Το άλμπατρος
Πολλές φορές οι ναυτικοί, την ώρα να περνάνε,
πιάνουνε τ΄ άλμπατρος – πουλιά της θάλασσας τρανά-
που ράθυμα, σαν σύντροφοι του ταξιδιού, ακολουθάνε
το πλοίο που μες στα βάραθρα γλιστράει, τα πικρά.
Μα μόλις σκλαβωμένα εκεί στην κουπαστή τα δέσουν,
οι βασιλιάδες τ΄ ουρανού, σκυφτοί κι άχαροι πια,
τ΄ άσπρα μεγάλα τους φτερά τ΄ αφήνουνε να πέσουν
και στα πλευρά τους θλιβερά να σέρνονται κουπιά.
Αυτά που ΄ναι τόσο όμορφα, τα σύννεφα όταν σκίζουν,
πως είναι τώρα κωμικά κι άσχημα και δειλά!
Άλλοι με πίπες αναφτές τα ράμφη τους κεντρίζουν,
κι άλλοι πηδάνε σαν κουτσοί, κοροϊδευτικά.
Μ΄ αυτούς τους νεφοπρίγκιπες κι ο Ποιητής πώς μοιάζει!
Δεν σκιάζεται τις σαϊτιές, τις θύελλες αψηφά
μα ξένος μες στον κόσμο αυτόν που γύρω του χουγιάζει,
σκοντάφτει απ΄ τα γιγάντια του φτερά σαν περπατά.
L’albatros του Μπωντλαίρ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου