Το περίφημο ποίημα "Αν" του R.Kipling και η παρωδία του από τον Κ.Βάρναλη
ΤΟ ΓΝΩΣΤΟ ΠΟΙΗΜΑ ΤΟΥ KIPLING ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΑΓΑΠΗΜΕΝΟ ΤΟΥ ΑΝΤΩΝΑΚΗ.ΟΛΟΙ ΓΝΩΡΙΖΟΥΜΕ ΤΙ ΕΠΙΡΡΟΗ ΕΧΕΙ ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ ΠΟΥ ΑΓΑΠΗΣΑΜΕ ΣΤΗΝ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΚΑΙ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗ ΤΗΣ ΨΥΧΟΣΥΝΘΕΣΗΣ ΜΑΣ.
Ενώ πολλοί θεωρούν πως ποιήματά του όπως το «The White Man's Burden» αποτελούν κατάφωρη υπεράσπιση του ιμπεριαλισμού, άλλοι διακρίνουν σε αυτά ειρωνεία και προειδοποιήσεις για τους κινδύνους του ιμπεριαλισμού.
Η πρώτη δεκαετία του 20ού αι. βρήκε τον Kipling στο απόγειο της επιτυχίας του. Αποκαλούμενος Ποιητής της Αυτοκρατορίας, με το ξέσπασμα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου έγραφε ενθουσιώδη φυλλάδια που υποστήριζαν τη θέση της Αγγλίας στον Πόλεμο, ενώ στην μάχη του Loos έχασε τον μοναχογιό του John Kipling, κάτι που τον σημάδεψε βαθιά. Συνέχισε να γράφει, με πιο χαλαρό ρυθμό, μέχρι τη δεκαετία του 1930.
Στις 18 Ιανουαρίου του 1936 ο Rudyard Kipling άφησε την τελευταία του πνοή, σε ηλικία 70 ετών.
"Αν" του Rudyard Kipling (Μετάφρ. Νίκου Καρβούνη)
Αν να κρατάς καλά μπορείς το λογικό σου, όταν τριγύρω σου όλοι τάχουν χαμένα και σ' εσέ της ταραχής των ρίχνουν την αιτία. Αν να εμπιστεύεσαι μπορείς τον ίδιο τον εαυτό σου, όταν ο κόσμος δεν σε πιστεύει κι αν μπορείς να του σχωρνάς αυτή τη δυσπιστία. Να περιμένεις αν μπορείς δίχως να χάνεις την υπομονή σου. Κι αν άλλοι σε συκοφαντούν, να μην καταδεχθείς ποτέ το ψέμα, κι αν σε μισούν, εσύ ποτέ σε μίσος ταπεινό να μην ξεπέσεις, μα να μην κάνεις τον καλό ή τον πολύ σοφό στα λόγια.Παρωδία του «Αν» από τον Κώστα Βάρναλη
Αν να ονειρεύεσαι μπορείς, και να μην είσαι δούλος των ονείρων αν να στοχάζεσαι μπορείς, δίχως να γίνει ο στοχασμός σκοπός σου, αν ν’ αντικρίζεις σου βαστά το θρίαμβο και τη συμφορά παρόμοια κι όμοια να φέρνεσαι σ’ αυτούς τους δυο τυραννικούς απατεώνες, αν σου βαστά η ψυχή ν’ ακούς όποιαν αλήθεια εσύ είχες ειπωμένη, παραλλαγμένη απ’ τους κακούς, για νάναι για τους άμυαλους παγίδα, ή συντριμμένα να θωρείς όσα σου έχουν ρουφήξει τη ζωή σου και πάλι να ξαναρχινάς να χτίζεις μ’ εργαλεία πούναι φθαρμένα.
Αν όσα απόχτησες μπορείς σ' ένα σωρό μαζί να τα μαζέψεις και δίχως φόβο, μονομιάς κορόνα ή γράμματα όλα να τα παίξεις και να τα χάσεις και απ’ αρχής, ατράνταχτος να ξεκινήσεις πάλι και να μη βγάλεις και μιλιά ποτέ γι’ αυτόν τον ξαφνικό χαμό σου. Αν νεύρα και καρδιά μπορείς και σπλάχνα και μυαλό και όλα να τα σφίξεις να σε δουλέψουν ξαναρχής, κι ας είναι από πολύ καιρό σωσμένα και να κρατιέσαι πάντα ορθός, όταν δε σούχει τίποτε απομείνει παρά μονάχα η θέληση, κράζοντας σ’ όλα αυτά: «ΒΑΣΤΑΤΕ».
Αν με τα πλήθη να μιλάς μπορείς και να κρατάς την αρετή σου, με βασιλιάδες να γυρνάς δίχως απ’ τους μικρούς να ξεμακρύνεις. Αν μήτε φίλοι, μήτ’ εχθροί μπορούνε πια ποτέ να πειράξουν, όλο τον κόσμο αν αγαπάς, μα και ποτέ πάρα πολύ κανένα. Αν του θυμού σου τις στιγμές που φαίνεται αδυσώπητη η ψυχή σου, μπορείς ν’ αφήσεις να διαβούν την πρώτη ξαναβρίσκοντας γαλήνη, δική σου θάναι τότε η Γη, μ’ όσα και μ’ ό,τι απάνω της κι αν έχει και κάτι ακόμα πιο πολύ: Άνδρας αληθινός θάσαι παιδί μου.
Αν ημπορείς την παλαβή να κάνεις, όταν οι άλλοι σου κάνουνε το γνωστικό κι όλοι σε λένε φταίχτη, αν δεν πιστεύεις τίποτα κι άλλοι δε σε πιστεύουν, αν τα δικά σου συχωρνάς, μα τίποτα των άλλων, κι αν το κακό που ’τοίμασες, ποτέ δεν αναβάλλεις, κι αν όσα ψέματα σου λεν με πιότερα απανταίνεις, κι αν να μισείς ευφραίνεσαι κι όσους δε σε μισούνε κι αν πάντα τον πολύξερο και τον καλόνε κάνεις.
Αν περπατάς με την κοιλιά κι ονείρατα δεν κάνεις κι αν να στοχάζεσαι μπορείς μονάχα το ιντερέσο, το νικημένο αν παρατάς και πάντα διπλαρώνεις το νικητή, μα και τους δυο ξετσίπωτα προδίνεις, αν ο τι γράφεις κι ό,τι λες, το ξαναλέν κ' οι άλλοι γι' αληθινό- να παγιδεύουν τον κουτό κοσμάκη, αν λόγια κ' έργα σου καπνόν ο δυνατός αέρας τα διαβολοσκορπά και συ ξαναμολάς καινούριον.
Αν όσα κέρδισες μπορείς να τα πληθαίνεις πάντα και την πατρίδα σου κορώνα γράμματα να παίζεις, κι αν να πλερώνεις την πεντάρα που χρωστάς αρνιέσαι και μόνο να πληρώνεσαι σωστό και δίκιο το ' χεις, αν η καρδιά, τα νεύρα σου κι ο νους σου εν αμαρτίαις γεράσανε κι όμως εσύ τα στύβεις ν' αποδίδουν, αν στέκεις πάντα δίβουλος και πάντα σου σκυμμένος κι αν όταν φωνάζουν οι άλλοι «εμπρός»! εσύ φωνάζεις «πίσω»!
Αν στην πλεμπάγια να μιλάει αρνιέται η αρετή σου κι όταν ζυγώνεις δυνατούς, στα δυο λυγάς τη μέση κι αν μήτε φίλους μήτε εχθρούς ποτέ σου λογαριάζεις και κάνεις πως τους αγαπάς, αλλά ποτέ κανέναν, αν δεν αφήνεις ευκαιρία κάπου να κακοβάνεις και μόνο, αν κάνεις το κακό, η ψυχή σου γαληνεύει, δικιά σου θάναι τούτ' η Γης μ' όλα τα κάλλη πού χει κ' έξοχος θάσαι κύριος, αλλ’ Άνθρωπος δε θάσαι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου