Δευτέρα 16 Μαΐου 2016

Η τριπλή παγίδα - του Τάσου Παππά



Εγώ πιστεύω ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι σαν τον ναυαγοσώστη που πήδηξε πρώτος εν μέσω καταιγίδας να σώσει έναν που πνίγεται.Ο ελληνικός λαός γαντζώθηκε πάνω του και δεν θα τον αφήσει αν δεν τον βγάλει στην στεριά η τον τραβήξει μαζί του στο βυθό.

Όσο για την αντιπολίτευση υποτιμούν την νοημοσύνη των ψηφοφόρων....βλέποντας τον Κυριάκο και την Φώφη καταλαβαίνω το γιατί.
...φυσικό είναι στην αντιπολίτευση με το μυαλό που κουβαλάνε να μην έχουν χωνέψει τι έγινε στις εκλογές του Σεπτεμβρίου αφού τις έσβησαν(τις εκλογές) από την μνήμη τους.

  • ...υπήρχαν περιπτώσεις που η γενναία αυτοκριτική ήταν επιβεβλημένη και θα μπορούσε να αποβεί και λυτρωτική για τους ίδιους και τα κόμματά τους
  • Χαρακτηριστικότερες ήταν αυτές του Ανδρέα Παπανδρέου και του Κώστα Καραμανλή. Ο πρώτος είχε υποσχεθεί ακόμη και σοσιαλιστικό μετασχηματισμό και ο δεύτερος φιλοδοξούσε να συνδέσει το όνομά του με την επανίδρυση του κράτους.
  • Στην αντιπολίτευση και στη μιντιακή ελίτ ακόμη δεν έχουν χωνέψει πώς ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε τις εκλογές του Σεπτεμβρίου. 
  • Αντί για συντριβή, πήρε παράταση ζωής. Επειδή δεν επιτρέπεται να πουν ότι οι ψηφοφόροι είναι ηλίθιοι, ψάχνουν ακόμη τις αιτίες. Ας κοιτάξουν λίγο πιο προσεκτικά τη διαδρομή τους και τα πεπραγμένα τους και ενδεχομένως να βγάλουν συμπέρασμα γιατί οι πολίτες έδωσαν μια δεύτερη ευκαιρία στην Αριστερά που πορεύτηκε με αυταπάτες.



Γράφει ο Τάσος Παππάς στην Εφημερίδα των Συντακτών


«Μπορείτε να μας κατηγορήσετε ότι είχαμε αυταπάτες, όχι όμως ότι είπαμε ψέματα» είπε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας στην ομιλία του στη Βουλή απευθυνόμενος στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ο οποίος έχει κάνει ψωμοτύρι τις καταγγελίες για τον ψεύτη Τσίπρα και για τη μεθοδευμένη εξαπάτηση του λαού από τον ΣΥΡΙΖΑ. Για τους αντιπάλους του Τσίπρα αυτή η φράση αποδεικνύει, πέραν πάσης αμφιβολίας, ότι τη χώρα διοικεί μια συμμορία αδίστακτων που έχει επικεφαλής έναν επικίνδυνο δημαγωγό.

Και γι’ αυτό ζητούν, εσχάτως όχι με το πάθος που το έκαναν μέχρι τώρα, να παραιτηθεί και να οδηγήσει τη χώρα σε εκλογές προκειμένου να έρθει στην εξουσία ένα κόμμα που ισχυρίζεται πως έχει υπογράψει συμβόλαιο με την ειλικρίνεια και το οποίο, όπως δηλώνει ο αρχηγός του, θα λέει στον λαό την αλήθεια και μόνο την αλήθεια αδιαφορώντας για το κόστος.

Καθόλου πρωτότυπο, αλλά τι να κάνουμε, μέσα στο παιχνίδι της πολιτικής είναι τα παχιά λόγια. Είναι σύνηθες οι αντιπολιτεύσεις να εγκαλούν τις κυβερνήσεις ότι έλεγαν χοντρά ψέματα όταν δεν ήταν στα πράγματα για να κερδίσουν την εμπιστοσύνη των πολιτών, δεν είναι όμως σύνηθες πρωθυπουργοί να παραδέχονται, έστω εμμέσως, ότι είχαν αυταπάτες. Νομίζω ότι ουδείς πρωθυπουργός, εκτός από τον Τσίπρα, έχει κάνει τέτοιου είδους ομολογία, τουλάχιστον την περίοδο της μεταπολίτευσης.

Κι ας υπήρχαν περιπτώσεις που η γενναία αυτοκριτική ήταν επιβεβλημένη και θα μπορούσε να αποβεί και λυτρωτική για τους ίδιους και τα κόμματά τους, αφού η απόσταση που χώριζε τις επαγγελίες από την εφαρμοσμένη πολιτική ήταν χαώδης και δεν μπορούσε να γεφυρωθεί με ρητορικά τεχνάσματα και γλυκερές εξιδανικεύσεις.

Χαρακτηριστικότερες ήταν αυτές του Ανδρέα Παπανδρέου και του Κώστα Καραμανλή. Ο πρώτος είχε υποσχεθεί ακόμη και σοσιαλιστικό μετασχηματισμό και ο δεύτερος φιλοδοξούσε να συνδέσει το όνομά του με την επανίδρυση του κράτους. Το τι τελικώς έγινε δεν χρειάζεται να το πούμε. Είναι ορατό διά γυμνού οφθαλμού.

Ο «σοσιαλισμός» α λα ΠΑΣΟΚ σίγουρα δεν θα καταγραφεί στα εγχειρίδια της πολιτικής επιστήμης ως κάτι θετικό για τη θεωρία και την πράξη των ριζοσπαστικών κινημάτων, ενώ τα περί επανίδρυσης του κράτους της Νέας Δημοκρατίας του Κώστα Καραμανλή ακούγονται σαν ένα κακόγουστο αστείο. Ωστόσο, και οι δύο πολιτικοί, παρά την εκκωφαντική αναντιστοιχία λόγων και έργων, παραμένουν πολύ ψηλά στην εκτίμηση των οπαδών τους, που δεν είναι λίγοι.

Ο Ανδρέας Παπανδρέου θεωρείται ακόμη και σήμερα ο δημοφιλέστερος και ο πιο επιτυχημένος πρωθυπουργός της Ελλάδας, ενώ ο δεύτερος, αν και απόμαχος, αν και επιδεικτικά απών από τις πολιτικές διεργασίες, είναι για τους περισσότερους ψηφοφόρους της Νέας Δημοκρατίας η χρυσή εφεδρεία και για την παράταξή του και για τη χώρα.

Στην αντιπολίτευση και στη μιντιακή ελίτ ακόμη δεν έχουν χωνέψει πώς ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε τις εκλογές του Σεπτεμβρίου. Δεν μπορούν δηλαδή να εξηγήσουν πώς ένα κόμμα που είχε στις σημαίες του την κατάργηση των μνημονίων και της λιτότητας, που πίστευε ότι θα πετύχει τους στόχους του επειδή το ήθελε και επειδή είχε το δίκιο με το μέρος του, κατάφερε να επικρατήσει με μεγάλη άνεση στις κάλπες αν και ηττήθηκε στις διαπραγματεύσεις με τους θεσμούς, απομονώθηκε στην Ευρώπη, αναδιπλώθηκε θεαματικά, ακύρωσε το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης, διασπάστηκε και υπέγραψε μια συμφωνία εξίσου επώδυνη με τις προηγούμενες.

Αντί για συντριβή, πήρε παράταση ζωής. Επειδή δεν επιτρέπεται να πουν ότι οι ψηφοφόροι είναι ηλίθιοι, ψάχνουν ακόμη τις αιτίες. Ας κοιτάξουν λίγο πιο προσεκτικά τη διαδρομή τους και τα πεπραγμένα τους και ενδεχομένως να βγάλουν συμπέρασμα γιατί οι πολίτες έδωσαν μια δεύτερη ευκαιρία στην Αριστερά που πορεύτηκε με αυταπάτες.

Ωστόσο, η κατάσταση σήμερα, παρά τη διαφαινόμενη έγκριση της αξιολόγησης και παρά την προσπάθεια της κυβέρνησης να καλλιεργήσει κλίμα αισιοδοξίας ότι η χώρα γυρίζει σελίδα και σύντομα θα μπει σε τροχιά ανάπτυξης, είναι εξαιρετικά δύσκολη.

Χρησιμοποιώντας μια μεταφορά του Κλάους Οφε για την παγιδευμένη Ευρώπη, μπορούμε να πούμε ότι ισχύει και για την Ελλάδα: «Δεν μπορείς να κάνεις πίσω, η κατάσταση είναι αφόρητη και ο δρόμος μπροστά σου είναι κλειστός» («Εφημερίδα των Συντακτών», 5-10-2015). Οι οπαδοί της άποψης ότι το πρόγραμμα θα βγει ως έχει δεν είναι πολλοί. Ακόμη κι αυτοί που το εμπνεύστηκαν, το σχεδίασαν και το επέβαλαν (π.χ. Σόιμπλε) εκφράζουν ισχυρές επιφυλάξεις.

Πράγματι, έτσι είναι. Η χώρα για έξι χρόνια πλήττεται βάναυσα από την κρίση. Η φοροδοτική ικανότητα των πολιτών έχει εξανεμιστεί, η ανεργία δεν λέει να ξεκολλήσει από το 26%, η ανασφάλεια για το αύριο είναι διάχυτη.

Ο πρωθυπουργός επικαλέστηκε τη «θεωρία του ελατηρίου» σε ό,τι αφορά την ελληνική οικονομία και φαίνεται να περιμένει θετικές εξελίξεις στην Ευρώπη. Ελπίζει ότι θα υπάρξει αλλαγή των συσχετισμών. Μένει να αποδειχθεί αν είναι δυνατόν να συμβούν όλα αυτά ή αν έχουμε να κάνουμε με νέες αυταπάτες.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου