηκε το επιτόκιο που δανείζονταν εκείνες γιατί μειώθηκε η πιστοληπτική τους ικανότητα; Δηλαδή όταν υποβάθμιζαν την Ελλάδα, ταυτόχρονα υποβάθμιζαν και τις γαλλικές και γερμανικές εταιρείες και τράπεζες, που χρηματοδοτούσαν τον Παραχωρησιούχο; Δεν είναι λίγο αστείο έως ύποπτα γελοίο;
Το γεγονός πως ακολούθησε και ακολουθεί επαναδιαπραγμάτευση του τιμήματος που θα απολαμβάνει ο Παραχωρησιούχος από τα διόδια –προς τα πάνω φυσικά- δίνει μία εξήγηση του εκβιασμού της παύσης των εργασιών. Αλλά εδώ μόνο εικασίες μπορούμε να κάνουμε. Τι σημασία έχει αν σκοτώθηκαν άνθρωποι στον δρόμο «διπλή καρμανιόλα» στο μεσοδιάστημα. Εδώ πρόκειται για λεφτά και μάλιστα χοντρά.
Αλλά ο «λαμπρός Μαυρίδης» πλασάρει την –αυτονόητη είπαμε- επίσημη εξήγηση (που μοιάζει με την εξήγηση φυσικών καταστροφών που δίνει ο μάγος της φυλής στους ιθαγενείς αφρικανικού χωριού στα βάθη της ζούγκλας):
«Γιατί οι τράπεζες σταμάτησαν την χρηματοδότηση; Βρήκαν πάτημα σε τρεις λόγους: 1) η χώρα είχε περιέλθει σε αδυναμία να εξυπηρετήσει τις υποχρεώσεις της, 2) το κράτος ήταν ήδη εκτεθειμένο σε σχέση με οποιαδήποτε συμβατική του υποχρέωση σε σχέση με τα έργα (πληρωμές, απαλλοτριώσεις, μεταφορές δικτύων) και 3) το «Κίνημα Δεν Πληρώνω» έκανε πάρτι κάθε Σαββατοκύριακο στα διόδια όλης της χώρας. 

Τα πρώτα δύο θα μπορούσε κανείς να τα αντιμετωπίσει. Με τον έναν ή τον άλλο τρόπο και στο τέλος με την πρόταση που υιοθετείται τώρα. Το τρίτο, όμως, ήταν καταλυτικό. Ήταν το απόλυτο επιχείρημα από τις ξένες τράπεζες που έψαχναν έναν τρόπο για να καταστήσουν ανενεργές τις συμβάσεις που είχαν υπογράψει και να μην πάρουν το ρίσκο της χώρας.
Γνωρίζουν, άραγε, οι καλοί μας συμπολίτες πόσο είναι το σημερινό κόστος δανεισμού; Υπολογίζεται ότι στην καλύτερη των περιπτώσεων δεν θα είναι χαμηλότερο από 5%! Ξέρουν ποιος θα το πληρώσει; Πολύ σωστά μαντεύετε! Όλοι μας...»

Λογικά δεν είναι όλα; Αυτονόητα δεν είναι; Τι δεν καταλάβατε;
Θαυμάσατε μήπως
1.       Το λογικό κενό που δημιουργείται όταν αναρωτηθεί κανείς, απλά «Μα καλά δεν είχαν υπογραφεί συμβάσει; Τι έλεγαν αυτές;»
2.       Το άλλο λογικό κενό που δημιουργείται από αυτό που γράψαμε προηγουμένως. Καλά, η κατάσταση της χώρας μείωσε την πιστοληπτική ικανότητα της Vinci ή της BNP  φερ’ ειπείν; Καλά των ελληνικών εταιρειών  και τραπεζών, το καταλαβαίνω αλλά και των ξένων;
3.       Τόσο δυνατό ήταν το κίνημα «Δεν πληρώνω¨που συντάραξε αυτούς που κατεδαφίζουν συστηματικά το λαό μας και τη χώρα μας τα τελευταία 3 χρόνια; Γιατί δεν στείλαμε το «Δεν πληρώνω» στις Βρυξέλλες να τους «πάρει τα σώβρακα». Τι ανοησίες θα μου πείτε. Μα μόνο με ανοησίες μπορεί να απαντήσει κανείς σε τόσο σοβαρά επιχειρήματα
4.       Γιατί δεν συνδυάζει την συζήτηση για επανέναρξη με την επαναδιαπραγμάτευση του τιμήματος (εις βάρος του Δημοσίου προς όφελος του Παραχωρηςιούχου) Μπα…. 
Ο δημοσιολόγος δεν είναι εκεί για να γράφει τέτοια πράγματα. Αντίθετα είναι εκεί για να γράφει:
«Η πολεμική κατά των διοδίων στηρίχτηκε σε δύο κακά παραδείγματα! Το πρώτο ήταν εκείνο της Αττικής Οδού. Η επανάσταση, όμως, έγινε για τις περιπτώσεις εκείνες που οι συμβάσεις με τους εργολάβους δεν είχαν σχέση με την αντίστοιχη σύμβαση της Αττικής Οδού! Είναι σαν να διαμαρτύρεται κανείς για την παράγκα στο ποδόσφαιρο και την αμέσως επόμενη χρονιά να καίει τα γήπεδα γιατί μία επαρχιακή ομάδα κέρδισε την παράγκα και πήρε το πρωτάθλημα!
Το δεύτερο ήταν εκείνο της ύπαρξης διοδίων στον υπό κατασκευή δρόμο Κορίνθου - Πατρών. Με μία πρώτη ματιά έμοιαζε να είναι εξωφρενικό. Πως είναι δυνατόν να ζητάει κανείς διόδια για έναν χωματόδρομο; Για έναν δρόμο καρμανιόλα; Κι όμως! Αυτό που ξέχασαν να πουν οι «επαναστάτες» ήταν ότι τα διόδια «εφευρέθηκαν» επειδή το δημόσιο δεν είχε άλλα διαθέσιμα χρήματα για να βάλει την δική του προβλεπόμενη συμμετοχή στο έργο. Με άλλα λόγια το κράτος, δηλαδή εμείς, έπρεπε να βάλει λεφτά. Τα λεφτά δεν τα είχε και αποφάσισε την συμμετοχή αυτή να την βάλουν τελικά όσοι χρησιμοποιούν το έργο και περνούν από τα διόδια. Τι δεν κατάλαβαν

Αχ κουνελάκι, κουνελάκι. Γιατί δε σχολιάζεις τη σύμβαση της Αττικής Οδού; Ξέρω, δε χρειάζεται αφού την αντιδιαστέλλεις με την καλή σύμβαση παραχώρησης του βορειοδυτικού άξονα Πελοποννήσου. Γιατί σε αυτόν αναφέρεσαι τον γνωστό και ως Κόρινθος – Πάτρα – Πύργος – Τσακώνα. Γιατί αν πάρουμε την άλλη παραχώρηση, εκείνη του MOΡΕΑ (sic), θα πρέπει να σου θυμίσω πως δεν σταμάτησε την επίμαχη περίοδο αλλά συνεχίστηκε με τον Παραχωρησιούχο του Κόρινθος – Τρίπολη – Καλαμάτα, να τηρεί (σε μεγάλο ποσοστό και όχι 100%) τη σύμβαση που είχε υπογράψει.  Δύο μέτρα και δύο σταθμά; Στον ΜΟΡΕΑ δεν υπήρχαν οι «Δεν Πληρώνω» ή μήπως στον ΜΟΡΕΑ είχαν καλύτερες σχέσεις με το κίνημα;
Υπάρχουν όμως εξηγήσεις. Στον ΜΟΡΕΑ, λόγω του ότι τα έργα συνεχίστηκαν και ο δρόμος ολοκληρώθηκε σε μεγάλο ποσοστό, όσο δυσβάσταχτα και αν είναι τα διόδια (και είναι πράγματι), οι αντιδράσεις ήταν λιγότερες. Έλειπε βλέπεις η πρόκληση του να πληρώνεις ένα χωματόδρομο. Αλλά είπαμε. Στο Κόρινθος Τρίπολη Καλαμάτα, ο Παραχωρησιούχος συνέχισε, δεν εκβίασε και γι’ αυτό είχε λιγότερες αντιδράσεις.  Πως λοιπόν τώρα εγώ να χαρακτηρίσω αυτά που γράφει η μαντάμ Σουσού που νουθετεί τον ελληνικό λαό για τις επιλογές του; Ειδικά εκείνο το αμίμητο : 
«τα διόδια «εφευρέθηκαν» επειδή το δημόσιο δεν είχε άλλα διαθέσιμα χρήματα για να βάλει την δική του προβλεπόμενη συμμετοχή στο έργο. Με άλλα λόγια το κράτος, δηλαδή εμείς, έπρεπε να βάλει λεφτά. Τα λεφτά δεν τα είχε και αποφάσισε την συμμετοχή αυτή να την βάλουν τελικά όσοι χρησιμοποιούν το έργο και περνούν από τα διόδια. Τι δεν κατάλαβαν

Ας εξηγήσει τώρα τη διαφορά μεταξύ δύο συμβάσεων παραχώρησης δημοσίου αγαθού (εξορισμού ανήθικη) που διαφέρουν όμως στο ότι η μία εκτελέστηκε και η βελτίωση των οδικών συνθηκών απάλυνε την οργή για το ξεπούλημα ενώ η άλλη, άρχισε τους εκβιασμούς με κόστος –κυρίως- ανθρώπινες ζωές.
Αλλά είπαμε. Το ότι οι παπαγάλοι μιμούνται την ανθρώπινη φωνή δε συνεπάγεται οτί μιλάνε κιόλας.
***************************************************************************
Όλα τα αποσπάσματα με πλάγιους χαρακτήρες και σε ισαγωγικά είναι από τιον ιερό ναό του http://:www.capital.gr και το άρθρο Πόσο μας κόστισε το "κίνημα δεν πληρώνω"; Του Θανάση Μαυρίδη.
Στις 19/2 ασχολήθηκε (ο Μαυρίδης) και με το τον χρυσό της Χαλκιδικής και τις εκεί επενδύσεις.  Κανονικά, για τους ενημερωμένους, δε χρειάζεται να σχολιάσει κανείς το κείμενο του Μαυρίδη αφού κάνει πάλι τα λογικά άλματα του και σχολιάζει δια του αδαμάντινου  του πρίσματος που βλέπει μόνο λεφτά ,παραβλέποντας υδράργυρο,  πτολεμαϊδοποίηση της περιοχής με ανοικτές εκσκαφές και επιπτώσεις που δεν μπορούν να αντιστοιχηθούν σε οικονομικό δικαίωμα αλλά μόνο σε μερίδια θανάτου. Βέβαια κάνει και την ειρωνεία του με τα «διπλά δεντράκια από όσα απομακρύνονται» αλλά αυτό είναι μία άλλη ιστορία.  
Το νόμιμο δεν είναι μόνο  ηθικό. Είναι και υγιεινό. Τι δεν καταλαβαίνεις άλλωστε;
________________________________________________________
*Τελευταία δε μοιάζουν και πολύ φανατικοί. Αντίθετα βλέποντας πως όπου πάνε τους φτύνουν και τους περιφρονούν, έχουν αρχίσει να απαρνούνται τα ίδια τους τα πιστεύω (βλ. ο όψιμα αντμνημονιακός Παπαδημητρίου του ΣΚΑΙ ή ο Che Pretenderis  και η Passionaria Olgaτου Mega). Τελικά πρόκειται για απλούς χέστες (αν και ακόμα δε με έχουν πείσει ούτε και γι’ αυτό)
Μετά τη χθεσινή απεργία και διαπιστώνοντας πως οι παραπάνω «λογικές» απόψεις περί αθώων και ενόχων στο γιατί φτάσαμε εδώ που φτάσαμε, είναι πλατιά διαδεδομένες, όχι μεταξύ εφοπλιστών και τραπεζιτών αλλά ακόμα και μεταξύ μικεροεμπόρων έτοιμων για λουκέτο, μεταξ μεροκαματιάρηδων, μεταξύ των θυμάτων δηλαδή, λες «άξιος ο μισθός σας παπαγάλοι» και δεν είναι να απορεί κανείς για τον όγκο των διαδηλώσεων.http://jungle-report.blogspot.gr/2013/02/blog-post_21.html

Ο αργός θάνατος των Άλμπατρος


Το άλμπατρος

Πολλές φορές οι ναυτικοί, την ώρα να περνάνε,
πιάνουνε τ΄ άλμπατρος – πουλιά της θάλασσας τρανά-
που ράθυμα, σαν σύντροφοι του ταξιδιού, ακολουθάνε
το πλοίο που μες στα βάραθρα γλιστράει, τα πικρά.

Μα μόλις σκλαβωμένα εκεί στην κουπαστή τα δέσουν,
οι βασιλιάδες τ΄ ουρανού, σκυφτοί κι άχαροι πια,
τ΄ άσπρα μεγάλα τους φτερά τ΄ αφήνουνε να πέσουν
και στα πλευρά τους θλιβερά να σέρνονται κουπιά.

Αυτά που ΄ναι τόσο όμορφα, τα σύννεφα όταν σκίζουν,
πως είναι τώρα κωμικά κι άσχημα και δειλά!
Άλλοι με πίπες αναφτές τα ράμφη τους κεντρίζουν,
κι άλλοι πηδάνε σαν κουτσοί, κοροϊδευτικά.

Μ΄ αυτούς τους νεφοπρίγκιπες κι ο Ποιητής πώς μοιάζει!
Δεν σκιάζεται τις σαϊτιές, τις θύελλες αψηφά
μα ξένος μες στον κόσμο αυτόν που γύρω του χουγιάζει,
σκοντάφτει απ΄ τα γιγάντια του φτερά σαν περπατά.
 L’albatros του Μπωντλαίρ.

video platformvideo managementvideo solutionsvideo player

Η οδός δραχμής είναι ο μόνος δρόμος

Η οδός δραχμής είναι ο μόνος δρόμος

draxmi-300x200Του Σπύρου Μαρκέτου, 
Επίκουρου καθηγητή ΑΠΘ
Όσοι υποστηρίζουν σήμερα το ευρώ συνήθως αγνοούν ότι δεν είναι η πρώτη φορά που δέθηκε η Ελλάδα σε μια νομισματική ένωση. Δύο προηγούμενα τέτοια πειράματα, το πρώτο στα τέλη του 19ου αιώνα και το δεύτερο στο Μεσοπόλεμο, είχαν οικτρή κατάληξη. Το τρίτο και χειρότερο, όπως αποδεικνύεται, είναι το ευρώ.
Για να κρατήσει σταθερό το νόμισμα, όπως απαιτούσε η φιλελεύθερη ορθοδοξία της εποχής, η Αθήνα είχε προσχωρήσει από το 1868 στη Λατινική Ένωση, μια συμφωνία της Γαλλίας, της Ιταλίας, του Βελ­γίου και της Ελβετίας –και άλλων χωρών αργότερα– να διατηρούν νομίσματα σταθερής ισοτιμίας και συνδεδεμένα με τον χρυσό. Διευκολύνθηκε έτσι ένας κύκλος δανεισμού, που χρηματοδότησε έργα υποδομής, τα οποία, ωστόσο, ελάχιστα ωφέλησαν τους φτωχότερους.
Παρά το «Δυστυχώς επτωχεύσαμεν» του Τρικούπη, το 1896 η εύπορη αστική Ελλάδα ζούσε σε κλίμα ευφορίας, που κορυφώθηκε με τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας. Όταν, όμως, έχασε τον Πόλεμο του 1897, η χώρα υποχρεώθηκε να πληρώσει βαρύτατες πολεμικές αποζημιώσεις, που καλύφθηκαν με νέο δανεισμό. H υποταγή στις «Εγγυήτριες Δυνάμεις» έκανε τον ιστορικό Γιώργο Λεονταρίτη να τη χαρακτηρίσει «τυπικά μόνον ανεξάρτητη χώρα». Συνάμα οι ευρωπαϊκές αυτοκρατορίες τής επέβαλαν το Διεθνή Οικονομικό Έλεγχο (ΔΟΕ).
Ο ΔΟΕ έλεγχε πόρους και δαπάνες του κράτους και ουσιαστικά ρύθμιζε την οικονομική πολιτική. Εφαρμόζοντας έναν ακραίο αποπληθωρισμό κι εξαφανίζοντας τη ρευστότητα, όπως κάνει σήμερα η ΕΚΤ, στραγγάλιζε την παραγωγή. Διοχέτευε τα δημόσια έσοδα στους δανειστές, αδιαφορώντας για την εξαθλίωση του λαού και την οικονομική παράλυση που προκαλούσε. Για παράδειγμα, ο προϋπολογισμός του 1907 πρόβλεπε 32,5 εκατ. δραχμές για την εξυπηρέτηση του χρέους, αλλά μόνον 300.000 για αρδευτικά και αποξηραντικά έργα, μολονότι η ελονοσία ήταν συχνότερη απ’ ό,τι στην Ινδία ή την Αφρική, και κάθε χρόνο σάρωναν τη χώρα οι πλημμύρες.
Η ύπαιθρος, που μαστιζόταν επίσης από την τοκογλυφία, ερήμωσε από ένα τεράστιο κύμα μετανάστευσης· ως σήμερα δεν συνήλθε. Τα χωράφια έμεναν χέρσα, οι μικροϊδιοκτήτες καταστρέφονταν, ενώ ο πλούτος συγκεντρωνόταν σε ολοένα λιγότερα χέρια. Οχτώ χρόνια πολεμικών καταστροφών έκαναν τελικά το 1919 τη δραχμή να υποτιμηθεί. Αλλά οι δανειστές συνέχισαν γενικά να εισπράττουν τα τοκοχρεολύσια στην ώρα τους.
Η χώρα αντιμετώπισε τις συνέπειες της Μικρασιατικής Καταστροφής με μια σημαντική αναδιανομή πλούτου προς τα κάτω, μέσω της αγροτικής μεταρρύθμισης. Εξακολούθησε, ωστόσο, να δανείζεται και να δαπανά περί το ένα τρίτο των τακτικών εσόδων του προϋπολογισμού για να εξυπηρετεί το χρέος. Επέστρεψε στον κανόνα χρυσού το 1928, πάλι σύμφωνα με τη φιλελεύθερη οικονομική ορθοδοξία και υπό τη φωτισμένη εποπτεία της Κοινωνίας των Εθνών και του ΔΟΕ. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος στήριξε την αναπτυξιακή του πολιτική στους χαμηλούς μισθούς και τον ξένο δανεισμό, και όταν ο τελευταίος στέρεψε, μετά το Κραχ του 1929, περιέκοψε τις κοινωνικές και αναπτυξιακές δαπάνες, αλλά συνέχισε να πληρώνει κανονικά το χρέος σε χρυσό. Οι κεφαλαιούχοι και πάλι πλούτιζαν, ενώ οι απροστάτευτοι εργαζόμενοι θερίζονταν από την πείνα και αρρώστιες όπως η φυματίωση και ο τύφος.
Όταν το χρυσάφι τελείωσε, ο Βενιζέλος κήρυξε επιλεκτική στάση πληρωμών στους δανειστές, το 1932, και υποτίμησε τη δραχμή, αλλά ήταν αργά. Στο μεταξύ είχε καταστρέψει το Κόμμα των Φιλελευθέρων και τον κοινοβουλευτισμό και είχε ρίξει τη χώρα στα νύχια της άκρας Δεξιάς. Μόλις εγκαταλείφθηκε ο κανόνας χρυσού και παρ’ όλες τις οιμωγές των λεγόμενων ειδικών, η οικονομία ανέκαμψε γοργά.
Τότε, όπως και σήμερα, η πρόσδεση της χώρας σ’ ένα νομισματικό σύστημα που ελέγχεται από μεγάλους κεφαλαιούχους την οδήγησε στην εξαθλίωση. Η επιστροφή στο εθνικό νόμισμα επείγει όχι επειδή δήθεν είμαστε εθνικιστές, αλλά για ν’ ανακτήσουμε τον έλεγχο της νομισματικής πολιτικής, χωρίς τον οποίο η οικονομία μας δεν θ’ ανακάμψει.

Πηγή: «Επίκαιρα»http://eleutheriellada.wordpress.com/2013/02/23/%CE%B7-%CE%BF%CE%B4%CF%8C%CF%82-%CE%B4%CF%81%CE%B1%CF%87%CE%BC%CE%AE%CF%82-%CE%B5%CE%AF%CE%BD%CE%B1%CE%B9-%CE%BF-%CE%BC%CF%8C%CE%BD%CE%BF%CF%82-%CE%B4%CF%81%CF%8C%CE%BC%CE%BF%CF%82/

Ο Μυστικός Κόσμος των Σούπερ Μάρκετ, τα Φθηνά Προϊόντα & τα Καρτέλ !!!

Είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι ο Έλληνας πρέπει να αντιμετωπίσει από τη μία ως πολίτης σήμερα την «22η φορολογική επιδρομή» και από την άλλη ως καταναλωτής τα αφανή καρτέλ που υφαίνουν για τα καλά εδώ και αρκετές δεκαετίες σε τοπικό αλλά και παγκόσμιο επίπεδο τον μύθο της ελεύθερης αγοράς απομυζώντας και το τελευταίο λεπτό του ευρώ που διαθέτει.
Συνακόλουθα, μόνη ελπίδα του Έλληνα καταναλωτή φαίνεται να είναι αλυσίδες σουπερ μάρκετ, οι οποίες εμφανίστηκαν τα τελευταία χρόνια και επιχειρούν να προσφέρουν επώνυμα και μη προϊόντα σε χαμηλές τιμές. Έτσι εκτός από…τα γερμανικών συμφερόντων Λιντλ (Lidl) και τα Καρφούρ (Carrefour), εμφανίστηκαν σούπερ μάρκετ όπως ενδεικτικά τα 3Β, το Μπαζάρ (Bazaar) και το Ντηλ (Deal) στη Θεσσαλονίκη.

Από τον Βίκτωρ Τσιλώνη

Για το σκοπό αυτό αποφασίσαμε να κάνουμε μια μικρή έρευνα και να διαπιστώσουμε που ακριβώς οφείλεται η εξάπλωσή τους τον τελευταίο καιρό και πώς κατορθώνουν να έχουν χαμηλές τιμές σε πολλά επώνυμα και μέχρι πρότινος ακριβά προϊόντα.
Η πρώτη έκπληξη ήρθε ωστόσο γρήγορα: πολλοί εκπρόσωποι εταιριών αρνήθηκαν να μας μιλήσουν ή να μας παρέχουν -έστω εγγράφως- στοιχειώδεις πληροφορίες, ενώ όσοι τελικά μας μίλησαν ζήτησαν διακριτικά να διατηρηθεί η ανωνυμία τους σαν να επρόκειτο μια αναζήτηση στρατιωτικών σχεδίων για την επικείμενη εισβολή της Τουρκίας στη Συρία ή απόρρητων εγγράφων της ΣΙΑ που δεν είχαν διοχετευθεί στη Γουίκιλικς (Wikileaks).
Οι εκπρόσωποι λοιπόν των εταιριών υποστήριξαν ότι προσπαθούν να λειτουργήσουν με μειωμένο, ελάχιστο κέρδος, έχοντας σε μεγάλο ποσοστό, συχνά μέχρι και 60-70%, ελληνικά προϊόντα. Παράλληλα, μας δήλωσαν ότι  προχωρούν σε εισαγωγές επωνύμων προϊόντων από Βουλγαρία και Ρουμανία, έτσι ώστε ο Έλληνας καταναλωτής να μπορεί να πάρει παραδείγματος χάριν μια οδοντόβουρτσα της Κολγκέιτ ακόμη και με 90 λεπτά αντί περίπου τα 2,5 ευρώ που μέχρι πρότινος αναγκαζόταν να καταβάλει γι’ αυτό.

Επίσης, σε σούπερ μάρκετ όπως το Ντηλ (συμφερόντων της οικογένειας Σαχπατζίδη), γίνονται πολλές απευθείας εισαγωγές ποιοτικών αλλά όχι γνωστών στον Έλληνα καταναλωτή προϊόντων ετικέτας χωρίς μεσάζοντες από την Ιταλία, όπως εύκολα διαπιστώνει κανείς στα ράφια του καταστήματος.

Επίσης, έχει δημιουργηθεί ένας ιδιότυπος και παράδοξος μηχανισμός επανεισαγωγών. Ο Βασίλης Βασίλαγας στο παρελθόν φέρεται να είχε δηλώσει χαρακτηριστικά επ’ αυτού: «Βρίσκω τα ίδια ακριβώς προϊόντα σε πολύ πιο συμφέρουσες τιμές απ΄ ό,τι θα τα αγόραζα εξ αρχής από την Ελλάδα. Δεν υπάρχει κανένας απολύτως λόγος να τα αγοράσω από εδώ. Τα φέρνω από το εξωτερικό και ρίχνω τις τιμές».

Έτσι τα ελληνικά προϊόντα φθάνουν στον Έλληνα καταναλωτή μέσα από μια βουστροφηδόν εμπορική πορεία σε ποσοστό τουλάχιστον 30% μειωμένη σε σύγκριση με τις τιμές που τα ίδια ακριβώς προϊόντα πωλούνται επισήμως στην Ελλάδα.  «Ο Έλληνας έχει συνηθίσει να πουλάει ακριβά στους Έλληνες και φθηνά στους ξένους, επειδή ο ξένος δεν δέχεται ως δεδομένο λόγου χάριν ότι το γάλα θα το πάρει σε τιμή 1 ευρώ το λίτρο όπως ο Έλληνας» δήλωσε χαρακτηριστικά ο διευθυντής ενός υποκαταστήματος αλυσίδας σουπερ μάρκετ με οικονομικά προϊόντα που θέλησε να διατηρήσει την ανωνυμία του.

Επίσης, ένα άλλο σημαντικό πρόσωπο του χώρου, που θέλησε να διατηρήσει την ανωνυμία του επειδή -όπως τόνισε- «τις λιγοστές φορές που βγαίνουμε στα κανάλια και τις εφημερίδες, δεχόμαστε αμέσως τις επισκέψεις της επιθεώρησης Εργασίας, του ΣΔΟΕ και όλων εν γένει των αδιάφθορων κρατικών υπηρεσιών», μας προέτρεψε να βγάλουμε κάρτες ως αντιπρόσωποι Βουλγαρικών εταιριών και να προσεγγίσουμε ελληνικές εταιρίες.

«Βγάλτε σήμερα κάρτες εμπορικών αντιπροσώπων και πηγαίνετε σε μεγάλες γαλακτοβιομηχανίες. Θα δείτε ότι με τις βουλγάρικες κάρτες σας μπορεί να πετύχετε και έκπτωση  από 70 μέχρι και 84% στα προϊόντα που θα αγοράσετε σε σχέση με τις τιμές που θα σας έδιναν ως αντιπρόσωπο του Παπαδόπουλου ή του Κωνσταντινίδη φερ’ ειπείν»

Στην ερώτησή μας γιατί συμβαίνει αυτό κι αν τυχόν έχουν ποτέ οι Έλληνες έμποροι διαμαρτυρηθεί γι’ αυτό την ιδιόμορφη κατάσταση, αβίαστα μας απάντησε ότι «βρίσκουν πάντα πολύ καλές δικαιολογίες, λένε π.χ. ότι η ποιότητα των πωλούμενων στη Βουλγαρία προϊόντων είναι πολύ διαφορετική (π.χ. ότι δεν βάζουν φρέσκο γάλα αλλά σκόνη), ότι εκεί δεν έχουν έξοδα για εμπορικά δίκτυα ή διαφήμιση) και άλλα πολλά. Το θέμα όμως είναι ότι οι Γερμανοί, οι Άγγλοι και οι Ισπανοί πουλάνε είτε εντός της χώρας τους είτε εκτός με την ίδια τιμή. Μόνο οι Έλληνες το κάνουν διαφορετικά αυτό».

(Και οι πολυεθνικές φυσικά, γι’ αυτό και φέρνουν τις οδοντόβουρτσες Κολγκέιτ από τη Βουλγαρία, σκέφτεται αμέσως κανείς.)
Όσον αφορά δε τις κατηγορίες για αθέμιτο ανταγωνισμό η απάντηση που μόνιμα δίδεται είναι πως στην Ευρωπαϊκή Ένωση η διακίνηση προϊόντων και υπηρεσιών είναι ελεύθερη και επομένως «αν ένας Βούλγαρος χονδρέμπορας αγοράσει 120.000 οδοντόκρεμες και δεν μπορεί να τις διαθέσει όλες στη βουλγαρική αγορά μπορεί νομιμότατα να τις διαθέσει σε κάποια άλλη εμπορική επιχείρηση εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
Έτσι, λοιπόν, ενώ φαίνεται να αληθεύει πλέον ότι «μετά τον καταιγισμό των φορολογικών μέτρων τα τελευταία δύο χρόνια η μόνη ελπίδα επιβίωσης  ενός Έλληνα οικογενειάρχη με 60 αντί για 100 ευρώ στην τσέπη εβδομαδιαία είναι η επίσκεψη σ’ ένα σούπερ μάρκετ με οικονομικά αλλά εντούτοις ποιοτικά προϊόντα», η μυστικοπάθεια και οι επανεισαγωγές ελληνικών προϊόντων δημιουργούν έναν έντονο προβληματισμό.
Γιατί είναι σίγουρο ότι τα σούπερ μάρκετ αυτά επιτελούν έτσι ένα κοινωνικό έργο για όλους εμάς τους οικονομικώς αναξιοπαθούντες Έλληνες καταναλωτές. Άλλα δεν μπορεί κανείς να ξεχάσει εύκολα όσα έγραψε στο βιβλίο «Γόμορρα» ο Ρομπέρτο Σαβιάνο, το ότι δηλαδή «τα πρώτα  μεγάλα καταστήματα ρούχων στοκ δημιουργήθηκαν στην Αυστραλία από τη Μαφία».
Το Καρτέλ Γάλακτος

Ήταν μόλις το 2006 όταν αποκαλύφθηκε ότι δεκαεπτά συνολικά γαλακτοβιομηχανίες και ανώνυμες εταιρίες από το χώρο της εμπορίας και διάθεσης τροφίμων είχαν στήσει ένα ισχυρό καρτέλ με στόχο να ελέγξουν τις τιμές στο γάλα και να αποκλείσουν από την αγορά οποιοδήποτε άλλο ανταγωνιστή. Μεταξύ των  εταιριών που συγκαταλέγονταν στις «περίφημες 17» ήταν η  Δέλτα/Vivartia, η Μεβγάλ, η Φάγε, ο Όλυμπος και οι αλυσίδες σούπερ μάρκετ Carrefour, Άλφα-Βήτα Βασιλόπουλος, Βερόπουλος, Σκλαβενίτης  και Μασούτης.

Ωστόσο το σκάνδαλο είχε εκτός από οικονομικές και πολιτικές προεκτάσεις καθώς σ’ αυτό συμμετείχε τόσο ο Ελληνικός Οργανισμός Γάλακτος, ο οποίος στην αρχική εισήγηση περιγράφεται ως συμμέτοχος του καρτέλ και «συνεργάτης» της ΦΑΓΕ, όσο και οι Παναγιώτης Αδαμόπουλος, τέως γενικός διευθυντής της Επιτροπής Ανταγωνισμού, ο Παναγιώτης Αναγνωστόπουλος, εκτελωνιστής και ο Κωνσταντίνος Κωνσταντινίδης, κουμπάρος τού τότε υπουργού Απασχόλησης Σάββα Τσιτουρίδη, οι οποίοι καταδικάστηκαν για απόπειρα εκβίασης κατ’ επάγγελμα και δωροδοκία κατά της γαλακτοβιομηχανίας ΜΕΒΓΑΛ (επειδή απαίτησαν 2,4 εκατομμύρια ευρώ προκειμένου η εταιρεία να ενταχθεί σε πρόγραμμα επιείκειας και να επιτύχει τη μείωση ή την εξάλειψη του προστίμου των 24,5 εκατομμυρίων ευρώ για τη συμμετοχή της στο καρτέλ γάλακτος).
Παρ’ όλα αυτά ακόμη και σήμερα, οι τιμές του γάλακτος στην Ελλάδα παραμένουν από τις υψηλότερες στην Ευρώπη, αφού ενδεικτικά το φθηνότερο φρέσκο γάλα  που γνωρίζουμε πωλείται σε τιμή περίπου 96 λεπτά το λίτρο στην ελληνική αγορά, ενώ στο πλουσιότερο Ηνωμένο Βασίλειο η τιμή στις μεγάλες αλυσίδες υπεραγορών Άσντα (ASDA) και Τέσκο (Tesco) ξεκινάει από τα 62 λεπτά το λίτρο! (Και η Επιτροπή Ανταγωνισμού επέτρεψε κατόπιν τη συγχώνευση Δέλτα/Vivartia- Μεβγάλ).

Το Καρτέλ Πουλερικών

Πολύ πρόσφατα όμως, περί τα τέλη Αυγούστου του 2012, ανακοινώθηκε ότι διαπιστώθηκε τριπλό καρτέλ στην αγορά  των πουλερικών και ότι δέκα επιχειρήσεις που ελέγχουν το 80% της αγοράς και ο Σύνδεσμος Πτηνοτροφικών Επιχειρήσεων παραπέμπονται στην Επιτροπή Ανταγωνισμού, αφού επί 15 χρόνια διαμόρφωναν «κοινή συναινέσει» τις τιμές των προϊόντων τους και είχαν μοιράσει τα δίκτυα διανομής.
Συγκεκριμένα οι δύο μεγαλύτεροι πτηνοτροφικοί συνεταιρισμοί της χώρας, ο Αγροτικός Πτηνοτροφικός Συνεταιρισμός Άρτας και ο Πτηνοτροφικός Συνεταιρισμός «Πίνδος» και άλλες οκτώ μεγάλες ιδιωτικές πτηνοτροφικές μονάδες (μεταξύ των οποίων η Θ. Νιτσιάκος ΑΒΕΕ, που είναι και η μεγαλύτερη ιδιωτική επιχείρηση του κλάδου, οι εταιρείες Αμβροσιάδης ΑΒΕΕ, Μαζαράκι ΑΒΕΕ, Αφοί Λειβαδίτη ΑΒΕΕ και η Αγγελάκη ΑΕ) πρόκειται να λογοδοτήσουν σχετικά στην Επιτροπή Ανταγωνισμού με βάση τη σχοινοτενή εισήγηση 270 σελίδων της γενικής διεύθυνσης ανταγωνισμού προς την ολομέλεια της Επιτροπής, μέσω από την οποία περιγράφεται αναλυτικά και στοιχειοθετείται η κατάφωρη παραβίαση των κανόνων του υγιούς ανταγωνισμού.http://paganeli.wordpress.com/2013/02/22/%CE%BF-%CE%BC%CF%85%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%BA%CF%8C%CF%82-%CE%BA%CF%8C%CF%83%CE%BC%CE%BF%CF%82-%CF%84%CF%89%CE%BD-%CF%83%CE%BF%CF%8D%CF%80%CE%B5%CF%81-%CE%BC%CE%AC%CF%81%CE%BA%CE%B5%CF%84-%CF%84%CE%B1/

Φαήλος Μαινόμενος

Ο Κρανιδιώτης είναι ο καλύτερος δυνατός υποτακτικός και πρέπει πια να του το αναγνωρίσουμε.

Στην λογοτεχνία, τον κινηματογράφο, το θέατρο και όπου αλλού χρειάζεται να δημιουργηθεί μία φανταστική αφήγηση, είθισται να υπάρχουν οι λεγόμενοι Stock Characters, “προκάτ” μοτίβα χαρακτήρων που ο/η συγγραφέας/σεναριογράφος ντύνει ανάλογα με τις ανάγκες της ιστορίας. Οι πιο διάσημες περιπτώσεις stock characters στην κλασσική παράδοση μάλλον προέρχονται από την ιταλική Comedia dell'Arte και είναι το ζευγάρι των innamorati (ερωτευμένοι/εραστές), οι γνωστοί Πιερρότος και Κολομπίνα. Στην ποπ κουλτούρα, ο πιο διάσημος stock character είναι μάλλον ο Ιγκόρ, το πρότυπο του υπηρέτη με καμπούρα που συχνά μπορεί να μεθοδεύσει αυτό που είναι συμφέρον για τον αφέντη του καλύτερα απ'τον ίδιο. Έναν ιδανικό και αξεχαστο τέτοιον Ιγκόρ πολλοί θα θυμούνται από την υπέροχη κωμωδία Young Frankenstein του Mel Brooks.
Προκαλεί μεγάλη εντύπωση το γεγονός ότι η διαφορά μεταξύ ενός πραγματικού προσώπου (Φαήλος) και ενός κινηματογραφικού χαρακτήρα (Ιγκόρ) δεν είναι ο φακός της κάμερας αλλά η καμπούρα. Ο κ. Κρανιδιώτης έχει ορθή πλάτη και μεγάλη έφεση με τον φακό, όντας εντυπωσιακά ικανός να παράγει τις ερωτικές κραυγές που έλκουν τα ΜΜΕ στη θαλπωρή των απόψεών του.
Το προφίλ του Φαήλου μαρτυράει τις καταβολές του στη φιγούρα του Ιγκόρ. Εύκολα μπορούμε να φανταστούμε τον πρωθυπουργό να τον προσφωνεί “πιστέ μου Φαήλο” κάθε φορά που οι στραβοτιμονίες μετατρέπονται σε καραβοτσακίσματα, εξαναγκάζοντας τον ηγέτη της χώρας να υιοθετήσει το τετριμμένα απλανές του βλέμμα. “Πιστέ μου Φαήλο”, κάθε φορά που μέσα από τις επίσημες επικοινωνιακές διόδους το μήνυμα της πολιτικής ηγεσίας δεν βγαίνει με αρκετά ντεσιμπέλ, καταλήγοντας στον λυγμό έχοντας παρακάμψει τον πάταγο. “Πιστέ μου Φαήλο” όταν χρειάζεται ο πάταγος. “Ζω για να σας υπηρετώ αφέντη” και έρχεται ο πάταγος.

Συχνά ο Κρανιδιώτης αντιμετωπίζεται σαν τρελός. Συχνά δέχεται επιθέσεις από εκείνη την ολιγομελή υγιή πλευρά που ξέμεινε στη δημοσιογραφία (ή και από κάποια ανθυγιεινά τμήματά της με προσωρινές μόνο λύσεις για τη δυσοσμία) σχετικά με την “ακρότητα” των απόψεών του, για την τάση του να απευθύνεται στο ευρύ κοινό “ξεπερνώντας κάθε όριο”. Η μάχιμη δημοσιογραφία φαίνεται να απαιτεί κοσμιότητα και διάθεση συνεργασίας από το δεξιό άνω άκρο του πρωθυπουργού στον αγώνα της ενάντια… στον πρωθυπουργό. Μόλις πριν από μία ημέρα, ο Φαήλος τάραξε για μία εισέτι φορά τον κόσμο της δημοσιογραφίας, όταν απάντησε στο ερώτημα ενός συμπολίτη μας που θεώρησε λανθασμένα ότι απευθύνει την απορία του στην αρμόδια υπηρεσία μέσω twitter.
failos
Ο Φαήλος όμως κάθε άλλο παρά τρελός είναι. Οι θέσεις του διέπονται από μεγαλύτερη συνέπεια από το σύνολο της Νέας Δημοκρατίας, ενώ πολλές από τις ατάκες του που τα ΜΜΕ παρουσίασαν ως “ακραίες” δεν ήταν παρά ακριβείς θέσεις της δεξιάς τάσης που αντιπροσωπεύει η κυβέρνηση Σαμαρά: το ρεπουμπλικάνικης επιρροής συνονθύλευμα πρωτόγονου συντηρητισμού, εξημμένου εθνικισμού, ξεσαλωμένου λαϊκισμού και αχαλίνωτου νεοφιλελευθερισμού.
Όταν για παράδειγμα είχε θορυβήσει πολλούς λέγοντας ότι “το κράτος πρέπει να έχει το μονοπώλιο της βίας”, πολλά δημοσιεύματα φύτρωσαν προκειμένου να πληροφορήσουν τα πλήθη ότι ο Κρανιδιώτης έκραζε νέες ακρότητες. Η φράση αυτή, ωστόσο, προέρχεται από το κλασσικό έργο “Λεβιάθαν” του φιλόσοφου Τόμας Χόμπς, κείμενο το οποίο αποτελεί θεμέλιο κάθε σύγχρονης Δεξιάς θεωρίας και των αντίστοιχων πολιτικών της. Μια τέτοια δήλωση λοιπόν – ενώ είναι μία εμφανώς ακραία, παρανοϊκή και επικίνδυνη θέση – δεν αποτελεί κάποιου είδους “απόκλιση” αλλά ρητή παραδοχή μιας κοινά αποδεκτής θέσης της Νέας Δημοκρατίας και της Δεξιάς στο σύνολό της.
Και αυτός είναι ο ρόλος του Φαήλου: να επικυρώνει ιδεολογικά τα ψυχανεμίσματα του χαμηλού μέσου όρου ευφυίας που χαρακτηρίζει τη ΝΔ. Αυτό φυσικά δεν συνεπάγεται ότι ο Φαήλος αποτελεί κάποιου είδους μορφωμένη και αξιόλογη φιγούρα. Τουναντίον: η μικρότητα των συμπεριφορών και των δηλώσεών, όπως επίσης και η ανικανότητά του να χειριστεί το επικοινωνιακό σκέλος είναι παραπάνω από εμφανείς. Ωστόσο, το σφάλμα αυτή τη φορά καταλογίζεται σε όσους επιλέγουν να θεωρήσουν ότι τα “συμπτώματα” ανήκουν στον ίδιο και όχι σε μία ολόκληρη πολιτική θεωρία, παρακάμπτοντας έτσι την ουσία της υπόθεσης. Ακόμα και ο πρόσφατος διάλογος του twitter, δεν είναι τίποτα άλλο παρά μία στυγνή παραδοχή ότι τα προβλήματα είναι της “μηχανής” και η μόνη πρόνοια που αυτή ενδιαφέρεται να παρέχει είναι χωρατά και χαρτόκουτες παλιών τηλεοράσεων (αλήθεια, θέλει να μας πει ότι κράτησε μια χαρτόκουτα 30 χρόνια;). Μεμπτό δεν είναι να καταφέρεται ο Φαήλος χυδαία εναντίον του κόσμου· μεμπτό είναι να υποκρίνεται ο Βαρβιτσιώτης ότι έχει στο μυαλό του το κοινό καλό.
Όσο για το τι είναι τελικά ο Φαηλός, μιας και “το δεξί χέρι του πρωθυπουργού” είναι υπερβολικά μεγάλο και η ανάλυση του ρόλου του που παραθέτουμε στο παρόν κείμενο είναι ακόμα μεγαλύτερη, καλούμαστε επιτακτικά να βρούμε νέα ονομασία. Ευτυχώς, ο εμπλουτισμός της ελληνικής γλώσσας μέσα από την πολιτισμική συνύπαρξη των καιρών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μας παρέχει διάφορες λέξεις που αποδεικνύονται επίκαιρες και χρήσιμες. Ανάμεσα τους, βρίσκουμε μία που χαρακτηρίζει αυτόν που αγκομαχά να φέρει εις πέρας τη βούληση του αφέντη του παρά τις εκάστοτε αντιξοότητες, ακόμα κι αν αυτές προκύπτουν από ευρεία κοινωνική δυσαρέσκεια: ΤΣΙΡΑΚΙ.
Να τον χαιρόμαστε.http://luben.tv/blogs/6858/

Επεισόδια στις Σκουριές (Ροδόπη Channel, 20/02/13 21:16)


βιντεο σοκ!!!!!


όπως ο Δον Κιχώτης πάλευε για την φανταστική Δουλτσινέα του

Γράφει ο καθηγητής Ν. Κοτζιάς και απαντά ο Οικονομολόγος Δ. Καζάκης

από Dimitris Kazakis
Ευρώ ή τρόϊκα και ολιγαρχία.

Γράφει ο Νίκος Κοτζιάς:

Συχνά μου θέτουν το ερώτημα κατά πόσο η έξοδος από το Ευρώ είναι η απάντηση στην κρίση. Πολλοί έντιμοι συμπολίτες πιστεύουν ότι η έξοδος από το Ευρώ είναι η λύση των προβλημάτων μας. Σε κάθε περίπτωση αγνοεί τη διεθνή πείρα του καπιταλισμού. Όπως το γεγονός ότι υπάρχουν εκατοντάδες χώρες που διαθέτουν το δικό τους νόμισμα και βρέθηκαν συχνά σε κρίση, ή βρίσκονται σε κρίση και σήμερα.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η κατοχή εθνικού νομίσματος αυξάνει τα περιθώρια άσκησης εθνικής οικονομικής πολιτικής. Μόνο που αυτά τα περιθώρια στον σημερινό κόσμο δεν είναι απεριόριστα. Ακόμα και χώρες όπως είναι η Κίνα ή η Βραζιλία, η Μεγάλη Βρετανία και η Ιαπωνία που ανήκουν στις δέκα πλουσιότερες του κόσμου, γνωρίζουν σήμερα πόσο πεπερασμένες είναι οι δυνατότητες να ασκήσουν ανεξάρτητη νομισματική πολιτική, εξαιτίας της μεγάλης αλληλεξάρτησης στην εποχή της Παγκοσμιοποίησης. Γνωρίζουν, επίσης, ότι η όποια νομισματική τους αυτονομία δεν είναι αποτέλεσμα της κατοχής του ενός ή άλλου νομίσματος, αλλά του γεγονότος ότι διαθέτουν σχετικά ισχυρή οικονομία. Μόνο οι ΗΠΑ έχουν περισσότερη νομισματική αυτονομία διότι διαθέτουν μαζί με το δολάριο και «αεροπλανοφόρα».

Η νομισματική αυτονομία και δύναμη, συνδέεται με την ισχύ ενός κράτους, αλλά και με την πολιτική που αυτό ακολουθεί. Ευρώ έχει η Γερμανία, ευρώ έχει και η Ελλάδα. Άλλες οι επιπτώσεις στην πρώτη, άλλη στη δεύτερη. Η Αιτία; Η πολιτική και οικονομική ισχύς που διαθέτει η πρώτη, η αδυναμία και ο νεοραγιαδισμός που χαρακτηρίζουν τη δεύτερη. Συνολικά, τα νομίσματα έχουν σημαντικό ρόλο στην οικονομική ζωή μιας χώρας, αλλά δεν είναι αυτά που την καθορίζουν. Αντίθετα, αυτά ορίζονται και αξιοποιούνται ως εργαλείο από εκείνους που μπορούν να τα ορίζουν, να καθορίζουν την οικονομική και πολιτική εξουσία. Η αντιστροφή αυτής της σχέσης είναι λάθος.

Και αυτό διότι η έξοδος, επί παραδείγματι, από το Ευρώ με τις σημερινές κυρίαρχες ομάδες στην εξουσία απλά θα διασφαλίσει τη συνέχεια της ίδιας πολιτικής. Όποιος θεωρεί ότι της πολιτικής λύσης προηγείται εκείνη του νομίσματος, έχει αντιστρέψει τη σειρά των πραγμάτων. Έχει βάλει το κάρο ως φρένο κοινωνικών εξελίξεων εμπόδιο μπροστά από το άλογο, τα κινήματα.

Είναι γνωστό ότι η συντηρητικοί και ακροδεξιοί σε Σουηδία και Μεγάλη Βρετανία δεν θέλουν να ακούσουν για το Ευρώ. Αυτό δεν σημαίνει ότι κορώνα και στερλίνα, τα επιτόκια και οι συναλλαγματικές επιλογές τους είναι σε πλήρη ελευθερία. Πολύ λιγότερο ότι το Λονδίνο, επί παραδείγματι, μπορεί να λύσει τα μεγάλα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματά του με νομισματικά μάγια. Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι την τελευταία δεκαετία το Ηνωμένο Βασίλειο συνδύασε την μεγαλύτερη υποτίμηση νομίσματος ανάμεσα στα κράτη μέλη των G20 (σχεδόν 50%) με την μεγαλύτερη πτώση ανταγωνιστικότητας και εξαγωγών από όλες. Ασφαλώς το νόμισμα βοηθά την μία ή άλλη πολιτική, αλλά εκείνο που προέχει είναι ποιος καθορίζει την μία ή άλλη πολιτική, προς όφελος τίνος προωθείται αυτή.

Η διαφορά ανάμεσα σε μια προοδευτική και σε μια νεοφιλελεύθερη αντίληψη, είναι ότι η πρώτη θεωρεί ότι τα προβλήματα είναι πολιτικά-κοινωνικά. Ότι η πολιτική, το ποιόν αυτή εξυπηρετεί, καθορίζει και το πώς θα χειριστεί κανείς την οικονομική πολιτική και σε συνέχεια τη νομισματική. Αντίθετα οι νεοφιλελεύθεροι πιστεύουν ότι δεν χρειάζεται στην ουσία οικονομική πολιτική και πολιτική κοινωνική παρέμβαση. Ότι όλα θα τα λύσει το νόμισμα. Πολλοί από αυτούς που θεοποιούν την έξοδο από το ευρώ, στην ουσία είναι θύματα του νεοφιλελεύθερου τρόπου σκέψης: το νόμισμα είναι το παν, η πολιτική εξουσία έπεται.

Με τέτοιες περί νομίσματος απολυτότητες, απαλλάσσουν ουσιαστικά τις κυβερνήσεις των μνημονίων και όσους τις στηρίζουν, αφού αποδέχονται τα μνημονιακά διλήμματα: ή φεύγεις από το ευρώ, ή υποτάσσεσαι στα μνημόνια. Στην πραγματικότητα και η μία άποψη και η άλλη αγνοεί, ή θέλει να κάνει ότι δεν καταλαβαίνει, ότι η κυβέρνηση παραδόθηκε αμαχητί μέσα στους θεσμούς και τα όργανα της ΕΕ, χωρίς να κάνει χρήση των όπλων που διαθέτει η χώρα. Δηλαδή, τα βέτο, τα δικαστήρια, τις συμμαχίες και τις κινητοποιήσεις. Πρώτα παλεύει κανείς με όλα του τα όπλα και μετά εγκαταλείπει το πεδίο της μάχης, ακολουθεί νέα σχέδια. Αυτό είναι το αλφαβητάρι της πολιτικής.
onalert.gr

Απαντά ο Δημήτρης Καζάκης:

Ο κ. Κοτζιάς για μια ακόμη φορά μπερδεύεται στο ίσωμα. Τα ερωτήματα με το ευρώ και την ευρωζώνη είναι εξαιρετικά απλά. Με ποιον συγκεκριμένο τρόπο μπορούμε να έχουμε ευρώ χωρίς πολιτικές λιτότητας και καταστροφής; Γιατί δεν απαντά συγκεκριμένα πώς θα χρηματοδοτηθεί μια άλλου τύπου ανάπτυξη στην Ελλάδα υπέρ της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού; Γιατί δεν μας λέει τίποτε για το πώς μέσα στο ευρώ και υπό το καθεστώς των μνημονίων της ευρωζώνης μπορεί να γίνει αναδιανομή εισοδήματος και πλούτου υπέρ των ασθενέστερων. Γιατί σε όλες τις χώρες της ευρωζώνης έχουν γκρεμιστεί τα εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματα; Τυχαίο; Δεν νομίζω.

Το ευρώ δεν απηχεί κρατικές πολιτικές. Ακόμη και σ' αυτό κάνει λάθος ο κ. Κοτζιάς. Απηχεί συσχετισμούς δύναμης και κεφαλαίου στην διεθνή χρηματαγορά. Το ευρώ ελέγχεται απόλυτα από το ιδιωτικοποιημένο σύστημα τραπεζών της ευρωζώνης με επικεφαλής την ΕΚΤ και λειτουργεί ως μέσο προσέλκυσης κερδοσκοπικών κυρίως στις τραπεζικές αγορές ιδιωτικού και δημόσιου χρέους. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι το ιδιωτικό και δημόσιο χρέος εκτινάχτηκε για όλες τις χώρες της ευρωζώνης με την είσοδο του ευρώ. Ακόμη και τα κράτη είναι έρμαια αυτού του χρεογράφου επ' ονόματι ευρώ που κατασκεύασαν οι τράπεζες προκειμένου να κερδοσκοπούν με τον δανεισμό κρατών, νοικοκυριών και επιχειρήσεων.

Με ένα νόμισμα σταθερής κυκλοφορίας, όπως είναι το ευρώ, που σχεδιάστηκε για να εξυπηρετεί και να εκφράζει κυρίαρχα τις διατραπεζικές αγορές και όχι την δυναμική των οικονομιών, δεν υπάρχει κανένα περιθώριο άλλης πολιτικής εκτός από μια διαρκή "εσωτερική υποτίμηση" σαν κι αυτήν που εφαρμόζεται στην Ελλάδα και σ' όλες τις χώρες της ευρωζώνης. Για να παραμείνει ισχυρό το ευρώ στις διεθνείς αγορές είναι υποχρεωμένη η ευρωζώνη να υποστηρίζει διαρκώς τις τράπεζες και τα ενεργητικά τους σε βάρος της πραγματικής οικονομίας. Αυτό κάνει η "εσωτερική υποτίμηση": υποτιμά την πραγματική οικονομία, το εισόδημα και την δουλειά του εργαζόμενου πρώτα και κύρια, μιας και δεν μπορεί να υποτιμηθεί το ευρώ. Να γιατί είναι αδύνατο να υπάρξει άλλη πολιτική εντός του ευρώ εκτός από την "εσωτερική υποτίμηση" για όλες τις χώρες και τις οικονομίες της ευρωζώνης. Καλό να ονειρεύεται κανείς ότι μπορεί να κάνει άλλα μέσα στο ευρώ, αλλά άλλο η φαντασία και άλλο η πραγματικότητα.

Ο κ. Κοτζιάς δεν φτάνει μόνο που δεν ασχολείται ούτε στο παραμικρό με την ουσία του ζητήματος που λέγεται ευρώ, αρνείται να ασχοληθεί και με ένα ακόμη κορυφαίο ζήτημα: Μπορεί να υπάρξει εθνική ανεξαρτησία μέσα στο ευρώ; Μπορεί ένας λαός και μια κυβέρνηση – ας την πούμε προοδευτική – να ελέγξει την οικονομία έχοντας το ευρώ και λειτουργώντας εντός της ευρωζώνης; Ο κ. Κοτζιάς δεν ακουμπά καν το ζήτημα αυτό. Γιατί; Μήπως είναι από εκείνους που στο όνομα του κοσμοπολιτισμού και της παγκοσμιοποίησης θεωρεί ότι η εθνική αυτοδιάθεση και ανεξαρτησία ενός λαού είναι ανέφικτη; Ο αγώνας για την εθνική ανεξαρτησία και την κυριαρχία του λαού συνιστά τον ακρογωνιαίο λίθο της δημοκρατίας και της προόδου. Δίχως την κατοχύρωσή τους δεν μπορεί να υπάρξει ούτε δημοκρατία, ούτε πρόοδος. Για τον κ. Κοτζιά όλα αυτά είναι ψιλά γράμματα της “αριστεράς και της προόδου” που ξέρει μόνο να αναμασά την αποικιοκρατική λογική των νεοναζί αρχιτεκτόνων του ευρώ και της ΕΕ.

Ο κ. Κοτζιάς καταλήγει με το εξής τραγελαφικό: “Πρώτα παλεύει κανείς με όλα του τα όπλα και μετά εγκαταλείπει το πεδίο της μάχης, ακολουθεί νέα σχέδια. Αυτό είναι το αλφαβητάρι της πολιτικής.” Όχι κ. Κοτζιά. Αυτό είναι το αλφαβητάρι της υποτέλειας.

Όσο για τα όπλα που διαθέτει κανείς μέσα στο ευρώ και την ευρωζώνη είναι πραγματικά να γελά κανείς. Ποια όπλα; Ξεχνά ο κ. Κοτζιάς ότι η ευρωζώνη με το Δημοσιονομικό Σύμφωνο, που έχει τεθεί σε ισχύ από 1/1/2013, έχει αφαιρέσει την δικαιοδοσία από τις εθνικές κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια στην σύνταξη του προϋπολογισμού και στην εποπτεία των οικονομιών τους; Ξεχνά ότι η ευρωζώνη έχει αποφασίσει την ενοποίηση του τραπεζικού συστήματος υπό τον απόλυτο έλεγχο της ΕΚΤ; Ξεχνά ότι από τις 12/9/2012 έχει επίσημα ξεκινήσει να οικοδομείται η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία που προϋποθέτει την κατάλυση των εθνικών κρατών; Πώς σκέφτεται να παλέψει ο κ. Κοτζιάς εντός της ευρωζώνης όταν ο κ. Μπαρόζο έχει ήδη ανακοινώσει ότι δεν αναγνωρίζει η εθνική κυριαρχία των κρατών μελών και ότι αντικαθίσταται με την “συλλογική κυριαρχία” των οργάνων της ΕΕ; Σε λίγο ούτε καν ελληνική ιθαγένεια θα υπάρχει έναντι της υπερισχύουσας ευρωπαικής προκειμένου η εθνική επικράτεια να περάσει στην “συλλογική κυριαρχία” των Ευρωπαίων.

Ας αφήσουμε τον κ. Κοτζιά να παλεύει με ανύπαρκτα όπλα εντός της ευρωζώνης, όπως ο Δον Κιχώτης πάλευε για την φανταστική Δουλτσινέα του εναντίον των τρομερών Ανεμόμυλων. Άλλωστε έχει προσωπική εμπειρία από τέτοιες μάχες. Μην ξεχνάμε ότι τα περισσότερα χρόνια της δεκαετίας του 2000 ήταν προσωπικός σύμβουλος και φίλος του Γιώργου Παπανδρέου, όπου προφανώς πάλευε από μέσα να τον αλλάξει, αλλά τελικά κατέληξε να μας τον φορτώσει ως κυβερνήτη της Ελλάδας μόνο και μόνο για πουλήσει την χώρα και τον λαό της όπως κάθε τυπικός δωσίλογος. Αν είναι να κάνουμε τέτοια πάλη από τα μέσα πρώτα, σαν αυτές που ξέρει να δίνει ο κ. Κοτζιάς, καλύτερα να μας λείπει. Όπως ξέρει κάθε Έλληνας αγωνιστής πατριώτης από την εποχή της εθνικής απελευθέρωσης, οι κοσμοπολίτικες απολυταρχίες – όπως ήταν παλιά οι αυτοκρατορίες και σήμερα οι υπερεθνικές ολοκληρώσεις – δεν παλεύονται από μέσα, ανατρέπονται με την δύναμη της ενότητας του λαού που παλεύει για την εθνική του αυτοδιάθεση, για εθνική ανεξαρτησία και κυριαρχία προκειμένου να κατακτήσει την δημοκρατία και την πρόοδο στον τόπο του. http://human-philosophie.blogspot.gr/2013/02/blog-post_7337.html

ΤΩΝ ΠΟΜΑΚΩΝ ΟΙ ΚΟΙΝΟΤΗΤΕΣ




ΤΩΝ ΠΟΜΑΚΩΝ ΟΙ ΚΟΙΝΟΤΗΤΕΣ


Στα Χρόνια της Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών: Τι γίνεται ‘δω, ρε παιδιά; λέω στα φαντάρια του φυλακίου. Απαγορεύεται, μου λέει ο μοχθηρός δεκανέας φτύνοντας στο χώμα. Τι απαγορεύεται, ρε παιδιά, δεν είν’ Ελλάς εδώ; Κοίτα, μάγκα, στρίβε και μη μου κάνεις εμένα τον πονηρό, να πούμε!

Κι έστριψα, που λες, διότι μου φάνηκε πως δεν αστειευόταν καθόλου. Κι έμεινα με την απορία: σύνορα μέσα στα σύνορα; Κάτι δεν πάει καλά.



Του Κώστα Ζυρίνη

Δημοσιεύτηκε στο ΓΕΩΤΡΟΠΙΟ της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ, τεύχος αρ. 83/10.11.2001

 

ΡΟΚΟ Ο ΑΝΑΔΕΛΦΟΣ

Στρατόπεδο πεζικού, Κιλκίς, πριν  από κοντά σαράντα χρόνια.  Πώς σε λένε, "σειρά"; Κώστα, εσένα; Ρόκο! Κι από πού βγαίνει αυτό το Ρόκο, ρε σειρά; Τι από πού; έτσι με λέγανε πάντα. Περίεργο, δεν έχω ξανακούσει τέτοιο ελληνικό όνομα! Δεν είναι ελληνικό, μουσουλμανικό είναι! Είσαι ο πρώτος Έλληνας μουσουλμάνος που γνωρίζω, Ρόκο. Δεν είμαι Έλληνας, Πομάκος είμαι. Και τι θα πει Πομάκος, ρε σειρά; Θα πει πως... πώς να στο πω;... θα πει κάτι σαν Τούρκος. Και γιατί σε ρίξανε στα καζάνια, μαζί μου; Ξέρω ‘γω;.. γιατί λένε πως είμαι Τούρκος. Εσένα; Εμένα... γιατί είμαι χαρακτηρισμένος «Γάμα», γι αυτό. Γέλασε πονηρά γιατί δεν ήξερε παρά μια μόνο έννοια του «γάμα». Α, είσαι πολύ!... κι έκανε τη γνωστή χειρονομία με τον τεντωμένο παράμεσο του δεξιού του χεριού.  Όχι, ρε, χαρακτηρισμός Γάμα θα πει ότι είμαι πολύ επικίνδυνος για το Πολίτευμα. Ρε, σειρά, μήπως είσαι κουμμουνιστής; Ποιος, εγώ;

Θεωρούμενοι ως διακεκριμένα μιάσματα, μας κράτησαν σε μια σχετική απομόνωση από το εθνικώς ανεπίληπτο σώμα της μονάδας, καθώς επίσης  και από τα όσα άλλα μιάσματα σαν και μας, αποκλείοντας έτσι το ενδεχόμενο να οργανώσουμε όλοι μαζί καμιά συνωμοσία για να  ρίξουμε την Πατρίδα στα νύχια του ειδεχθούς κομμουνισμού ή στη μέγγενη του Τούρκου εχθρού.

Και περάσαμε ζωή και κότα με το Ρόκο, στα καζάνια, στη φασίνα και στις καλλιόπες, γλυτώνοντας έτσι κι από τις πολλές ψυχοβγαλτικές πορείες, καθώς και από τα «Εν, δυο, μαρς, Σόφια, Σόφια είναι τ’ όνειρό μας!..» 

Μαθαίναμε τη ζωή με το δικό μας τρόπο όντας προερχόμενοι από δυο τελείως διαφορετικούς κόσμους. Εγώ του μίλαγα για τη Νικολέτα, την τότε αγαπημένη μου,  κι αυτός για την Αϊσά, την αρραβωνιάρα του, μέχρι που...

Παίρνω μετάθεση αδερφέ, μου λέει. Για πού, ρε Ρόκο; Για Κομοτηνή, αδερφέ, και πρέπει να σου πω κάτι... Τι έπαθες, ρε Ρόκο, κλαις; Πρέπει να σου πω, καρντάς,  πως όλο αυτό τον καιρό με ζορίσανε πολύ για να τους μαρτυρήσω τι λέμε όταν είμαστε μόνοι μας στα καζάνια, αλλά εγώ δε μάσησα, μασά η κατσίκα ταραμά, ρε σειρά; δεν τους είπα τίποτα, να πούμε, με πιστεύεις, έτσι; Σε πιστεύω, αδερφέ. Και φιληθήκαμε. Άντε και «καλή κοινωνία» ρε! Εξηνταδύο και μία, μείνανε!

Η ΜΠΑΡΑ

Στα χρόνια της Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών, τότε που, εκτός των άλλων, φιλοτεχνούσα τις επαρχιακές οδικές αρτηρίες με συνθήματα κατά του πουλιού της Χούντας των Συνταγματαρχών (καμία σχέση με τα σημερινά γκράφιτι) έκοψα δεξιά σ’ έναν χωματόδρομο που οδηγούσε στα Πομακοχώρια. Και βρέθηκα μπροστά σε μια κατεβασμένη σιδερένια μπάρα. Τι γίνεται ‘δω, ρε παιδιά; λέω στα φαντάρια του φυλακίου. Απαγορεύεται, μου λέει ο μοχθηρός δεκανέας φτύνοντας στο χώμα. Τι απαγορεύεται, ρε παιδιά, δεν είναι Ελλάς εδώ; Στρίβε μάγκα και μην μου κάνεις εμένα τον πονηρό, να πούμε! Κι έστριψα, που λες, διότι μου φάνηκε πως δεν αστειευόταν καθόλου. Άσε που είχα και κάτι κόκκινα σπρέι μέσα στ’ αμάξι!

Περί το ‘Ενενηντακάτι ξαναπήγα. Δεν είχα πια τα κόκκινα σπρέι στ’ αυτοκίνητο. Αντ’ αυτών είχα την Ισαβέλλα και τον Ορέστη. Και η μπάρα ήταν ακόμη εκεί. Και οι φαντάροι, το ίδιο (όχι οι ίδιοι, φυσικά). Ψάχνω για έναν παλιόφιλο, λέω στο δεκανέα. Χρειάζεται άδεια από την Αστυνομική Διεύθυνση Ξάνθης, μου απαντά. Καλά, και οι Πομάκοι πώς κατεβαίνουν στην Ξάνθη, χρειάζονται διαβατήριο; Δεν απάντησε (τού ’βαλα δύσκολα!)

Η μπάρα υπήρχε και το Δεκέμβρη του ‘Ενενήντα πέντε.  Αλλά χωρίς  ένοπλους φαντάρους στο φυλάκιο. Μπαίνουμε σαν στο σπίτι μας και τραβάμε γραμμή για Εχίνο. Κι όταν τον βλέπουμε από μακριά, καλά ε δε σου λέω τίποτα, τεφαρίκι! Δίπατα, τρίπατα σπίτια με κεραμίδι, καμινάδες, μιναρέδες καρφωμένοι σαν οδοντογλυφίδες πάνω στα τζαμιά και... δορυφορικά πιάτα! Όλα στραμμένα κατά Τουρκία μεριά. Απ ό,τι βλέπω, Ισαβέλλα, μας έχουν ετοιμάσει και επίσημη υποδοχή. Πλησιάζουμε προς το πομάκικο πλήθος, το κατανεμημένο  ένθεν κακείθεν του κεντρικού δρόμου που μπάζει στο κεφαλοχώρι. Φορούν τις επίσημες τοπικές φορεσιές τους, μόλις βγαλμένες απ το μπαούλο, και ανεμίζουν τα χάρτινα γαλανόλευκα σημαιάκια των παρελάσεων. Και πάνω που νόμισα πως θ’ αρχίσει να παιανίζει και κάποια μπάντα προς τιμήν μας, κάποιοι βλοσυροί μπάτσοι εποχούμενοι, σε Χάρλεϊ Ντέιβιντσον μεγάλου κυβισμού (αν θυμάμαι καλά), μας κάνουν νευρικά σήματα να προσπεράσουμε γρήγορα. Άσε που κανείς Πομάκος δεν μας χειροκρότησε.

Στο καφενείο, ένας γαλανομάτης γέροντας, με καλυμμένη την κεφαλή από έναν  λευκό πλεχτό σκούφο, ευλογημένο, λέει, από κάποιον ιμάμη στη Μέκκα, μας πληροφορεί, φανερά ενοχλημένος, πως όπου νά’ ναι καταφθάνει ο Πρόεδρος της (Ελληνικής) Δημοκρατίας Κωστής Στεφανόπουλος. Από τη στάση του δεν μου αφήνει καμιά αμφιβολία για το ότι θα προτιμούσε να καταφθάνει ο Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ. Σέβομαι τα λίγα άσπρα  μαλλιά που φύονται κάτω από το σκούφο του και κάνω πως δεν καταλαβαίνω. Πάντως, νομίζω πως ο Στεφανόπουλος είναι ο πρώτος, Πρώτος τη Τάξη, πολιτικός που επισκέπτεται τα Πομακοχώρια. Και απ αυτή τη στιγμή αποφάσισα πως τον συμπαθώ. Τέλος το «ειδικό καθεστώς» και η απομόνωση των Πομάκων. Τέρμα και οι μπάρες με τους μοχθηρούς δεκανείς και τα ψαρωμένα στραβάδια που το παίζουν ακρίτες σε εντός συνόρων υποσύνορα.


Πάντως, ο κύριος Μεχμέτ, με τον αγιασμένο στη Μέκκα  σκούφο του, δεν μου επιτρέπει να πληρώσω τους καφέδες και τη βανίλια-υποβρύχιο που έφαγε η Ισαβέλλα, και δεν ξέρει κανέναν Ρόκο στα Πομακοχώρια, και μάλιστα στην ηλικία μου. Ο μόνος Ρόκο που θυμάται, λέει, ήταν κάποιος που έκλεψε μια Πομάκα και τό  ‘σκασαν κατά Γερμανία μεριά. Μήπως θυμάσαι τ’ όνομα αυτής της γυναίκας, Μεχμέτ εφέντη; Ναι, αμέ, Αϊσά!

Ο ΧΑΜΑΛΗΣ

Ο Πάρις, διαβάζοντας στο Γεώ το τι «διημείφθη» στον  Πόρο (βλέπε Πόρος | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν ), μεταξύ εμού του ιδίου και του «ανιψιού» μου, σχετικά με τον Δημοσθένη τον Αθηναίο και τους Μακεδόνες του Φιλίππου, έγινε Τούρκος. Βροχή τα τηλεφωνήματα, Θεσσαλονίκη - Αθήνα και τούμπαλιν.

- Κι αν θες να ξέρεις, ρε Λούστρο (ο Λούστρος είμαι εγώ) ο Δημοσθένης ήτανε τσιράκι των Περσών, κι εκτός αυτού πήρε το μερίδιο της προδοσίας του απ το θησαυρό των Μακεδόνων που άρπαξε ο Άρπαλος!

- Χαμάλη (ο Χαμάλης είναι αυτός) είσαι ανιστόρητος, πρώτον γιατί αυτό που λες δεν αποδείχτηκε ποτέ και άρα ανήκει στη βρώμικη προπαγάνδα των Μακεδόνων και, δεύτερον, ο θησαυρός αυτός δεν ήταν παρά ο καρπός της ιμπεριαλιστικής λαφυραγώγησης που έκανε ο Αλέξανδρος και τα λεφούσια του στους λαούς της Ανατολής!...

Η κόντρα αυτή με τον Πάρι, η σχετική με τους Αθηναίους και τους Μακεδόνες, διαρκεί κοντά σαράντα χρόνια, από τον καιρό, δηλαδή, που υπηρετούσαμε μαζί στο στρατόπεδο Εμμανουήλ Παπά, στις Σέρρες. Στις Σέρρες όπου,  όταν βάζανε το λόχο μας να τραγουδά το μαρς «έχω μια ‘δερφή, κουκλίτσ’ αληθινή, τη λένε Βόρεια Ήπειρο, την αγαπώ πολύυυυυ!», εμείς υποτονθορύζαμε το «ήταν πρωί τ’ Αυγούστου, κοντά στη ροδαυγή» του μεγάλου Μίκη. Μέχρι που μας πήρανε χαμπάρι κι έγινε της Πόπης. Έτσι κατέληξα στο Κιλκίς, στα καζάνια και στις καλλιόπες, κι έτσι γνώρισα τον Ρόκο τον ανάδελφο.

Χαμάλη, πάω για φωτογράφηση στα πομακοχώρια, του λέω απ’ το τηλέφωνο, είσαι; Μέσα! μου απαντά, γιατί αν σ’ αφήσω μόνο σου θα μου τους βγάλεις Τουρκόσπορους! Παράτησε το κεραμικό του ημιτελές, όπως έκανε και τότε που τον ξεσήκωσα να πάμε στο Καράντερε και, ραντεβού στη Θεσσαλονίκη.

Μέχρι την Ξάνθη, προκειμένου ν’ αρπαχτούμε με αφορμή την (άνανδρη κατ’ εμέ) εξόντωση όλου του ανδρικού πληθυσμού της Περσέπολης από τον Αλέξανδρο, τον επιλεγόμενο Μέγα,  εξαντλήσαμε το μισό ρεπερτόριο του Θεοδωράκη και είπαμε ν’ αφήσουμε το άλλο μισό για την επιστροφή.

- Λοιπόν, Χαμάλη, έχουμε και λέμε: Οι Πομάκοι αριθμούν περί τους τριακόσιους πενήντα χιλιάδες και τα χωριά τους είναι, στην πλειοψηφία τους, από αιώνες διάσπαρτα στην ανατολική  Ροδόπη. Κι επειδή η Ροδόπη, στο μεγαλύτερο μέρος της, είναι σήμερα τμήμα του βουλγάρικου εδάφους, μόνο οι τριάντα πέντε χιλιάδες εκ του συνόλου των Πομάκων κατοικούν προγονόθεν σ’ ελληνικό έδαφος. Τα δε περισσότερα απ τα χωριά τους, με κεφαλοχώρι τον Εχίνο, βρίσκονται στο νομό της Ξάνθης. Συμφωνείς;

- Δεν έχω λόγο να διαφωνώ, ρε Λούστρο, αλλά αυτό δεν αναιρεί την ελληνικότητά τους!

- Δεν είπα ‘γω κάτι τέτοιο.

- Δεν τό ’πες ακόμα αλλά έτσι που το πας θα μου τους βγάλεις Βούλγαρους!

- Αυτό λέγεται προκατάληψη, Χαμάλη!

Ο ΚΕΝΤΑΥΡΟΣ 

Ένας γέροντας Πομάκος μου κάνει νόημα να σταματήσω. Πού να σε πάμε, μπάρμπα; Στον Κένταυρο πάω, στο χωριό μου, αφήστε με στη στροφή και μετά θα περπατήσω ίσαμε κει. Στην αρχή ήταν επιφυλακτικός αλλά σε λίγο ξεθάρρεψε και η γλώσσα του άρχισε να λύνεται. Τώρα ναι, μου απαντά, έχουμε και σχολεία, που τα λένε μειονοτικά, και κει τα παιδιά μας μαθαίνουν τα ελληνικά και τα τούρκικα γράμματα. Πομάκικα, θες να πεις, μπάρμπα, πετιέται ο Πάρις. Ναι, αυτό θέλω να πω. Και σε ποια γλώσσα τα γράφουν; Στα ελληνικά και στ’ άλλα, τα λατινικά που λένε. Και λεξικό έχουμε, και γραμματική και τ’ άλλο με τις ιστορίες των κρατών, έχουμε. Μερικά παιδιά έχουν φτάσει μέχρι και στο Πανεπιστήμιο, δημοσιογράφοι είστε; Όχι ακριβώς, εγώ είμαι φωτογράφος κι ο φίλος μου γλύπτης. Και γιατί τον φωνάζεις «χαμάλη», αν επιτρέπεται; Γιατί όταν δεν έχει έμπνευση κουβαλάει τα γλυπτά του από τον έναν πάγκο στον άλλο. Ευτυχώς, δεν με ρώτησε τι σημαίνει «έμπνευση».

Τον αφήνουμε στο ξέφωτο που κάνει χρέη κεντρικής πλατείας του Κένταυρου, όπου και το απαραίτητο καφενείο. Σ’ αυτό το έξοχο σκηνικό με τα δίπατα και τρίπατα σπίτια και τα στενά σοκάκια, ο ήλιος δημιουργεί  εξαιρετικά κοντράστ για χάρη του φωτογραφικού μου οίστρου. Οι Πομάκοι όμως αποστρέφονται τη φωτογράφηση. Και κυρίως οι Πομάκες. Όταν ξεμυτίζει κάποια απ’ αυτές και κάνω να σηκώσω  το φακό, μ’ έχει ήδη αντιληφθεί κι έτσι δεν βλέπω παρά την πλάτη της. Ή την άκρη τού μέχρι τους αστράγαλους φουστανιού της καθώς στρίβει στη γωνία.

Είναι μάλλον θρησκευτικό το ζήτημα, μου λέει ο Πάρις και, πάνω ‘κει, ποιος είσαι συ; μου φωνάζει σε τόνο προδήλως επιθετικό κάποιος από την παρέα που κάθεται στο τραπεζάκι, έξω απ τον καφενέ. Εγώ είμαι κάποιος Κώστας, του απαντώ, εσύ ποιος είσαι; Κάτι άλλο θα περίμενε ν’ ακούσει και προς στιγμή τα χάνει. Να μη σε νοιάζει ποιος είμαι ‘γω! γιατί τραβάς φωτογραφίες; Για τον ίδιο λόγο που εσύ παίζεις τάβλι, τι πρόβλημα έχεις; Στο χωριό μας απαγορεύεται να τραβάς! Στη χώρα μου πάντως επιτρέπεται, ή μήπως βγήκα έξω απ τα σύνορα της και δεν τό ‘χω καταλάβει; του την πέφτει ζοχαδιασμένος ο Πάρις ο οποίος είναι, εν γένει, υποδειγματική περίπτωση ευγένειας και πραότητας (εκτός από τις περιπτώσεις που αμφισβητώ τα κίνητρα που ώθησαν τον Φίλιππο και, στη συνέχεια, το χαϊδεμένο βλαστάρι της Ολυμπιάδας στο να...).


Το περί ού ο λόγος περιστατικό, πάντως, είναι απ αυτά που συνηθίζουμε να θεωρούμε μεμονωμένα αφού, την ίδια στιγμή, κάποιοι απ την παρέα του ψευτόμαγκα μας έκαναν νοήματα που αποκωδικοποιημένα σημαίνουν: μην του δίνετε σημασία του μαλάκα, τά ‘χει κοπανήσει.   

ΣΤΟΝ ΕΧΙΝΟ

Μύκη, Κύκνος και Ωραίον. Ονόματα χωριών που, δεν γίνεται, πρέπει να τα δούμε. Χτισμένα στ’ απότομα πρανή της Ροδόπης κι άλλοτε δίπλα σε ζωοδότρες ρεματιές. Φτελιές και βελανιδιές είναι τα πολύτιμα στολίδια κι η ανασαιμιά τους. Αναρίθμητα στενόχωρα καπνοχώραφα χαραγμένα οπουδήποτε κι άλλα, λιγότερα αυτά, για την πατάτα και το καλαμπόκι. Αίγες νευρικές χωρίς ίχνος ιλίγγου ν’ ακροπατούν στα κατσάβραχα.   Τώρα, μια ολοκαίνουργια άσφαλτος μάς πάει παντού.

Κι ακόμα, δεν είναι ψευδαίσθηση, τα πομακοχώρια είναι απείρως καθαρότερα απ’ όσο στο κοντινό παρελθόν. Διότι, πέρα από το, τοις πάση γνωστό, πάθος μου για τους χωματόδρομους, οφείλω να παραδεχτώ πως η άσφαλτος έδωσε τη δυνατότητα και στην αποκομιδή. Όπερ σημαίνει πως οι σκουπιδόλοφοι του κοντινού παρελθόντος δεν συνιστούσαν πολιτισμικό χόμπυ των Πομάκων, όπως ισχυρίζονται ορισμένοι κακοήθεις. Αρκετά από τα παλιά ετοιμόρροπα σπίτια έχουν αναστηλωθεί χωρίς να διαταράξουν την αισθητική της πατροπαράδοτης αρχιτεκτονικής. Είναι και κάτι άλλα όμως, καινούργια, άσ’ τα να πάνε! μπετόν και πλαστικούρα του κερατά! Είναι αισθητό πάντως πως οι Πομάκοι κάνουν τα πρώτα τους ανοίγματα προς την πολιτειακή ενσωμάτωση διατηρώντας, σχεδόν στο ακέραιο, τα πολιτισμικά τους χαρακτηριστικά. Και μ’ αρέσει αυτό αφού η πολυπολιτισμικότητα, ανοιχτός ανθώνας της Γης, είναι αυτό ακριβώς που την ομορφαίνει.  

Ολισθαίνοντας από την κουβέντα περί πολιτισμικής προκατάληψης ορισμένων ανεγκέφαλων συνελλήνων μας απέναντι στους Πομάκους, ο Πάρις φτάνει στο...

- Λοιπόν, Λούστρο, πρέπει να ξέρεις πως αυτοί που βγήκαν μετά βαΐων και κλάδων για να υποδεχτούν τον Μεγαλέξανδρο στην Περσέπολη δεν ήταν Πέρσες, όπως ισχυρίζεσαι, αλλά Μακεδόνες αιχμάλωτοι των Περσών, τραυματίες, ακρωτηριασμένοι, τυφλωμένοι και τέτοια. Αυτά είδε ο Αλέξανδρος και τα πήρε στο κρανίο.

- Κι ήταν λόγος αυτός, ρε Χαμάλη, να ξεπαστρέψει όλο τον ανδρικό πληθυσμό, ν’ αρπάξει το θησαυρό τους και να κάψει το παλάτι τους;

- Αυτά τα γράφει ο Ντρόϋζεν, Λούστρο, και δεν ξέρω κατά πόσο είναι αξιόπιστος.

- Αν θες να μάθεις, του λέω, ο Ντρόϋζεν στηρίχτηκε κυρίως στον Αρριανό.

- ‘Ντάξει, δεν επιδοκιμάζω την ομαδική σφαγή αλλά, έλα στη θέση του Αλέξανδρου!

- Μα τι λες τώρα, είναι σα να μου ζητάς να σκεφτώ σαν Μπους απέναντι στους άμαχους Αφγανούς, γίνεται; δεν γίνεται!  

- Αυτό λέγεται διαστρέβλωση της Ιστορίας μας, Λούστρο!

- Κι εγώ σου λέω πως λέγεται απόπειρα προσέγγισης του ιστορικού γίγνεσθαι χωρίς εθνοκεντρικές αγκυλώσεις, Χαμάλη!

- Διανοουμενίστικες ακροβασίες! πρόσεχε, θα σκοτώσεις τον άνθρωπο!

Ο Πομάκος που διέσχιζε εκείνη τη στιγμή το δρόμο με το βόδι του ποσώς κινδύνευε από την οδήγησή μου. Απλώς, ο κολλητός μου ήθελε λίγο χρόνο για να στοχαστεί πάνω στα επιχειρήματά μου. Με την ελπίδα να τ’ ανατρέψει.

Μέχρι τον Εχίνο μουρμούριζα το «Τι ωραία που είναι η αγάπη μου με το καθημερνό της φόρεμα» μπας και τον παρασύρω σε άλλο οίστρο αλλά δεν τα κατάφερα. Ευτυχώς που δεν μου ξανάπε για πολλοστή φορά πως «κι ο μέγας δημοκράτης, ο Περικλής, στηρίχτηκε στους δούλους για να χτίσει τον Παρθενώνα» γιατί θα τσαντιζόμουνα πολύ. Μα πάρα πολύ!

ΠΕΡΙ ΑΓΡΙΩΝ ΚΑΙ ΑΓΡΙΑΝΩΝ

«Εσείς μας λέτε άγριους», λέει χότζας που φέρει ένα τυλιγμένο με άσπρο μαντήλι φέσι κι ένα βλέμμα γαλάζιο σαν ασύννεφος ουρανός. Δε νομίζω πως  έχεις δίκιο σεβασμιότατε, του λέω παίρνοντας το πιο σεμνό μου,  ποτέ δεν άκουσα κάτι τέτοιο.

Καθόμαστε στο ίδιο καφενείο του Εχίνου πού ’χα καθίσει και τα Χριστούγεννα του ‘Ενενηνταπέντε. Ο λεβέντης που το διαχειρίζεται με θυμήθηκε. Ίσως να φορούσα και τότε το ίδιο καπέλο, ποιος ξέρει. Αγριάνες, εννοείς γέροντα, του λέει ο Πάρις. Ε, το ίδιο δεν είναι; Δεν είναι το ίδιο γέροντα, οι Αγριάνες ήταν μια αρχαία θρακική φυλή που συμμάχησε  με το Μεγαλέξανδρο στην εκστρατεία του για τον εκπολιτισμό της Ανατολής. Ήταν σπουδαίοι ακοντιστές, ψηλοί, ξανθοί κι ωραίοι, σαν και σας τους Πομάκους.

Πάλι στον Αλέξανδρο, το γυρίζει, επωφελούμενος από το γεγονός ότι δεν θα του την πέσω μπροστά στον μπάρμπα, για να προωθήσει τη μακεδονοκεντρική άποψή του. Χώρια τα παραμύθια περί ψηλών και ξανθών Αγριάνων που βγάζει από το κεφάλι του για να ενισχύσει τη γονιδιακή εκδοχή της συγγένειας των Πομάκων με τους Αγριάνες. Να του πω τώρα πως οι Πομάκοι είναι τουρκογενείς για να του τη σπάσω;

Τι καπνό φουμάρεις; με ρωτά ο γαλανομάτης χότζας δείχνοντας το τσιμπούκι μου. Είναι ένα χαρμάνι από δυο-τρεις που δεν στους ονοματίζω για να μην εκληφθεί ως γκρίζα διαφήμιση, του λέω. Να, πάρε απ τον δικό μας, τον πομάκικο, είναι «μπασμάς», ο καλύτερος! Και μου δίνει το σακούλι του. Ευχαριστώ, σεβασμιότατε, θα πάρω μια γέμιση για δοκιμή. Σιγά μην πω όχι σ’ έναν τόσο σπάνιο καπνό! Φόρτωσα το τσιμπούκι και άναψα. Έχει δίκιο. Είναι εξαιρετικός! Πάρ’ το όλο για το δρόμο. Το πήρα. Κρίμα που δεν υπάρχει στο ελεύθερο εμπόριο!


Περιφερόμαστε στους μαχαλάδες του Εχίνου. Έχω μια σαφή και αμετάκλητη αισθητική προτίμηση στα ερείπια και στα ερειπωμένα. Δεν γουστάρω τα νεόχτιστα, ρε Χαμάλη, είναι ψυχρά, απρόσωπα και χωρίς Ιστορία. Μ’ αρέσουν οι ανθρώπων φωλιές που η ύπαρξη της μιας ζωογονεί την ύπαρξη της άλλης. Και θέλω τα πομακοχώρια να μοιάζουν με τον εαυτό τους. Κάτσε τώρα στο πεζούλι κι άνοιξε την εφημερίδα. Εγώ θά ‘μαι  μέσα στο αυτοκίνητο με το μάτι στο βιζέρ κι όταν δεις καμιά Πομάκα νά ‘ρχεται, από την πάνω γωνία, γύρισε σελίδα, για να καταλάβω. Αλλιώς δεν βλέπω πώς θα γυρίσω στην Αθήνα χωρίς ν’ απαθανατίσω έστω και μία Πομάκα. 


Μετήλθα και άλλων «αθέμιτων» μέσων, τ’ ομολογώ. Για παράδειγμα, ακούμπησα τη φωτογραφική πάνω στο τραπέζι του μαναβοκαφενέ της Σμίνθης , δίπλα στον φραπέ μου,  με το φακό στραμμένο στο «στόχο»  και το δάχτυλό στη «σκανδάλη» όσο εκείνη να συνηθίσει στην παρουσία μας και ξανααπορροφηθεί στα βελονάκια της. Σκατοεπάγγελμα!


ΙΝΤΕΡΜΕΔΙΟ

Πώς να μην γράψω για την Ξάνθη έστω και λίγες λέξεις; Είναι από τις ωραιότερες ελληνικές πόλεις πού ‘χω περπατήσει. Απ αυτές που θα μπορούσα να ζήσω μόνιμα. Και μιλώ κυρίως για την παλιά πόλη. Ένα ανυπέρβλητο σκηνικό! Ένα ταξίδι πίσω στο χρόνο, σε εποχές που δεν τις δυνάστευε το πλαστικό, το οπλισμένο σκυρόδεμα και τα κινητά αποβλακωτήρια. Μια τέλεια αρμονία δομικών μορφών, τόσο διαφορετικών και τόσο δεμένων μεταξύ τους. Δρόμοι και καλντερίμια πλακόστρωτα για μια κυκλοφορία στα μέτρα του ανθρώπου. Ναι, συνυπολογίζοντας και μερικά ανθρώπου έργα, η χώρα μου είναι όμορφη. Πολύ όμορφη!

Καλό κρασί χύμα, και μεζεκλίκια απ’ όλα. Είμαστε σ’ ένα από τα πλέον αυθεντικά ταβερνάκια της παλιάς πόλης και κατά τα φαινόμενα δεν πρόκειται να διαξιφιστούμε απόψε για την υποτιθέμενη πολιτισμική εκστρατεία του Αλέξανδρου. 

Έχουμε και λέμε: Ανοιχτόχρωμο δέρμα, ξανθοί οι περισσότεροι  και με γαλανά, συνήθως, μάτια, ίσον: Αρία, Ινδοευρωπαϊκή φυλή. Άρα, ουδεμία κοινή φυλετική καταγωγή με Σελτζούκους, και Τουρκμάνους, παμ’ παρακάτω: Οι Πομάκοι μέχρι τον δέκατο πέμπτο αιώνα ήσαν χριστιανοί. Εξισλαμίστηκαν, και μάλιστα όχι και τόσο ειρηνικά (για να μην μπούμε σε ανατριχιαστικές λεπτομέρειες και προκαλέσουμε ψυχικά τραύματα στους φιλήσυχους γείτονές μας) ανάμεσα στον δέκατο πέμπτο και δέκατο έβδομο αιώνα. Κι όμως, οι σημερινοί Τούρκοι,  παρά τον κοσμικό χαρακτήρα του Κεμαλικού νεοτουρκικού έθνους, τους διεκδικούν στηριζόμενοι, κυρίως, αν όχι μόνο, στη θρησκεία τους. Οι θρησκείες όμως δεν είναι απαραίτητο συστατικό της εθνικής ταυτότητας ενός ατόμου ή ενός συνόλου.  Άρα, βγάλε τους Τούρκους έξω απ το λογαριασμό.

- Μισό κιλό παρακαλώ!

- Έφτασεεεε!

Παμ’ παρακάτω: Οι Βούλγαροι τους διεκδικούν ως Βούλγαρους στηριζόμενοι σε γλωσσικά χαρακτηριστικά. Κατά τη γνώμη τους, και γιατί όχι;  το εξήντα τοις εκατό της πομάκικης γλώσσας είναι σλαβογενές. E και; Μ’ αυτή τη λογική ο Μπλερ, και μάλιστα δεδομένης της αμφισβητούμενης σοβαρότητάς του, θά ‘πρεπε να  διεκδικήσει όλη τη Βόρεια Αμερική, την Αυστραλία και το μισό Καναδά.

Δεν χωρά αμφισβήτηση για το ότι η πομάκικη γλώσσα είναι αποτέλεσμα συγχώνευσης γλωσσικών στοιχείων της ελληνικής, της σλαβικής και, τελευταία, της τούρκικης. Και μάλιστα με τη χρονική σειρά που σου ανέφερα. Μέχρι πρόσφατα δεν την έγραφαν διότι δεν υπήρχε γραπτός λόγος για την απόδοση των πομάκικων  φθόγγων. Αν πρόσεξες, στις παλιές ταφόπλακες χρησιμοποιούν αραβικά στοιχεία.

- Μία γαύρους ακόμη, παρακαλώ!

- Έφτασεεε!

- Άρα;

- Άρα, ούτε η γλώσσα από μόνη έχει αποφασιστική σημασία για την εθνική ταυτότητα.

Οι Έλληνες τους διεκδικούν ισχυριζόμενοι ότι κατάγονται από την αρχαία θρακική φυλή των Αγριάνων η οποία, ως προς τη γλώσσα και τη θρησκεία της,  εξελληνίστηκε κατά την περίοδο της ίδρυσης και ανάπτυξης των ελληνικών αποικιών στις θρακικές παραλίες. Ορισμένες, μάλιστα, τοπωνυμίες, όπως «Αχριάν μαχαλεσή» ή «Αχριάν Πουρναρή», συνηγορούν υπέρ αυτής της εκδοχής. Ε, και; Ας δεχτούμε ότι οι Πομάκοι ντιενεϊκώς είναι απόγονοι των Αγριάνων, ή και των αρχαίων Μακεδόνων, αν θέλεις. Είναι όμως αυτό αποφασιστικής σημασίας για την εθνική τους ταυτότητα;

- Αν είναι απόγονοι των αρχαίων Μακεδόνων, Λούστρο...

- Δεν σημαίνει τίποτα, Χαμάλη. Είσαι σίγουρος για το μπαμπά σου, για τον παππού ή για τον προπάππου σου; Όχι. Κι όμως είσαι Έλλην, όπως κι εγώ, παρ’ όλο που διαθέτω φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά που προσιδιάζουν σε κείνα της καθ’ όλα συμπαθούς φυλής των Ρομά. Άρα; Άρα, η εθνική μας ταυτότητα είναι μια ρευστή έννοια που έχει να κάνει με το σύνολο των βασικών  πολιτισμικών χαρακτηριστικών μας και, κατ’ αναλογία, με την ιδιοσυγκρασία και τον ψυχισμό μας. Δεν είναι τυχαίο το ότι δεν μπορεί να ταυτιστεί η εθνική με την κρατική οντότητα. Άρα; Άρα οι Πομάκοι, ως προς την εθνικότητά  τους,  είναι Πομάκοι και είναι συνάμα Έλληνες πολίτες με τα ίδια δικαιώματα και υποχρεώσεις που έχεις εσύ και ‘γω. Πώς λέμε Αμερικάνος ελληνικής καταγωγής;

- Νομίζω πως αυτή τη φορά δεν θα διαφωνήσουμε, Λούστρο!


- Το λογαριασμό, παρακαλώ!

- Έφτασεεε!

ΜΙΑ ΠΕΤΡΙΑ ΑΠ ΤΑ ΣΥΝΟΡΑ

Άνω, Μέσες, και Κάτω Θέρμες. Περισσότερα καινούργια κτίσματα εδώ και περισσότερα μαγαζιά. Είναι οι θερμές πηγές, ιαματικές λένε, που έλκουν κόσμο και κοσμάκη που πάσχει από αρθριτικά και δεν ξέρω τι άλλο. Έτσι κι αλλιώς δεν μας αφορά. Εδώ η πομάκικη ιδιαιτερότητα έχει εκπνεύσει. 

 Μέδουσα, Κοτάνη: μια πετριά από τα σύνορα. Το ‘Ενενηνταπέντε ήταν ένας άθλος το να φτάσω μέχρι τη Μέδουσα με το τέσσερα επί τέσσερα. Τώρα ο δρόμος μέχρι και την Κοτάνη διατρέχεται και με πατίνι.

Επιτέλους, να δυο Πομάκες που δεν κρύφτηκαν όταν μας είδαν. Ίσως γιατί η Μέδουσα μοιάζει παντέρμη από ανθρώπινα όντα και κανείς αρσενικός Πομάκος δεν μας βλέπει αυτή τη στιγμή. Ίσως γιατί ζουν μόνιμα στην Ξάνθη, έστω φορώντας το τεστεμέλ, το άσπρο μαντήλι με τα μπρούτζινα «φλουριά» που καλύπτει την κεφαλή. Εδώ, λέει η μια δείχνοντας ένα υπέροχο ερείπιο, ήταν το σχολείο μας. Και τα παιδιά μας εδώ έβγαλαν το Δημοτικό. Τώρα ρήμαξε κι αυτό γιατί όλοι σχεδόν οι Μεδουσιώτες έχουμε κατέβει στην Ξάνθη. Εκείνο εκεί που βλέπετε είναι το πατρικό μας, ρημάζει όμως κι αυτό σιγά σιγά.

- Να μην το πουλήσετε, κορίτσια, να το αναστηλώσετε, σε λίγα χρόνια θά ’χει πολύ μεγάλη αξία. Θα γίνει ένας τουριστικός ξενώνας που θα προικίσει και τα δισέγγονά σας.

- Λέτε;  

- Πρόσεξες, Λούστρο, ότι δεν αντέδρασαν αρνητικά όταν τις αποκάλεσα «κορίτσια»;

- Εσύ, Χαμάλη, πρόσεξες ότι σ’ αυτό το σχεδόν εγκαταλειμμένο  χωριό συναντήσαμε τρεις, τουλάχιστον, ολοκαίνουργιες μπεεμβέ με γερμανικές πινακίδες; Πομάκοι στις φάμπρικες του Ντίσελντορφ! Δεν αποκλείεται κάποια απ αυτές τις μερσεντές ν’ ανήκει στο Ρόκο τον Ανάδελφο, ξέρεις για ποιον σου μιλάω ε;

- Μ’ έχεις πρήξει εδώ και σαράντα χρόνια μ’ αυτόν τον Ρόκο τον Ανάδελφο, Λούστρο! 

Κίδαρι, Διάσπαρτο, Μελίβοια, Αϊμόνι, Πάχνη. Σταματάμε μπροστά στο καφενείο που λιάζεται ένας κάποιας ηλικίας ροδομάγουλος αυτόχθων. Από πού έρχεστε; Μην τα ρωτάς, έχουμε γυρίσει σχεδόν όλα τα πομακοχώρια. Ε, τότε περάστε να πιείτε έναν καφέ να ξαποστάσετε. Περάσαμε. Και κολλήσαμε για τα καλά. Πόσο με κάνεις, δηλαδή; Εξηντάρη, του απαντώ. Βάζει τα γέλια. Έχω περάσει τα εβδομήντα. Έχω πέντε γιους, οι τέσσερις βγήκαν δάσκαλοι, ο πέμπτος δικηγόρος. Στην Ξάνθη είναι το γραφείο του, να σου δώσω και την κάρτα του... Άσ’ το κυρ Μουσταφά, στην Αθήνα έχω ένα σωρό φίλους δικηγόρους και μακάρι να μην τους ξαναχρειαστώ ποτέ. Δεν μας άφησε να πληρώσουμε τους καφέδες.

Κοτύλη, Δημάρι... Μην αγχώνεσαι, ρε Λούστρο, άραξε!


18Feb

ΤΩΝ ΠΟΜΑΚΩΝ ΟΙ ΚΟΙΝΟΤΗΤΕΣ


Στα Χρόνια της Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών: Τι γίνεται ‘δω, ρε παιδιά; λέω στα φαντάρια του φυλακίου. Απαγορεύεται, μου λέει ο μοχθηρός δεκανέας φτύνοντας στο χώμα. Τι απαγορεύεται, ρε παιδιά, δεν είν’ Ελλάς εδώ; Κοίτα, μάγκα, στρίβε και μη μου κάνεις εμένα τον πονηρό, να πούμε!

Κι έστριψα, που λες, διότι μου φάνηκε πως δεν αστειευόταν καθόλου. Κι έμεινα με την απορία: σύνορα μέσα στα σύνορα; Κάτι δεν πάει καλά.



Του Κώστα Ζυρίνη

Δημοσιεύτηκε στο ΓΕΩΤΡΟΠΙΟ της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ, τεύχος αρ. 83/10.11.2001

 

ΡΟΚΟ Ο ΑΝΑΔΕΛΦΟΣ

Στρατόπεδο πεζικού, Κιλκίς, πριν  από κοντά σαράντα χρόνια.  Πώς σε λένε, "σειρά"; Κώστα, εσένα; Ρόκο! Κι από πού βγαίνει αυτό το Ρόκο, ρε σειρά; Τι από πού; έτσι με λέγανε πάντα. Περίεργο, δεν έχω ξανακούσει τέτοιο ελληνικό όνομα! Δεν είναι ελληνικό, μουσουλμανικό είναι! Είσαι ο πρώτος Έλληνας μουσουλμάνος που γνωρίζω, Ρόκο. Δεν είμαι Έλληνας, Πομάκος είμαι. Και τι θα πει Πομάκος, ρε σειρά; Θα πει πως... πώς να στο πω;... θα πει κάτι σαν Τούρκος. Και γιατί σε ρίξανε στα καζάνια, μαζί μου; Ξέρω ‘γω;.. γιατί λένε πως είμαι Τούρκος. Εσένα; Εμένα... γιατί είμαι χαρακτηρισμένος «Γάμα», γι αυτό. Γέλασε πονηρά γιατί δεν ήξερε παρά μια μόνο έννοια του «γάμα». Α, είσαι πολύ!... κι έκανε τη γνωστή χειρονομία με τον τεντωμένο παράμεσο του δεξιού του χεριού.  Όχι, ρε, χαρακτηρισμός Γάμα θα πει ότι είμαι πολύ επικίνδυνος για το Πολίτευμα. Ρε, σειρά, μήπως είσαι κουμμουνιστής; Ποιος, εγώ;

Θεωρούμενοι ως διακεκριμένα μιάσματα, μας κράτησαν σε μια σχετική απομόνωση από το εθνικώς ανεπίληπτο σώμα της μονάδας, καθώς επίσης  και από τα όσα άλλα μιάσματα σαν και μας, αποκλείοντας έτσι το ενδεχόμενο να οργανώσουμε όλοι μαζί καμιά συνωμοσία για να  ρίξουμε την Πατρίδα στα νύχια του ειδεχθούς κομμουνισμού ή στη μέγγενη του Τούρκου εχθρού.

Και περάσαμε ζωή και κότα με το Ρόκο, στα καζάνια, στη φασίνα και στις καλλιόπες, γλυτώνοντας έτσι κι από τις πολλές ψυχοβγαλτικές πορείες, καθώς και από τα «Εν, δυο, μαρς, Σόφια, Σόφια είναι τ’ όνειρό μας!..» 

Μαθαίναμε τη ζωή με το δικό μας τρόπο όντας προερχόμενοι από δυο τελείως διαφορετικούς κόσμους. Εγώ του μίλαγα για τη Νικολέτα, την τότε αγαπημένη μου,  κι αυτός για την Αϊσά, την αρραβωνιάρα του, μέχρι που...

Παίρνω μετάθεση αδερφέ, μου λέει. Για πού, ρε Ρόκο; Για Κομοτηνή, αδερφέ, και πρέπει να σου πω κάτι... Τι έπαθες, ρε Ρόκο, κλαις; Πρέπει να σου πω, καρντάς,  πως όλο αυτό τον καιρό με ζορίσανε πολύ για να τους μαρτυρήσω τι λέμε όταν είμαστε μόνοι μας στα καζάνια, αλλά εγώ δε μάσησα, μασά η κατσίκα ταραμά, ρε σειρά; δεν τους είπα τίποτα, να πούμε, με πιστεύεις, έτσι; Σε πιστεύω, αδερφέ. Και φιληθήκαμε. Άντε και «καλή κοινωνία» ρε! Εξηνταδύο και μία, μείνανε!

Η ΜΠΑΡΑ

Στα χρόνια της Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών, τότε που, εκτός των άλλων, φιλοτεχνούσα τις επαρχιακές οδικές αρτηρίες με συνθήματα κατά του πουλιού της Χούντας των Συνταγματαρχών (καμία σχέση με τα σημερινά γκράφιτι) έκοψα δεξιά σ’ έναν χωματόδρομο που οδηγούσε στα Πομακοχώρια. Και βρέθηκα μπροστά σε μια κατεβασμένη σιδερένια μπάρα. Τι γίνεται ‘δω, ρε παιδιά; λέω στα φαντάρια του φυλακίου. Απαγορεύεται, μου λέει ο μοχθηρός δεκανέας φτύνοντας στο χώμα. Τι απαγορεύεται, ρε παιδιά, δεν είναι Ελλάς εδώ; Στρίβε μάγκα και μην μου κάνεις εμένα τον πονηρό, να πούμε! Κι έστριψα, που λες, διότι μου φάνηκε πως δεν αστειευόταν καθόλου. Άσε που είχα και κάτι κόκκινα σπρέι μέσα στ’ αμάξι!

Περί το ‘Ενενηντακάτι ξαναπήγα. Δεν είχα πια τα κόκκινα σπρέι στ’ αυτοκίνητο. Αντ’ αυτών είχα την Ισαβέλλα και τον Ορέστη. Και η μπάρα ήταν ακόμη εκεί. Και οι φαντάροι, το ίδιο (όχι οι ίδιοι, φυσικά). Ψάχνω για έναν παλιόφιλο, λέω στο δεκανέα. Χρειάζεται άδεια από την Αστυνομική Διεύθυνση Ξάνθης, μου απαντά. Καλά, και οι Πομάκοι πώς κατεβαίνουν στην Ξάνθη, χρειάζονται διαβατήριο; Δεν απάντησε (τού ’βαλα δύσκολα!)

Η μπάρα υπήρχε και το Δεκέμβρη του ‘Ενενήντα πέντε.  Αλλά χωρίς  ένοπλους φαντάρους στο φυλάκιο. Μπαίνουμε σαν στο σπίτι μας και τραβάμε γραμμή για Εχίνο. Κι όταν τον βλέπουμε από μακριά, καλά ε δε σου λέω τίποτα, τεφαρίκι! Δίπατα, τρίπατα σπίτια με κεραμίδι, καμινάδες, μιναρέδες καρφωμένοι σαν οδοντογλυφίδες πάνω στα τζαμιά και... δορυφορικά πιάτα! Όλα στραμμένα κατά Τουρκία μεριά. Απ ό,τι βλέπω, Ισαβέλλα, μας έχουν ετοιμάσει και επίσημη υποδοχή. Πλησιάζουμε προς το πομάκικο πλήθος, το κατανεμημένο  ένθεν κακείθεν του κεντρικού δρόμου που μπάζει στο κεφαλοχώρι. Φορούν τις επίσημες τοπικές φορεσιές τους, μόλις βγαλμένες απ το μπαούλο, και ανεμίζουν τα χάρτινα γαλανόλευκα σημαιάκια των παρελάσεων. Και πάνω που νόμισα πως θ’ αρχίσει να παιανίζει και κάποια μπάντα προς τιμήν μας, κάποιοι βλοσυροί μπάτσοι εποχούμενοι, σε Χάρλεϊ Ντέιβιντσον μεγάλου κυβισμού (αν θυμάμαι καλά), μας κάνουν νευρικά σήματα να προσπεράσουμε γρήγορα. Άσε που κανείς Πομάκος δεν μας χειροκρότησε.

Στο καφενείο, ένας γαλανομάτης γέροντας, με καλυμμένη την κεφαλή από έναν  λευκό πλεχτό σκούφο, ευλογημένο, λέει, από κάποιον ιμάμη στη Μέκκα, μας πληροφορεί, φανερά ενοχλημένος, πως όπου νά’ ναι καταφθάνει ο Πρόεδρος της (Ελληνικής) Δημοκρατίας Κωστής Στεφανόπουλος. Από τη στάση του δεν μου αφήνει καμιά αμφιβολία για το ότι θα προτιμούσε να καταφθάνει ο Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ. Σέβομαι τα λίγα άσπρα  μαλλιά που φύονται κάτω από το σκούφο του και κάνω πως δεν καταλαβαίνω. Πάντως, νομίζω πως ο Στεφανόπουλος είναι ο πρώτος, Πρώτος τη Τάξη, πολιτικός που επισκέπτεται τα Πομακοχώρια. Και απ αυτή τη στιγμή αποφάσισα πως τον συμπαθώ. Τέλος το «ειδικό καθεστώς» και η απομόνωση των Πομάκων. Τέρμα και οι μπάρες με τους μοχθηρούς δεκανείς και τα ψαρωμένα στραβάδια που το παίζουν ακρίτες σε εντός συνόρων υποσύνορα.


Πάντως, ο κύριος Μεχμέτ, με τον αγιασμένο στη Μέκκα  σκούφο του, δεν μου επιτρέπει να πληρώσω τους καφέδες και τη βανίλια-υποβρύχιο που έφαγε η Ισαβέλλα, και δεν ξέρει κανέναν Ρόκο στα Πομακοχώρια, και μάλιστα στην ηλικία μου. Ο μόνος Ρόκο που θυμάται, λέει, ήταν κάποιος που έκλεψε μια Πομάκα και τό  ‘σκασαν κατά Γερμανία μεριά. Μήπως θυμάσαι τ’ όνομα αυτής της γυναίκας, Μεχμέτ εφέντη; Ναι, αμέ, Αϊσά!

Ο ΧΑΜΑΛΗΣ

Ο Πάρις, διαβάζοντας στο Γεώ το τι «διημείφθη» στον  Πόρο (βλέπε Πόρος | Κώστας Ζυρίνης & Ισαβέλλα Μπερτράν ), μεταξύ εμού του ιδίου και του «ανιψιού» μου, σχετικά με τον Δημοσθένη τον Αθηναίο και τους Μακεδόνες του Φιλίππου, έγινε Τούρκος. Βροχή τα τηλεφωνήματα, Θεσσαλονίκη - Αθήνα και τούμπαλιν.

- Κι αν θες να ξέρεις, ρε Λούστρο (ο Λούστρος είμαι εγώ) ο Δημοσθένης ήτανε τσιράκι των Περσών, κι εκτός αυτού πήρε το μερίδιο της προδοσίας του απ το θησαυρό των Μακεδόνων που άρπαξε ο Άρπαλος!

- Χαμάλη (ο Χαμάλης είναι αυτός) είσαι ανιστόρητος, πρώτον γιατί αυτό που λες δεν αποδείχτηκε ποτέ και άρα ανήκει στη βρώμικη προπαγάνδα των Μακεδόνων και, δεύτερον, ο θησαυρός αυτός δεν ήταν παρά ο καρπός της ιμπεριαλιστικής λαφυραγώγησης που έκανε ο Αλέξανδρος και τα λεφούσια του στους λαούς της Ανατολής!...

Η κόντρα αυτή με τον Πάρι, η σχετική με τους Αθηναίους και τους Μακεδόνες, διαρκεί κοντά σαράντα χρόνια, από τον καιρό, δηλαδή, που υπηρετούσαμε μαζί στο στρατόπεδο Εμμανουήλ Παπά, στις Σέρρες. Στις Σέρρες όπου,  όταν βάζανε το λόχο μας να τραγουδά το μαρς «έχω μια ‘δερφή, κουκλίτσ’ αληθινή, τη λένε Βόρεια Ήπειρο, την αγαπώ πολύυυυυ!», εμείς υποτονθορύζαμε το «ήταν πρωί τ’ Αυγούστου, κοντά στη ροδαυγή» του μεγάλου Μίκη. Μέχρι που μας πήρανε χαμπάρι κι έγινε της Πόπης. Έτσι κατέληξα στο Κιλκίς, στα καζάνια και στις καλλιόπες, κι έτσι γνώρισα τον Ρόκο τον ανάδελφο.

Χαμάλη, πάω για φωτογράφηση στα πομακοχώρια, του λέω απ’ το τηλέφωνο, είσαι; Μέσα! μου απαντά, γιατί αν σ’ αφήσω μόνο σου θα μου τους βγάλεις Τουρκόσπορους! Παράτησε το κεραμικό του ημιτελές, όπως έκανε και τότε που τον ξεσήκωσα να πάμε στο Καράντερε και, ραντεβού στη Θεσσαλονίκη.

Μέχρι την Ξάνθη, προκειμένου ν’ αρπαχτούμε με αφορμή την (άνανδρη κατ’ εμέ) εξόντωση όλου του ανδρικού πληθυσμού της Περσέπολης από τον Αλέξανδρο, τον επιλεγόμενο Μέγα,  εξαντλήσαμε το μισό ρεπερτόριο του Θεοδωράκη και είπαμε ν’ αφήσουμε το άλλο μισό για την επιστροφή.

- Λοιπόν, Χαμάλη, έχουμε και λέμε: Οι Πομάκοι αριθμούν περί τους τριακόσιους πενήντα χιλιάδες και τα χωριά τους είναι, στην πλειοψηφία τους, από αιώνες διάσπαρτα στην ανατολική  Ροδόπη. Κι επειδή η Ροδόπη, στο μεγαλύτερο μέρος της, είναι σήμερα τμήμα του βουλγάρικου εδάφους, μόνο οι τριάντα πέντε χιλιάδες εκ του συνόλου των Πομάκων κατοικούν προγονόθεν σ’ ελληνικό έδαφος. Τα δε περισσότερα απ τα χωριά τους, με κεφαλοχώρι τον Εχίνο, βρίσκονται στο νομό της Ξάνθης. Συμφωνείς;

- Δεν έχω λόγο να διαφωνώ, ρε Λούστρο, αλλά αυτό δεν αναιρεί την ελληνικότητά τους!

- Δεν είπα ‘γω κάτι τέτοιο.

- Δεν τό ’πες ακόμα αλλά έτσι που το πας θα μου τους βγάλεις Βούλγαρους!

- Αυτό λέγεται προκατάληψη, Χαμάλη!

Ο ΚΕΝΤΑΥΡΟΣ 

Ένας γέροντας Πομάκος μου κάνει νόημα να σταματήσω. Πού να σε πάμε, μπάρμπα; Στον Κένταυρο πάω, στο χωριό μου, αφήστε με στη στροφή και μετά θα περπατήσω ίσαμε κει. Στην αρχή ήταν επιφυλακτικός αλλά σε λίγο ξεθάρρεψε και η γλώσσα του άρχισε να λύνεται. Τώρα ναι, μου απαντά, έχουμε και σχολεία, που τα λένε μειονοτικά, και κει τα παιδιά μας μαθαίνουν τα ελληνικά και τα τούρκικα γράμματα. Πομάκικα, θες να πεις, μπάρμπα, πετιέται ο Πάρις. Ναι, αυτό θέλω να πω. Και σε ποια γλώσσα τα γράφουν; Στα ελληνικά και στ’ άλλα, τα λατινικά που λένε. Και λεξικό έχουμε, και γραμματική και τ’ άλλο με τις ιστορίες των κρατών, έχουμε. Μερικά παιδιά έχουν φτάσει μέχρι και στο Πανεπιστήμιο, δημοσιογράφοι είστε; Όχι ακριβώς, εγώ είμαι φωτογράφος κι ο φίλος μου γλύπτης. Και γιατί τον φωνάζεις «χαμάλη», αν επιτρέπεται; Γιατί όταν δεν έχει έμπνευση κουβαλάει τα γλυπτά του από τον έναν πάγκο στον άλλο. Ευτυχώς, δεν με ρώτησε τι σημαίνει «έμπνευση».

Τον αφήνουμε στο ξέφωτο που κάνει χρέη κεντρικής πλατείας του Κένταυρου, όπου και το απαραίτητο καφενείο. Σ’ αυτό το έξοχο σκηνικό με τα δίπατα και τρίπατα σπίτια και τα στενά σοκάκια, ο ήλιος δημιουργεί  εξαιρετικά κοντράστ για χάρη του φωτογραφικού μου οίστρου. Οι Πομάκοι όμως αποστρέφονται τη φωτογράφηση. Και κυρίως οι Πομάκες. Όταν ξεμυτίζει κάποια απ’ αυτές και κάνω να σηκώσω  το φακό, μ’ έχει ήδη αντιληφθεί κι έτσι δεν βλέπω παρά την πλάτη της. Ή την άκρη τού μέχρι τους αστράγαλους φουστανιού της καθώς στρίβει στη γωνία.

Είναι μάλλον θρησκευτικό το ζήτημα, μου λέει ο Πάρις και, πάνω ‘κει, ποιος είσαι συ; μου φωνάζει σε τόνο προδήλως επιθετικό κάποιος από την παρέα που κάθεται στο τραπεζάκι, έξω απ τον καφενέ. Εγώ είμαι κάποιος Κώστας, του απαντώ, εσύ ποιος είσαι; Κάτι άλλο θα περίμενε ν’ ακούσει και προς στιγμή τα χάνει. Να μη σε νοιάζει ποιος είμαι ‘γω! γιατί τραβάς φωτογραφίες; Για τον ίδιο λόγο που εσύ παίζεις τάβλι, τι πρόβλημα έχεις; Στο χωριό μας απαγορεύεται να τραβάς! Στη χώρα μου πάντως επιτρέπεται, ή μήπως βγήκα έξω απ τα σύνορα της και δεν τό ‘χω καταλάβει; του την πέφτει ζοχαδιασμένος ο Πάρις ο οποίος είναι, εν γένει, υποδειγματική περίπτωση ευγένειας και πραότητας (εκτός από τις περιπτώσεις που αμφισβητώ τα κίνητρα που ώθησαν τον Φίλιππο και, στη συνέχεια, το χαϊδεμένο βλαστάρι της Ολυμπιάδας στο να...).


Το περί ού ο λόγος περιστατικό, πάντως, είναι απ αυτά που συνηθίζουμε να θεωρούμε μεμονωμένα αφού, την ίδια στιγμή, κάποιοι απ την παρέα του ψευτόμαγκα μας έκαναν νοήματα που αποκωδικοποιημένα σημαίνουν: μην του δίνετε σημασία του μαλάκα, τά ‘χει κοπανήσει.   

ΣΤΟΝ ΕΧΙΝΟ

Μύκη, Κύκνος και Ωραίον. Ονόματα χωριών που, δεν γίνεται, πρέπει να τα δούμε. Χτισμένα στ’ απότομα πρανή της Ροδόπης κι άλλοτε δίπλα σε ζωοδότρες ρεματιές. Φτελιές και βελανιδιές είναι τα πολύτιμα στολίδια κι η ανασαιμιά τους. Αναρίθμητα στενόχωρα καπνοχώραφα χαραγμένα οπουδήποτε κι άλλα, λιγότερα αυτά, για την πατάτα και το καλαμπόκι. Αίγες νευρικές χωρίς ίχνος ιλίγγου ν’ ακροπατούν στα κατσάβραχα.   Τώρα, μια ολοκαίνουργια άσφαλτος μάς πάει παντού.

Κι ακόμα, δεν είναι ψευδαίσθηση, τα πομακοχώρια είναι απείρως καθαρότερα απ’ όσο στο κοντινό παρελθόν. Διότι, πέρα από το, τοις πάση γνωστό, πάθος μου για τους χωματόδρομους, οφείλω να παραδεχτώ πως η άσφαλτος έδωσε τη δυνατότητα και στην αποκομιδή. Όπερ σημαίνει πως οι σκουπιδόλοφοι του κοντινού παρελθόντος δεν συνιστούσαν πολιτισμικό χόμπυ των Πομάκων, όπως ισχυρίζονται ορισμένοι κακοήθεις. Αρκετά από τα παλιά ετοιμόρροπα σπίτια έχουν αναστηλωθεί χωρίς να διαταράξουν την αισθητική της πατροπαράδοτης αρχιτεκτονικής. Είναι και κάτι άλλα όμως, καινούργια, άσ’ τα να πάνε! μπετόν και πλαστικούρα του κερατά! Είναι αισθητό πάντως πως οι Πομάκοι κάνουν τα πρώτα τους ανοίγματα προς την πολιτειακή ενσωμάτωση διατηρώντας, σχεδόν στο ακέραιο, τα πολιτισμικά τους χαρακτηριστικά. Και μ’ αρέσει αυτό αφού η πολυπολιτισμικότητα, ανοιχτός ανθώνας της Γης, είναι αυτό ακριβώς που την ομορφαίνει.  

Ολισθαίνοντας από την κουβέντα περί πολιτισμικής προκατάληψης ορισμένων ανεγκέφαλων συνελλήνων μας απέναντι στους Πομάκους, ο Πάρις φτάνει στο...

- Λοιπόν, Λούστρο, πρέπει να ξέρεις πως αυτοί που βγήκαν μετά βαΐων και κλάδων για να υποδεχτούν τον Μεγαλέξανδρο στην Περσέπολη δεν ήταν Πέρσες, όπως ισχυρίζεσαι, αλλά Μακεδόνες αιχμάλωτοι των Περσών, τραυματίες, ακρωτηριασμένοι, τυφλωμένοι και τέτοια. Αυτά είδε ο Αλέξανδρος και τα πήρε στο κρανίο.

- Κι ήταν λόγος αυτός, ρε Χαμάλη, να ξεπαστρέψει όλο τον ανδρικό πληθυσμό, ν’ αρπάξει το θησαυρό τους και να κάψει το παλάτι τους;

- Αυτά τα γράφει ο Ντρόϋζεν, Λούστρο, και δεν ξέρω κατά πόσο είναι αξιόπιστος.

- Αν θες να μάθεις, του λέω, ο Ντρόϋζεν στηρίχτηκε κυρίως στον Αρριανό.

- ‘Ντάξει, δεν επιδοκιμάζω την ομαδική σφαγή αλλά, έλα στη θέση του Αλέξανδρου!

- Μα τι λες τώρα, είναι σα να μου ζητάς να σκεφτώ σαν Μπους απέναντι στους άμαχους Αφγανούς, γίνεται; δεν γίνεται!  

- Αυτό λέγεται διαστρέβλωση της Ιστορίας μας, Λούστρο!

- Κι εγώ σου λέω πως λέγεται απόπειρα προσέγγισης του ιστορικού γίγνεσθαι χωρίς εθνοκεντρικές αγκυλώσεις, Χαμάλη!

- Διανοουμενίστικες ακροβασίες! πρόσεχε, θα σκοτώσεις τον άνθρωπο!

Ο Πομάκος που διέσχιζε εκείνη τη στιγμή το δρόμο με το βόδι του ποσώς κινδύνευε από την οδήγησή μου. Απλώς, ο κολλητός μου ήθελε λίγο χρόνο για να στοχαστεί πάνω στα επιχειρήματά μου. Με την ελπίδα να τ’ ανατρέψει.

Μέχρι τον Εχίνο μουρμούριζα το «Τι ωραία που είναι η αγάπη μου με το καθημερνό της φόρεμα» μπας και τον παρασύρω σε άλλο οίστρο αλλά δεν τα κατάφερα. Ευτυχώς που δεν μου ξανάπε για πολλοστή φορά πως «κι ο μέγας δημοκράτης, ο Περικλής, στηρίχτηκε στους δούλους για να χτίσει τον Παρθενώνα» γιατί θα τσαντιζόμουνα πολύ. Μα πάρα πολύ!

ΠΕΡΙ ΑΓΡΙΩΝ ΚΑΙ ΑΓΡΙΑΝΩΝ

«Εσείς μας λέτε άγριους», λέει χότζας που φέρει ένα τυλιγμένο με άσπρο μαντήλι φέσι κι ένα βλέμμα γαλάζιο σαν ασύννεφος ουρανός. Δε νομίζω πως  έχεις δίκιο σεβασμιότατε, του λέω παίρνοντας το πιο σεμνό μου,  ποτέ δεν άκουσα κάτι τέτοιο.

Καθόμαστε στο ίδιο καφενείο του Εχίνου πού ’χα καθίσει και τα Χριστούγεννα του ‘Ενενηνταπέντε. Ο λεβέντης που το διαχειρίζεται με θυμήθηκε. Ίσως να φορούσα και τότε το ίδιο καπέλο, ποιος ξέρει. Αγριάνες, εννοείς γέροντα, του λέει ο Πάρις. Ε, το ίδιο δεν είναι; Δεν είναι το ίδιο γέροντα, οι Αγριάνες ήταν μια αρχαία θρακική φυλή που συμμάχησε  με το Μεγαλέξανδρο στην εκστρατεία του για τον εκπολιτισμό της Ανατολής. Ήταν σπουδαίοι ακοντιστές, ψηλοί, ξανθοί κι ωραίοι, σαν και σας τους Πομάκους.

Πάλι στον Αλέξανδρο, το γυρίζει, επωφελούμενος από το γεγονός ότι δεν θα του την πέσω μπροστά στον μπάρμπα, για να προωθήσει τη μακεδονοκεντρική άποψή του. Χώρια τα παραμύθια περί ψηλών και ξανθών Αγριάνων που βγάζει από το κεφάλι του για να ενισχύσει τη γονιδιακή εκδοχή της συγγένειας των Πομάκων με τους Αγριάνες. Να του πω τώρα πως οι Πομάκοι είναι τουρκογενείς για να του τη σπάσω;

Τι καπνό φουμάρεις; με ρωτά ο γαλανομάτης χότζας δείχνοντας το τσιμπούκι μου. Είναι ένα χαρμάνι από δυο-τρεις που δεν στους ονοματίζω για να μην εκληφθεί ως γκρίζα διαφήμιση, του λέω. Να, πάρε απ τον δικό μας, τον πομάκικο, είναι «μπασμάς», ο καλύτερος! Και μου δίνει το σακούλι του. Ευχαριστώ, σεβασμιότατε, θα πάρω μια γέμιση για δοκιμή. Σιγά μην πω όχι σ’ έναν τόσο σπάνιο καπνό! Φόρτωσα το τσιμπούκι και άναψα. Έχει δίκιο. Είναι εξαιρετικός! Πάρ’ το όλο για το δρόμο. Το πήρα. Κρίμα που δεν υπάρχει στο ελεύθερο εμπόριο!


Περιφερόμαστε στους μαχαλάδες του Εχίνου. Έχω μια σαφή και αμετάκλητη αισθητική προτίμηση στα ερείπια και στα ερειπωμένα. Δεν γουστάρω τα νεόχτιστα, ρε Χαμάλη, είναι ψυχρά, απρόσωπα και χωρίς Ιστορία. Μ’ αρέσουν οι ανθρώπων φωλιές που η ύπαρξη της μιας ζωογονεί την ύπαρξη της άλλης. Και θέλω τα πομακοχώρια να μοιάζουν με τον εαυτό τους. Κάτσε τώρα στο πεζούλι κι άνοιξε την εφημερίδα. Εγώ θά ‘μαι  μέσα στο αυτοκίνητο με το μάτι στο βιζέρ κι όταν δεις καμιά Πομάκα νά ‘ρχεται, από την πάνω γωνία, γύρισε σελίδα, για να καταλάβω. Αλλιώς δεν βλέπω πώς θα γυρίσω στην Αθήνα χωρίς ν’ απαθανατίσω έστω και μία Πομάκα. 


Μετήλθα και άλλων «αθέμιτων» μέσων, τ’ ομολογώ. Για παράδειγμα, ακούμπησα τη φωτογραφική πάνω στο τραπέζι του μαναβοκαφενέ της Σμίνθης , δίπλα στον φραπέ μου,  με το φακό στραμμένο στο «στόχο»  και το δάχτυλό στη «σκανδάλη» όσο εκείνη να συνηθίσει στην παρουσία μας και ξανααπορροφηθεί στα βελονάκια της. Σκατοεπάγγελμα!


ΙΝΤΕΡΜΕΔΙΟ

Πώς να μην γράψω για την Ξάνθη έστω και λίγες λέξεις; Είναι από τις ωραιότερες ελληνικές πόλεις πού ‘χω περπατήσει. Απ αυτές που θα μπορούσα να ζήσω μόνιμα. Και μιλώ κυρίως για την παλιά πόλη. Ένα ανυπέρβλητο σκηνικό! Ένα ταξίδι πίσω στο χρόνο, σε εποχές που δεν τις δυνάστευε το πλαστικό, το οπλισμένο σκυρόδεμα και τα κινητά αποβλακωτήρια. Μια τέλεια αρμονία δομικών μορφών, τόσο διαφορετικών και τόσο δεμένων μεταξύ τους. Δρόμοι και καλντερίμια πλακόστρωτα για μια κυκλοφορία στα μέτρα του ανθρώπου. Ναι, συνυπολογίζοντας και μερικά ανθρώπου έργα, η χώρα μου είναι όμορφη. Πολύ όμορφη!

Καλό κρασί χύμα, και μεζεκλίκια απ’ όλα. Είμαστε σ’ ένα από τα πλέον αυθεντικά ταβερνάκια της παλιάς πόλης και κατά τα φαινόμενα δεν πρόκειται να διαξιφιστούμε απόψε για την υποτιθέμενη πολιτισμική εκστρατεία του Αλέξανδρου. 

Έχουμε και λέμε: Ανοιχτόχρωμο δέρμα, ξανθοί οι περισσότεροι  και με γαλανά, συνήθως, μάτια, ίσον: Αρία, Ινδοευρωπαϊκή φυλή. Άρα, ουδεμία κοινή φυλετική καταγωγή με Σελτζούκους, και Τουρκμάνους, παμ’ παρακάτω: Οι Πομάκοι μέχρι τον δέκατο πέμπτο αιώνα ήσαν χριστιανοί. Εξισλαμίστηκαν, και μάλιστα όχι και τόσο ειρηνικά (για να μην μπούμε σε ανατριχιαστικές λεπτομέρειες και προκαλέσουμε ψυχικά τραύματα στους φιλήσυχους γείτονές μας) ανάμεσα στον δέκατο πέμπτο και δέκατο έβδομο αιώνα. Κι όμως, οι σημερινοί Τούρκοι,  παρά τον κοσμικό χαρακτήρα του Κεμαλικού νεοτουρκικού έθνους, τους διεκδικούν στηριζόμενοι, κυρίως, αν όχι μόνο, στη θρησκεία τους. Οι θρησκείες όμως δεν είναι απαραίτητο συστατικό της εθνικής ταυτότητας ενός ατόμου ή ενός συνόλου.  Άρα, βγάλε τους Τούρκους έξω απ το λογαριασμό.

- Μισό κιλό παρακαλώ!

- Έφτασεεεε!

Παμ’ παρακάτω: Οι Βούλγαροι τους διεκδικούν ως Βούλγαρους στηριζόμενοι σε γλωσσικά χαρακτηριστικά. Κατά τη γνώμη τους, και γιατί όχι;  το εξήντα τοις εκατό της πομάκικης γλώσσας είναι σλαβογενές. E και; Μ’ αυτή τη λογική ο Μπλερ, και μάλιστα δεδομένης της αμφισβητούμενης σοβαρότητάς του, θά ‘πρεπε να  διεκδικήσει όλη τη Βόρεια Αμερική, την Αυστραλία και το μισό Καναδά.

Δεν χωρά αμφισβήτηση για το ότι η πομάκικη γλώσσα είναι αποτέλεσμα συγχώνευσης γλωσσικών στοιχείων της ελληνικής, της σλαβικής και, τελευταία, της τούρκικης. Και μάλιστα με τη χρονική σειρά που σου ανέφερα. Μέχρι πρόσφατα δεν την έγραφαν διότι δεν υπήρχε γραπτός λόγος για την απόδοση των πομάκικων  φθόγγων. Αν πρόσεξες, στις παλιές ταφόπλακες χρησιμοποιούν αραβικά στοιχεία.

- Μία γαύρους ακόμη, παρακαλώ!

- Έφτασεεε!

- Άρα;

- Άρα, ούτε η γλώσσα από μόνη έχει αποφασιστική σημασία για την εθνική ταυτότητα.

Οι Έλληνες τους διεκδικούν ισχυριζόμενοι ότι κατάγονται από την αρχαία θρακική φυλή των Αγριάνων η οποία, ως προς τη γλώσσα και τη θρησκεία της,  εξελληνίστηκε κατά την περίοδο της ίδρυσης και ανάπτυξης των ελληνικών αποικιών στις θρακικές παραλίες. Ορισμένες, μάλιστα, τοπωνυμίες, όπως «Αχριάν μαχαλεσή» ή «Αχριάν Πουρναρή», συνηγορούν υπέρ αυτής της εκδοχής. Ε, και; Ας δεχτούμε ότι οι Πομάκοι ντιενεϊκώς είναι απόγονοι των Αγριάνων, ή και των αρχαίων Μακεδόνων, αν θέλεις. Είναι όμως αυτό αποφασιστικής σημασίας για την εθνική τους ταυτότητα;

- Αν είναι απόγονοι των αρχαίων Μακεδόνων, Λούστρο...

- Δεν σημαίνει τίποτα, Χαμάλη. Είσαι σίγουρος για το μπαμπά σου, για τον παππού ή για τον προπάππου σου; Όχι. Κι όμως είσαι Έλλην, όπως κι εγώ, παρ’ όλο που διαθέτω φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά που προσιδιάζουν σε κείνα της καθ’ όλα συμπαθούς φυλής των Ρομά. Άρα; Άρα, η εθνική μας ταυτότητα είναι μια ρευστή έννοια που έχει να κάνει με το σύνολο των βασικών  πολιτισμικών χαρακτηριστικών μας και, κατ’ αναλογία, με την ιδιοσυγκρασία και τον ψυχισμό μας. Δεν είναι τυχαίο το ότι δεν μπορεί να ταυτιστεί η εθνική με την κρατική οντότητα. Άρα; Άρα οι Πομάκοι, ως προς την εθνικότητά  τους,  είναι Πομάκοι και είναι συνάμα Έλληνες πολίτες με τα ίδια δικαιώματα και υποχρεώσεις που έχεις εσύ και ‘γω. Πώς λέμε Αμερικάνος ελληνικής καταγωγής;

- Νομίζω πως αυτή τη φορά δεν θα διαφωνήσουμε, Λούστρο!


- Το λογαριασμό, παρακαλώ!

- Έφτασεεε!

ΜΙΑ ΠΕΤΡΙΑ ΑΠ ΤΑ ΣΥΝΟΡΑ

Άνω, Μέσες, και Κάτω Θέρμες. Περισσότερα καινούργια κτίσματα εδώ και περισσότερα μαγαζιά. Είναι οι θερμές πηγές, ιαματικές λένε, που έλκουν κόσμο και κοσμάκη που πάσχει από αρθριτικά και δεν ξέρω τι άλλο. Έτσι κι αλλιώς δεν μας αφορά. Εδώ η πομάκικη ιδιαιτερότητα έχει εκπνεύσει. 

 Μέδουσα, Κοτάνη: μια πετριά από τα σύνορα. Το ‘Ενενηνταπέντε ήταν ένας άθλος το να φτάσω μέχρι τη Μέδουσα με το τέσσερα επί τέσσερα. Τώρα ο δρόμος μέχρι και την Κοτάνη διατρέχεται και με πατίνι.

Επιτέλους, να δυο Πομάκες που δεν κρύφτηκαν όταν μας είδαν. Ίσως γιατί η Μέδουσα μοιάζει παντέρμη από ανθρώπινα όντα και κανείς αρσενικός Πομάκος δεν μας βλέπει αυτή τη στιγμή. Ίσως γιατί ζουν μόνιμα στην Ξάνθη, έστω φορώντας το τεστεμέλ, το άσπρο μαντήλι με τα μπρούτζινα «φλουριά» που καλύπτει την κεφαλή. Εδώ, λέει η μια δείχνοντας ένα υπέροχο ερείπιο, ήταν το σχολείο μας. Και τα παιδιά μας εδώ έβγαλαν το Δημοτικό. Τώρα ρήμαξε κι αυτό γιατί όλοι σχεδόν οι Μεδουσιώτες έχουμε κατέβει στην Ξάνθη. Εκείνο εκεί που βλέπετε είναι το πατρικό μας, ρημάζει όμως κι αυτό σιγά σιγά.

- Να μην το πουλήσετε, κορίτσια, να το αναστηλώσετε, σε λίγα χρόνια θά ’χει πολύ μεγάλη αξία. Θα γίνει ένας τουριστικός ξενώνας που θα προικίσει και τα δισέγγονά σας.

- Λέτε;  

- Πρόσεξες, Λούστρο, ότι δεν αντέδρασαν αρνητικά όταν τις αποκάλεσα «κορίτσια»;

- Εσύ, Χαμάλη, πρόσεξες ότι σ’ αυτό το σχεδόν εγκαταλειμμένο  χωριό συναντήσαμε τρεις, τουλάχιστον, ολοκαίνουργιες μπεεμβέ με γερμανικές πινακίδες; Πομάκοι στις φάμπρικες του Ντίσελντορφ! Δεν αποκλείεται κάποια απ αυτές τις μερσεντές ν’ ανήκει στο Ρόκο τον Ανάδελφο, ξέρεις για ποιον σου μιλάω ε;

- Μ’ έχεις πρήξει εδώ και σαράντα χρόνια μ’ αυτόν τον Ρόκο τον Ανάδελφο, Λούστρο! 

Κίδαρι, Διάσπαρτο, Μελίβοια, Αϊμόνι, Πάχνη. Σταματάμε μπροστά στο καφενείο που λιάζεται ένας κάποιας ηλικίας ροδομάγουλος αυτόχθων. Από πού έρχεστε; Μην τα ρωτάς, έχουμε γυρίσει σχεδόν όλα τα πομακοχώρια. Ε, τότε περάστε να πιείτε έναν καφέ να ξαποστάσετε. Περάσαμε. Και κολλήσαμε για τα καλά. Πόσο με κάνεις, δηλαδή; Εξηντάρη, του απαντώ. Βάζει τα γέλια. Έχω περάσει τα εβδομήντα. Έχω πέντε γιους, οι τέσσερις βγήκαν δάσκαλοι, ο πέμπτος δικηγόρος. Στην Ξάνθη είναι το γραφείο του, να σου δώσω και την κάρτα του... Άσ’ το κυρ Μουσταφά, στην Αθήνα έχω ένα σωρό φίλους δικηγόρους και μακάρι να μην τους ξαναχρειαστώ ποτέ. Δεν μας άφησε να πληρώσουμε τους καφέδες.

Κοτύλη, Δημάρι... Μην αγχώνεσαι, ρε Λούστρο, άραξε!
http://www.zyrinis.gr/content/%CF%84%CF%89%CE%BD-%CF%80%CE%BF%CE%BC%CE%B1%CE%BA%CF%89%CE%BD-%CE%BF%CE%B9-%CE%BA%CE%BF%CE%B9%CE%BD%CE%BF%CF%84%CE%B7%CF%84%CE%B5%CF%83