- Ένας υγιής μεταποιητικός τομέας μιας εθνικής οικονομίας είναι το κλειδί για την δημιουργία τεχνολογίας και απεξάρτησης της εθνικής οικονομίας από τον τοκογλυφικό ξένο δανεισμό του Δημοσίου, ενώ αποτελεί προϋπόθεση για να σταθεί η Ελλάδα στην Ευρώπη ως ΙΣΟΤΙΜΟ μέλος και ΟΧΙ ως επαίτης, όπως είναι σήμερα. Αυτή είναι και η ουσία ενός ΝΕΟΥ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟΥ ΜΟΝΤΕΛΟΥ που ευαγγελίζεται η κυβέρνηση.
Αλέξανδρος Οικονομίδης
Μέλος του συντονιστικού της γραμματείας του τμήματος Βιομηχανίας του ΣΥΡΙΖΑ
Από την συντακτική ομάδα toideologio.gr
Όταν ένας Νόμος ονομάζεται «Αναπτυξιακός Νόμος» αναμένεται μέσα από τα άρθρα του να ορίζεται, διακρίνεται ή έστω τεκμαίρεται το Αναπτυξιακό Σχέδιο για τις οικονομικές δραστηριότητες της χώρας που αυτός αφορά.
Ωστόσο, όπως είχαν διατυπωθεί οι Αναπτυξιακοί Νόμοι την τελευταία εικοσαετία, δεν ήταν δυνατόν να διακριθεί ή αναδειχθεί οποιοδήποτε σχέδιο! Αυτό είναι το πρώτο και βασικό πρόβλημα.
Η εφαρμογή των προηγούμενων αναπτυξιακών νόμων, τελικά βοήθησε στη μεγέθυνση των υπηρεσιών (σύμβουλοι-βιομηχανίες υπηρεσιών δημιουργίας business plan και όχι μόνο), του παρασιτισμού, της αθρόας εισαγωγής μηχανολογικού εξοπλισμού και του αυξημένου διαχειριστικού κόστους, με αποτέλεσμα την κατασπατάληση σημαντικών πόρων σε βάρος των πραγματικά δικαιούχων.
Από την είσοδο της χώρας στην ΕΟΚ και μέχρι το 2008, που άρχισε η διεθνής κρίση, η μαζική εισροή χρήματος μέσω ευρωπαϊκών κονδυλίων (τα οποία διαχειριζόταν η κυβέρνηση) και η εύκολη χρηματοδότηση με εξωτερικό δανεισμό του γενναιόδωρου κράτους, έστρεψε τους ανθρώπινους και μη πόρους της οικονομίας μακριά από την παραγωγή και προς δραστηριότητες που εξασφάλιζαν την πρόσβαση σε αυτά τα χρήματα. Η εισροή αυτών των χρημάτων οδήγησε σε μια όλο και αυξανόμενη διάβρωση των θεσμών.
«Η Ελλάδα που παράγει» έφθινε, παρόλο που η κατανάλωση σαν ποσοστό του ΑΕΠ αυξανότανε κατά πολύ πάνω από τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό μέσο όρο, τροφοδοτούμενη από τις σημαντικές εισροές που δεν βρίσκανε απέναντί τους μια υγιή παραγωγική βάση. [1]
Ως προς τα αίτια της ελληνικής κρίσης, ο καθ. Κωνσταντίνος Γάτσιας[2]αναφέρει τα εξής:
Χαρακτηριστικά προσθέτει: Αν σήμερα έπεφταν χρήματα από ελικόπτερο, θα διογκώνονταν οι παρασιτικοί χώροι της αγοράς.
Συνέπεια των παραπάνω ήταν η πτώση της συμμετοχής της μεταποίησης στη δημιουργία της Προστιθέμενης Αξίας της οικονομίας στα χρόνια προ της κρίσης, όπως φαίνεται στο παρακάτω διάγραμμα.
Επίσης, στο διάγραμμα που ακολουθεί καταγράφεται η χαμηλή́ «πολυπλοκότητα» των προϊόντων που εξάγει η χώρα μας, με τη μικρή συμμετοχή́ της μεταποίησης στο (προ κρίσης) ΑΕΠ της χώρας. [3]
Τέλος, στα έτη της κρίσης 2018 έως 2013, σύμφωνα με την Eurostat[4], η συνολική Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία της χώρας (σε εκατ. Ευρώ) μειώθηκε κατά 25% (από 213.933εκ σε 160.544εκ.).
Ο πρωτογενής τομέας (Α) ενώ μειώθηκε από 6.624εκ. σε 6.106εκ εμφανίζεται σε ποσοστό αυξημένος (από 3,1% σε 3,8%) λόγω της μείωσης του ΑΕΠ. Η μεταποίηση (C) υπέστη τη μεγαλύτερη μείωση κατά 30% από 19.428εκ το 2008 σε 13.622εκ το 2013 (αντίστοιχα από 9,1% του ΑΕΠ σε 8,5%). Oι δε υπηρεσίες παντός είδους εκτινάχθηκαν σε ποσοστό 88%.
Όλα τα ανωτέρω βέβαια δεν συνέβησαν τυχαία. Είναι η απολύτως προδιαγραμμένη συνέπεια της οικονομικής πολιτικής, όλων των περασμένων κυβερνήσεων.
Οι διάφοροι αναπτυξιακοί νόμοι μέχρι σήμερα, υπηρετούν απόλυτα αυτήν την καταστροφική πορεία της χώρας μας.
Αντί να στοχεύουν και σκοπεύουν στο ζητούμενο, που είναι η δημιουργία ενός ελληνικού διεθνώς εμπορεύσιμου τελικού προϊόντος, περιορίζονται στην ενίσχυση των «προθέσεων», επιδοτώντας κυρίως δαπάνες κτιριακού και μηχανολογικού εξοπλισμού (πάντα εισαγόμενου μια που δεν υπάρχει η δυνατότητα έκδοσης πιστοποιητικού για τα εγχωρίως κατασκευαζόμενα!), και πάσης φύσεως υπηρεσίες (ταξίδια, εκθέσεις, υπηρεσίες εξωτερικών συμβούλων και μιας βαριάς βιομηχανίας υπηρεσιών «paper-ρολογίας»), με τελικό αποτέλεσμα τη διόγκωση του παρασιτισμού και της διαφθοράς.
Με αυτές τις συνθήκες, δεν ωφελείται σε τίποτα η επιχείρηση διότι πρέπει αυτή με ίδιες δυνάμεις να υλοποιήσει ΠΡΩΤΑ την επένδυση και στο τέλος, μετά από έλεγχο, να εισπράξει την ενίσχυση. Ακόμα και αν χρησιμοποιηθεί τραπεζικός δανεισμός για την υλοποίηση, η επιχείρηση, εκτός από την σύμβαση, πρέπει να καταβάλει πλήρεις εγγυήσεις στην τράπεζα, κάτι που την κάνει την ενίσχυση αχρείαστη για την επιχείρηση έτσι και αλλιώς.
Τελικά, μέχρι σήμερα, λειτούργησε αντιαναπτυξιακά, αντιεπιστημονικά και ως προϊόν διαπλοκής, η επιχορήγηση δραστηριοτήτων που δεν προωθούσαν την επιχειρηματικότητα, δημιουργούσαν έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο της χώρας, και πρόσφεραν μηδενικές θέσεις εργασίας (πχ φωτοβολταϊκά), εμποδίζοντας τη ροή πόρων σε πραγματικά παραγωγικές επενδύσεις.
Το αποτέλεσμα ήταν να απευθύνεται η ενίσχυση μόνο σε αυτούς που δεν την είχαν ανάγκη, δηλαδή σε αυτούς που είχαν οικονομικούς πόρους για να ξεκινήσουν.
Ένας αναπτυξιακός νόμος μπορεί να υπηρετήσει την αναγκαία οικονομική και κοινωνική βελτίωση επικουρικά, δεν μπορεί, όμως από μόνος του να την ικανοποιήσει. Θα πρέπει να ενταχθεί σε ένα ολοκληρωμένο αναπτυξιακό σχέδιο, δεκαετούς τουλάχιστον χρονικού ορίζοντα και να υπηρετεί τους στόχους του. Διαφορετικά υπάρχει κίνδυνος να αναπαραχθεί ένας αποσπασματικός τρόπος ανάπτυξης και να υπάρξει μια ακόμη σπατάλη πόρων.
Είναι εξαιρετικής σημασίας, η συσχέτιση του αναπτυξιακού νόμου με τα υπόλοιπα χρηματοδοτικά εργαλεία και τις δράσεις του ΕΣΠΑ καθώς και με το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων και τις υποδομές. Η χρηματοδότηση του αναπτυξιακού νόμου πρέπει να είναι συμπληρωματική προς τη χρηματοδότηση των υποδομών και όχι να γίνει σε βάρος των τελευταίων. Θα ήταν εξαιρετικά αντιφατικό να επιχορηγούμε τις ιδιωτικές επενδύσεις σε βάρος των δημόσιων υποδομών όταν είναι δεδομένη η σημασία των τελευταίων στη βελτίωση της κοινωνικής παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας.
Ανάλογης σημασίας είναι και η εναρμόνιση του αναπτυξιακού νόμου με τη λειτουργία συνολικά του χρηματοπιστωτικού συστήματος, αφού κανένας αναπτυξιακός νόμος δεν μπορεί να υποκαταστήσει το τελευταίο. Η αποδοτική εφαρμογή του αναπτυξιακού νόμου προϋποθέτει και απαιτεί και ένα χρηματοπιστωτικό σύστημα το οποίο θα υπηρετεί και θα στηρίζει την πραγματική οικονομία και τις παραγωγικές επενδύσεις.
Μια ισχυρή παραγωγική, μεταποιητική βάση, τελικά είναι απαραίτητη για να διασφαλίσει σε μια οικονομία την ύπαρξη μιας επαρκούς ποικιλίας δραστηριοτήτων που μεταξύ τους αναπτύσσουν συνέργειες, επιτυγχάνουν μη φθίνουσες οικονομίες κλίμακας και συνεπώς είναι βιώσιμες.
Αυτή είναι και η κρίσιμη παράμετρος για να αντιμετωπισθεί η μακροχρόνια επίπτωση της αποβιομηχάνισης μιας χώρας.
Η ενίσχυση αυτή είναι η μόνη που θα δημιουργήσει πολλαπλασιαστικά νέες, «ποιοτικές» και μακροβιότερες, θέσεις εργασίας. Επιζητούμε μια κοινωνία μικρών ελεύθερων παραγωγών, και προκειμένου για την χώρα μας, το μπορούμε και το οφείλουμε εδώ και τώρα.
Με βάση τα παραπάνω προτάγματα:
Η Εγχώρια Προστιθέμενη Αξία (ΕΠΑ) οφείλει να καταστεί οδηγός του Νέου Αναπτυξιακού Νόμου, όσο ο νόμος αυτός υπακούει και εφαρμόζει απαρέγκλιτα μια Αναπτυξιακή Στρατηγική που έχει ανάγκη η χώρα. Είναι το απαραίτητο εργαλείο για έναν νέου τύπου Αναπτυξιακό Νόμο, που θα ελευθερώσει υγιείς αναπτυξιακές δυνάμεις και θα εγκλωβίσει τον παρασιτισμό και τη διαπλοκή.
Για την εφαρμογή αυτού του νέου νόμου προτείνονται δυο εναλλακτικές επιλογές, με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και εργαλεία εφαρμογής η καθεμιά, αλλά συμβατές με την κεντρική επιδίωξη του αναπτυξιακού νόμου, την υψηλή εγχώρια προστιθέμενη αξία. Οι δυο αυτές επιλογές παρουσιάζονται στη συνέχεια του κειμένου.
Βασικό Κριτήριο Ενίσχυσης: Ο Δείκτης Εγχώριας Προστιθέμενης Αξίας (ΕΠΑ)
Προτείνεται μια διαφορετική προσέγγιση για ένα νέο και Αυτόματο Μηχανισμό απονομής Έμμεσων κρατικών ενισχύσεων μέσω του Νέου Αναπτυξιακού Νόμου που θα βασίζεται στο κριτήριο της Εγχώριας Προστιθεμένης Αξίας (ΕΠΑ), και στο αντικειμενικό αποτέλεσμα μιας επιχειρηματικής δράσης, και όχι στην πρόβλεψη του αποτελέσματος με την χρήση πολύπλοκων και διαβλητών διαδικασιών αιτήσεων, αξιολόγησης, εκτιμήσεων, επιτροπών και ενδιάμεσων συμβούλων.
Οι Αρχές μπορούν να κάνουν είτε άμεσο έλεγχο είτε σε οιαδήποτε άλλη στιγμή θέλουν για την επιβεβαίωση της τήρησης των κριτηρίων. Αν διαπιστωθεί απόκλιση, έχουν δυνατότητα να ανακαλέσουν αναδρομικά τις απαλλαγές.
Για να ωφεληθεί μια επιχείρηση από το ευεργέτημα αυτού του αναπτυξιακού νόμου, προτείνουμε την ακόλουθη διαδικασία: άνοιγμα πίστωσης ανά επιχείρηση σε αρμόδιο φορέα, και χρέωση του λογαριασμού αυτού με τη δυνατότητα έκδοσης εκχωρήσιμων κουπονιών (voucher).
Στην πρόταση μας, μιλάμε για έμμεσες ενισχύσεις που υπολογίζονται ως ποσοστό επί των πωλήσεων κάθε προϊόντος της επιχείρησης που έχει ΕΠΑ μεγαλύτερη από 35%. Με την προτεινόμενη διαδικασία ο αιτών με μια απλή ηλεκτρονική δήλωση, αποφεύγει όλο το κόστος και την καθυστέρηση από ένα πλήρες μεν αλλά στην ουσία αυθαίρετο επενδυτικό σχέδιο μαζί με το βουνό από τα δικαιολογητικά. Η δε αξιολόγηση αντί να γίνει επί θεωρητικού αποτελέσματος, γίνεται επί πραγματικούΩβάσει αντικειμενικών δεικτών, στο τέλος της διαδικασίας, οπότε και γίνεται αυτόματα η παροχή της ενίσχυσης. Έτσι, χτυπιέται η επιδότηση της διαφθοράς και του παρασιτισμού.
α) η επικέντρωση στην δημιουργία υψηλής ΕΠΑ, μέσω της παραγωγής προϊόντων διεθνώς εμπορευσίμων και στις παραγωγικές επενδύσεις της μεταποίησης, που είναι και οι μόνες που δημιουργούν ποιοτικές και μόνιμες θέσεις εργασίας. Άλλως η χώρα μας θα χάσει την όποια παραγωγική βάση που της απομένει, καθώς τα εμπορεύσιμα προϊόντα πλέον θα εισάγονται, υποκαθιστώντας τα μη ανταγωνιστικά εγχώρια παραγόμενα προϊόντα. Η παραγωγή μέσω της μεταποίησης μπορεί διαχρονικά να εξασφαλίσει την προσέγγιση του επιπέδου διαβίωσης των ανεπτυγμένων χωρών, καθώς και την ποιοτική απασχόληση,
β) η εξάλειψη της γραφειοκρατίας και της διαφθοράς,
γ) η έμμεση ενίσχυση που βασίζεται σε αντικειμενικά κριτήρια και να μην εξαρτάται από εξωτερικούς παράγοντες, π.χ. το χρόνο της καταβολής της ενίσχυσης, ώστε αυτή να παράγει άμεσα αποτελέσματα στην λειτουργία της επένδυσης, και τέλος
δ) μια τέτοια ενίσχυση που δεν θα επιβαρύνει άμεσα την δημοσιονομική θέση της χώρας, ενώ και η παροχή των ενισχύσεων δεν θα επηρεάζεται από την κατάσταση ρευστότητας του δημοσίου. Αντίθετα την αυξάνει γιατί η ενίσχυση υπάρχει ταυτόχρονα με την επίτευξη νέων κερδών, δηλαδή νέων φόρων που ενισχύουν τη δημοσιονομική θέση της χώρας και αυξάνουν αντί να μειώνουν τη ρευστότητα του δημοσίου..
Η ουσία της πρότασης είναι ότι ο παράγοντας της Ελληνικής Προστιθέμενης Αξίας είναι το μέσον (εργαλείο) στρατηγικής αλλά και τακτικής, για μια υγιή ενδογενή αναπτυξιακή διαδικασία των Ελληνικών ΜμΕ, που ΜΟΝΟΝ μέσω αυτών μπορεί να αντιμετωπιστεί σε βιώσιμη βάση το πρόβλημα της ανεργίας στην χώρα μας.
Ιδιαίτερα σήμερα που η οικονομική δραστηριότητα βρίσκεται στο ναδίρ, η επικέντρωση στην Ελληνική ΠΑ, προβάλλει ως επιτακτική ανάγκη και προϋπόθεση για την παραγωγική ανασυγκρότηση και για το κτίσιμο της παραγωγικής ικανότητας των ΜΜΕ που είναι η σπονδυλική στήλη της οικονομίας μας.
Η Εγχώρια προστιθέμενη αξία, της παραγωγής της γης και των ζώων, της μεταποίησης, του πολιτισμού, της ναυτοσύνης, του κοινοτισμού και της μαστορικής έρχονται τώρα να ξαναχτυπήσουν την πόρτα μας. Σαν εργαλείο και σαν στάση ζωής. Εξαρτάται πλέον από την απάντηση μας στο κάλεσμα αυτού του χτυπήματος.
Περιγραφή και υπολογισμός του Δείκτη της Εγχώριας Προστιθέμενης Αξίας, ΕΠΑ
Η σημασία της ΕΠΑ
Το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν μιας οικονομίας (ΑΕγχΠ) αντιπροσωπεύει το άθροισμα της προστιθέμενης αξίας από όλους τους παραγωγούς του. Η προστιθέμενη αξία είναι η ακαθάριστη αξία της παραγωγής των παραγωγών μείον την αξία των ενδιάμεσων αγαθών και υπηρεσιών που καταναλώνονται κατά την παραγωγή, πριν από τον υπολογισμό της ανάλωσης πάγιου κεφαλαίου στην παραγωγή. Η συνεισφορά κάθε κλάδου στην παραγωγή της οικονομίας υπολογίζεται με βάση την προστιθέμενη αξία του κλάδου.
Κατ΄ αναλογία, σε επίπεδο επιχείρησης, η προστιθέμενη αξία μετρά τη συμβολή της επιχείρησης στην εγχώρια παραγωγή της χώρας.
Εξ ορισμού, η προστιθέμενη αξία μετρά επίσης τα ποσά που διαθέτει η επιχείρηση για να αμείψει την εργασία και το κεφάλαιο που κινητοποιήθηκαν για την παραγωγή αυτή.
Σύμφωνα με το Γραφείο Στατιστικών Απογραφών των ΗΠΑ (US Census Bureau)[4] η προστιθέμενη αξία μιας επιχείρησης ορίζεται από την εξίσωση:
Π.Α. επιχείρησης = Αξία πωλήσεων – Κόστος πωληθέντων και Υπηρεσιών τρίτων
Σύμφωνα με τον ορισμό αυτό, η προστιθέμενη αξία μιας επιχείρησης είναι η συνολική συμβολή της εργασίας, του κεφαλαίου και της Διοίκησης στην αξία (τιμή) των πωλήσεων της επιχείρησης. Με τον ορισμό αυτό καλύπτεται ξεκάθαρα η συνολική συμβολή των υπηρεσιών της εργασίας, του κεφαλαίου και της Διοίκησης της εξεταζόμενης επιχείρησης στην αξία του τελικού προϊόντος που πραγματοποιείται με τον φυσικό μετασχηματισμό πρώτων και βοηθητικών υλών, ημικατεργασμένων προϊόντων και διαφόρων μερών-εξαρτημάτων που χρησιμοποιήθηκαν κατά την παραγωγική διαδικασία. [5, σελ.2]. Πιο γενικά, η ΠΑ «αντιπροσωπεύει το τι προσθέτει μια επιχειρηματική δραστηριότητα στις πρώτες ύλες που αγοράζει» [6].
Τονίζεται ότι η δέσμευση στην ΕΠΑ έχει διαπιστωθεί εμπειρικά ότι προκαλεί εξειδικευμένες δραστηριότητες για ανάπτυξη νέων προϊόντων και επενδυτικών έργων. Ακόμα και στις ΗΠΑ, κατ’ εξοχήν οικονομία της αγοράς, τέτοιες δραστηριότητες χρηματοδοτούνται σε μεγάλο βαθμό από το Αμερικάνικο Δημόσιο [7] και [8].
Συνοπτικά, είναι γενικά αποδεκτό ότι για την μορφοποίηση αναπτυξιακής στρατηγικής απαιτείται να γνωρίζουμε το περιεχόμενο του παραγόμενου μικρο-οικονομικού μεταποιητικού προϊόντος σε ΕΠΑ και να χρησιμοποιούμε το περιεχόμενο αυτό στην χρηματοδότηση των ΜΜΕ. Υπάρχει πληθώρα αναφορών ως προς το ότι ένας υγιής μεταποιητικός τομέας μιας εθνικής οικονομίας είναι το κλειδί για την δημιουργία τεχνολογίας και απεξάρτησης της εθνικής οικονομίας από τον τοκογλυφικό ξένο δανεισμό του Δημοσίου, ενώ αποτελεί προϋπόθεση για να σταθεί η Ελλάδα στην Ευρώπη ως ΙΣΟΤΙΜΟ μέλος και ΟΧΙ ως επαίτης, όπως είναι σήμερα. Αυτή είναι και η ουσία ενός ΝΕΟΥ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟΥ ΜΟΝΤΕΛΟΥ που ευαγγελίζεται η κυβέρνηση.
Όπως ήδη αναφέραμε, ως ΕΠΑ ορίζεται η αξία η οποία προστίθεται από την εγχώρια βιομηχανία κατά τη διάρκεια της κατασκευής-μεταποίησης-συναρμολόγησης ενός προϊόντος.
Τα στοιχεία κόστους τα οποία προσμετρούνται στην ΕΠΑ είναι εκείνα που:
Οι Αμυντικές Προμήθειες του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, από τις αρχές της δεκαετίας του ’80, πραγματοποιούνταν με σκοπό την ελληνοποίηση των αμυντικών προμηθειών, μέσω της μεγιστοποίησης της εγχώριας προστιθεμένης αξίας, με εφαρμογή του δείκτη της ΕΠΑ.[5]
Για τη εφαρμογή του περιγραφόμενου τύπου, ως «Ελληνικής Κατασκευής» θεωρείται το προϊόν που παράγεται στην Εγχώρια Βιομηχανία – Βιοτεχνία και έχει ΕΠΑ ίση ή μεγαλύτερη του 35% (>=35%).
Ο Δείκτης ΕΠΑ μπορεί να υπολογίζεται βάσει του παρακάτω τύπου:
Δείκτης ΕΠΑ = 100 x [[(α+β+γ+δ+ε+στ+η+κ)-μ]/π]
όπου:
α = Αξία πρώτων και βοηθητικών υλών που παράγονται εγχωρίως
(1) Πρώτες ύλες είναι τα υλικά εκείνα τα οποία μετασχηματιζόμενα δίδουν το τελικό προϊόν και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος αυτού (π.χ. η πρώτη ύλη του υλικού «άξονας» είναι ο χάλυβας σε μορφή ράβδου ή οι πρώτες ύλες του υλικού «ελαστικό πέλμα» είναι οι κόκκοι καουτσούκ και διάφορες άλλες χημικές ύλες).
(2) Βοηθητικές ύλες είναι τα υλικά που δεν θεωρούνται πρώτες ύλες, πλην όμως είναι απαραίτητα, καθ’ όσον συμβάλλουν κατά την παραγωγική διαδικασία στη διαμόρφωση του προϊόντος.
(3) Εάν η πρώτη ύλη είναι εισαγόμενη και επιδέχεται κάποια μορφή προ-επεξεργασίας από την εγχώρια βιομηχανία, για τη συγκεκριμένη πρώτη ύλη απαιτείται η διαπίστωση της επιτυγχανόμενης ΕΠΑ στο εργοστάσιο του προμηθευτή, προκειμένου να υπολογισθεί η αξία της για να ληφθεί υπόψη στον προσδιορισμό του Δείκτη ΕΠΑ.
(4) Εάν η πρώτη ύλη είναι προέλευσης εξωτερικού (απόκτηση απ’ ευθείας από το εξωτερικό ή μέσω εγχώριου προμηθευτή) και δεν επιδέχεται καμία μορφή επεξεργασίας από την εγχώρια βιομηχανία, δεν λαμβάνεται υπόψη στον τύπο υπολογισμού του δείκτη ΕΠΑ.
(5) Ο υπολογισμός της αξίας των Ελληνικών πρώτων υλών γίνεται με βάση τα τιμολόγια αγοράς αυτών (καθαρή αξία μονάδας επί απαιτούμενη ποσότητα συν αποδεκτό ποσοστό «φύρας» που προβλέπεται βάσει προδιαγραφών).
(6) Ανάλογα υπολογίζεται και η αξία των Ελληνικών βοηθητικών υλών (στην περίπτωση αυτή δεν υπολογίζεται ποσοστό «φύρας»).
β = Αξία ημικατεργασμένων ή ημιτελών προϊόντων και «απαρτίων»[6] που παράγονται εγχωρίως
(1) Ημικατεργασμένα ή ημιτελή προϊόντα είναι εκείνα που δεν έχουν υποστεί την απαραίτητη κατεργασία για διαμόρφωση τελικού προϊόντος αλλά βρίσκονται στο τελευταίο στάδιο παραγωγής.
(2) Η εταιρεία είναι υποχρεωμένη, εάν υπάρχει υποκατασκευαστικό έργο, να συμπληρώνει το συντελεστή β μόνο με το ποσό το οποίο ανταποκρίνεται στην ΕΠΑ του υποκατασκευαστικού έργου (αυτό θα της γίνεται γνωστό από τον υποκατασκευαστή με υπεύθυνη δήλωση). Ο έλεγχος του ποσού αυτού θα γίνεται από την αρμόδια επιτροπή στις εγκαταστάσεις του υποκατασκευαστή.
(3) Η αξία των ημικατεργασμένων ή ημιτελών προϊόντων και εξαρτημάτων, τα οποία κατασκευάζονται σε υποκατασκευαστή, υπολογίζεται λαμβανόμενης υπόψη της επιτυγχανόμενης ΕΠΑ των εν λόγω προϊόντων στο εργοστάσιο του υποκατασκευαστή (η ΕΠΑ ελέγχεται όπως και του κύριου κατασκευαστή).
(4) Τα ημικατεργασμένα ή ημιτελή προϊόντα και εξαρτήματα που είναι εξ ολοκλήρου προέλευσης εξωτερικού (απόκτηση απ’ ευθείας από το εξωτερικό ή μέσω εγχώριου προμηθευτή) δεν λαμβάνονται υπόψη στον τύπο υπολογισμού του Δείκτη ΕΠΑ. απαρτιζόμενο
γ = Αξία των ειδών που περιλαμβάνονται στα α και β παραπάνω και είναι ελληνικής κατασκευής, με τη διαφορά ότι πρόκειται για μονάδες έμμεσου κόστους, δηλαδή για υλικά που χρησιμοποιούνται και σε άλλες γραμμές παραγωγής.
Στην περίπτωση αυτή, προσμετράται το 35% του κόστους ή το ποσοστό πιστοποιημένης ΕΠΑ, επί τον συντελεστή κατανομής κόστους λ (cost driver). Εάν πρόκειται για υπηρεσίες παρεχόμενες από εγχώρια εταιρεία, σχετικές με την ανάπτυξη – κατασκευή του σχετικού προϊόντος, αναγνωρίζεται το 100% του τιμολογίου προ ΦΠΑ, επί τον συντελεστή κατανομής κόστους λ. Ο συντελεστής αυτός ορίζεται ως ο λόγος της συμβατικής τιμής (τιμής πώλησης) του τιμολογίου, αφαιρουμένων των κρατήσεων και προ ΦΠΑ, του παραδοτέου προϊόντος, του οποίου υπολογίζεται η ΕΠΑ, δια του κύκλου εργασιών της εγχώριας Βιομηχανίας − Βιοτεχνίας, της τρέχουσας ή της προηγούμενης χρήσης
Συμβατική Αξία Παραδοτέου Προϊόντος − Κρατήσεις
λ= –––––––––––––––––––––––––––––––––––––––––––––---
Κύκλος Εργασιών Εταιρείας
Ειδικότερα:
δ = Άμεσα-έμμεσα εργατικά
(1) Ως άμεσα εργατικά λογίζεται το σύνολο των μισθών και ημερομισθίων, οι επιβαρύνσεις και οι εισφορές του επιστημονικού και εργατοτεχνικού προσωπικού που αντιστοιχούν στην παραγωγή των υπό προμήθεια προϊόντων.
(2) Είναι ευνόητο ότι το σύνολο «μισθοί-ημερομίσθια» πρέπει να προκύπτει από ανάλυση των εργατοωρών που αναλώθηκαν για την παραγωγή του συμβατικού προϊόντος κατά κατηγορία τεχνιτών και φάσεων παραγωγής, οι οποίες τεκμηριώνονται από τα επίσημα βιβλία μισθοδοσίας της επιχείρησης.
(3) Ως έμμεσα εργατικά λογίζεται το σύνολο των μισθών και ημερομισθίων, οι επιβαρύνσεις και οι εισφορές του επιστημονικού και του εργατοτεχνικού προσωπικού που αντιστοιχούν στον έλεγχο και τη συντήρηση του μηχανολογικού εξοπλισμού, στο σχεδιασμό πρωτότυπου προϊόντος, στον ποιοτικό έλεγχο, στις μεταφορές και στην αποθήκευση των υπό προμήθεια προϊόντων. Οι δαπάνες μισθοδοσίας τεκμηριώνονται από τα επίσημα βιβλία μισθοδοσίας της επιχείρησης.
(4) Στα έμμεσα εργατικά υπολογίζεται και η τυχόν παροχή υπηρεσιών που πραγματοποιείται από υποκατασκευαστές (π.χ. ποιοτικός έλεγχος).
(5) Για τον υπολογισμό των άμεσων-έμμεσων εργατικών λαμβάνονται υπόψη τα ακόλουθα:
(α) Ο χρόνος παραγωγής (χρόνος έναρξης και λήξης της παραγωγικής διαδικασίας της συγκεκριμένης σύμβασης).
(β) Οι φάσεις της παραγωγικής διαδικασίας (άμεσης-έμμεσης εργασίας).
(γ) Οι αναλωθείσες εργατοώρες (ΕΩ) ανά φάση παραγωγικής διαδικασίας.
(δ) Η αξία της άμεσης και έμμεσης εργατοώρας (ΕΩ), η οποία υπολογίζεται από τα βιβλία της εταιρείας.
(ε) Τα άμεσα και έμμεσα εργατικά που πραγματοποιούνται στις εγκαταστάσεις του προμηθευτή προκύπτουν από τον πολλαπλασιασμό του αριθμού των εργατοωρών της παραγράφου (γ) με την αξία της εργατοώρας (ΕΩ) της παραγράφου (δ).
(στ) Σε περίπτωση που υπάρχει και παροχή υπηρεσιών [παράγραφος (4)] που πραγματοποιούνται από υποκατασκευαστές (ποιοτικός έλεγχος), η αξία αυτών προστίθεται στο παραπάνω αποτέλεσμα, προκειμένου να διαμορφωθεί το τελικό ποσό των άμεσων-έμμεσων εργατικών.
ε = Διοικητικές αμοιβές
(1) Ως διοικητικές αμοιβές λογίζεται το σύνολο των μισθών και οι επιβαρύνσεις- εισφορές για το διοικητικό προσωπικό (Γραμματείας-Λογιστηρίου) της επιχείρησης, σύμφωνα με τα επίσημα βιβλία μισθοδοσίας της επιχείρησης.
(2) Για τον υπολογισμό των διοικητικών αμοιβών λαμβάνονται υπόψη τα ακόλουθα:
(α) Ο χρόνος παραγωγής (χρόνος έναρξης και λήξης της παραγωγικής διαδικασίας).
(β) Ο Συντελεστής εργατοωρών [Σ(ΕΩ)] (άμεσων-έμμεσων εργατικών) που υπολογίζεται με τον παρακάτω τύπο:
(3) Οι διοικητικές αμοιβές προκύπτουν από τον πολλαπλασιασμό του ποσού της παραγράφου ε(2)(γ) με το Σ(ΕΩ) [παράγραφος ε(2)(β)].
(4) Οι διοικητικές αμοιβές σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να υπερβαίνουν το 25% των άμεσων-έμμεσων εργατικών (παράγραφος δ).
στ = Γενικά Βιομηχανικά Έξοδα
(1) Ως Γενικά Βιομηχανικά Έξοδα (ΓΒΕ) θεωρούνται:
(α) Οι πάσης φύσεως παροχές τρίτων που προβλέπονται στην ομάδα 6 του Γενικού Λογιστικού Σχεδίου (ΓΛΣ), όπως: ηλεκτρική ενέργεια, νερό, τηλέφωνο, FAX, ενοίκια, ασφάλιστρα, επισκευές-συντηρήσεις, κτλ.
(β) Οι δαπάνες διαφόρων εξόδων που προβλέπονται στην ομάδα 6 του ΓΛΣ, όπως: έξοδα μεταφορών, ταξιδιών και διαφημίσεων στον τύπο, έξοδα για αγορές εντύπων – γραφικής ύλης και υλικών άμεσης ανάλωσης (καύσιμα – λοιπά υλικά θέρμανσης), έξοδα δημοσιεύσεων, κτλ.
(2) Τα ΓΒΕ προκύπτουν από τον πολλαπλασιασμό του Σ(ΕΩ) [παράγραφος ε(2)(β)] με το σύνολο των παραπάνω δαπανών-παροχών από την έναρξη της παραγωγικής διαδικασίας έως και τη λήξη αυτής.
η = κόστος αποσβέσεων που προσμετράται στην ΕΠΑ, το οποίο είναι:
Σε κάθε περίπτωση, το ποσό αυτό δεν μπορεί να υπερβαίνει το μέσο ποσοστό καθαρού προ φόρων κέρδους της εταιρείας κατά την τελευταία τριετία. Στην περίπτωση πρώτου χρόνου λειτουργίας, ο υπολογισμός του μέσου ποσοστού καθαρού προ φόρων κέρδους της εταιρείας θα γίνεται με βάση τον πρώτο επίσημο Ισολογισμό της εταιρείας. Όταν η εταιρεία εμφανίζει ζημίες, το προσμετρούμενο ποσό στην ΕΠΑ είναι μηδέν (0).
μ = Εκροές μερισμάτων εκτός χώρας Όλες οι τραπεζικές κινήσεις προς το εξωτερικό που αφορούν μερίσματα των μετόχων.
π = Αξία πώλησης είναι η αξία (χωρίς το ΦΠΑ και τυχόν κρατήσεις) πώλησης του παραδοτέου προϊόντος.
Προϊόν το οποίο δεν επιδέχεται καμία επεξεργασία στις εγκαταστάσεις της εγχώριας επιχείρησης θεωρείται εισαγόμενο προϊόν και, ως εκ τούτου, κόστη που αφορούν έμμεσα εργατικά – διοικητικές αμοιβές – ΓΒΕ και αποσβέσεις δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη για τον προσδιορισμό του Δείκτη ΕΠΑ στο συγκεκριμένο προϊόν.
Η παραπάνω μορφή του τύπου για τον Δείκτη ΕΠΑ χρησιμοποιείται και στον στατιστικό χειρισμό της Προστιθέμενης Αξίας ως Δείκτη στη μεταποίηση από τις Στατιστικές Υπηρεσίες των ΗΠΑ (μεταξύ άλλων, βλ. ως παράδειγμα για τον κλάδο των τροφίμων την αναφορά [5, σελ. 6], όπου εισάγεται ο Δείκτης Εγχώριας ΠΑ για τον κλάδο των μεταποιημένων τροφίμων και ερμηνεύεται ως «πόσα δολάρια ΠΑ παράγονται για κάθε δολάριο παραδοτέου προϊόντος μεταποιημένων τροφίμων».
Ελληνική Προστιθέμενη Αξία (ΕΠΑ) επί των προμηθειών Αμυντικού Υλικού των Ενόπλων Δυνάμεων. Αριθμ. 248297 ΦΕΚ 1225 του 2008. http://www.mod.mil.gr/images/stories/pdf/YA-248297_2008.pdf
ΑΝΥΕΘΑ (2011). Παράρτημα “Γ” ΕΓΧΩΡΙΑ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗhttp://www.mod.mil.gr/images/stories/pdf/ya_2011-app_C.pdf Το κείμενο αυτό αποτελεί το Γ Παράρτημα στην Σύμβαση που αναρτήθηκε στο ΥΕΘΑ, αλλά ποτέ δεν υλοποιήθηκε.
Warner, Michael (2011). Local Content in Procurement – Creating Local Jobs and Competitive Domestic Industries in Supply Chains, Greenleaf Publishing.
UNDP (2008). Creating Value for All: Strategies for Doing Business with the Poor.
United States Census Bureau (1999). “Texas” 1997 Economic Census, May.
Victoria Salin, Juan A. Atkins, and Omar Salame (2002). “Value Added in Food Manufacturing and Retailing: A Ratio Analysis of Major U.S. States” Agricultural Economics, available inhttp://ageconsearch.umn.edu/bitstream/27619/1/33010136.pdf (28 September 2015)
Nichols, John and H.L. Goodwin (1993). “Value Added: What is it?” Speech at thw 30th annual meeting of the Texas Section of the American Society of Agricultural Engineers, October 20.
Holcomb, Rodney (2001). “Value Added Products, Inc.: An Interdisciplinary Approach to Product and Industry Development”. Seminar at Texas A&M University, September 21.
Boland, M.., Daniel, J.Katz, J. Parcell, and I. Romer de Aristizabal (1998). “The 21st Century Alliance: A Dry Edible Bean Cooperative”, Review of Agricultural Economics 20(2): 654-665.
[1] «Μεταποίηση, ανταγωνισμός και επιχειρηματικό περιβάλλον» Του Μιχάλη Μητσόπουλου https://eclass.teicrete.gr/modules/document/file.php/DD209/161-178%20Mitsopoulos%202014.pdf
[2] Εισήγηση του καθηγητή και πρύτανη της ΑΣΟΕΕ Κωνσταντίνου Γάτσιου στη διημερίδα του Levy Economics Institute με θέμα: «Έξοδος από την κρίση: Η πρόκληση της εναλλακτικής πορείας » στις 9 Μαρτίου 2013.
[3] Hausmann, R., (2012), Ireland can show Greece a way out of the crisis, Financial Times, February 8.
[4] “National Accounts aggregates by industry (up to NACE rev2 A*64)” Data Base [nama_10_a64].
[5] Ελληνική Προστιθέμενη Αξία (ΕΠΑ) επί των προμηθειών Αμυντικού Υλικού των Ενόπλων Δυνάμεων. Αριθμ. 248297 ΦΕΚ 1225 του 2008. [1]
Ο νόμος αυτός, ο οποίος είναι συνέχεια άλλων νόμων, καταργήθηκε το κρίσιμο έτος 2009, επί Βενιζέλου, με πρόφαση την εφαρμογή της Οδηγία 2009/81/ΕΚ, η οποία ενσωματώθηκε στο Εθνικό μας Δίκαιο (ν.3978/2011) αφήνοντας έτσι στην τύχη τους τις 100ντάδες Ελληνικές Μικρές επιχειρήσεις του ΣΕΚΠΥ (Συνδέσμου Ελλήνων Κατασκευαστών Αμυντικού Υλικού Άμυνας και Ασφάλειας). Ωστόσο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, κατά το διάστημα Αύγουστος 2011-Μάρτιος 2013:
Το 92% των συμβάσεων που υπογράφτηκαν από τα κράτη-μέλη αφορούσε ανάθεση στην εγχώρια βιομηχανία τους, ενώ
σε αξία συμβάσεων, χρήματα που παρέμειναν στη ίδια τη χώρα προκήρυξης των διαγωνισμών, το αντίστοιχο ποσοστό ανέρχεται σε 97% [βλ. Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών – Ευρωπαϊκή άμυνα – Βιομηχανικά θέματα και θέματα αγοράς – Για να χαραχθεί μια πολιτική της ΕΕ στον τομέα του αμυντικού εξοπλισμού. Commission staff working document on defense COM(2013)542 final tab.12-13].
Είναι σαφές ότι οι χώρες της «αναπτυγμένης» Ευρωπαϊκής Δύσης, προστατεύουν την εγχώρια Βιομηχανία τους.
[6] Απάρτιο: Δόκιμος όρος στις αμυντικές προμήθειες, προερχόμενος από την αγγλική λέξη «part» που περιγράφει σαφώς ένα εξάρτημα ή ένα συγκρότημα (assembly) εξαρτημάτων.
Για εκτύπωση της πρότασης, πατήστε εδώ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Όταν ένας Νόμος ονομάζεται «Αναπτυξιακός Νόμος» αναμένεται μέσα από τα άρθρα του να ορίζεται, διακρίνεται ή έστω τεκμαίρεται το Αναπτυξιακό Σχέδιο για τις οικονομικές δραστηριότητες της χώρας που αυτός αφορά.
Ωστόσο, όπως είχαν διατυπωθεί οι Αναπτυξιακοί Νόμοι την τελευταία εικοσαετία, δεν ήταν δυνατόν να διακριθεί ή αναδειχθεί οποιοδήποτε σχέδιο! Αυτό είναι το πρώτο και βασικό πρόβλημα.
Η εφαρμογή των προηγούμενων αναπτυξιακών νόμων, τελικά βοήθησε στη μεγέθυνση των υπηρεσιών (σύμβουλοι-βιομηχανίες υπηρεσιών δημιουργίας business plan και όχι μόνο), του παρασιτισμού, της αθρόας εισαγωγής μηχανολογικού εξοπλισμού και του αυξημένου διαχειριστικού κόστους, με αποτέλεσμα την κατασπατάληση σημαντικών πόρων σε βάρος των πραγματικά δικαιούχων.
Από την είσοδο της χώρας στην ΕΟΚ και μέχρι το 2008, που άρχισε η διεθνής κρίση, η μαζική εισροή χρήματος μέσω ευρωπαϊκών κονδυλίων (τα οποία διαχειριζόταν η κυβέρνηση) και η εύκολη χρηματοδότηση με εξωτερικό δανεισμό του γενναιόδωρου κράτους, έστρεψε τους ανθρώπινους και μη πόρους της οικονομίας μακριά από την παραγωγή και προς δραστηριότητες που εξασφάλιζαν την πρόσβαση σε αυτά τα χρήματα. Η εισροή αυτών των χρημάτων οδήγησε σε μια όλο και αυξανόμενη διάβρωση των θεσμών.
«Η Ελλάδα που παράγει» έφθινε, παρόλο που η κατανάλωση σαν ποσοστό του ΑΕΠ αυξανότανε κατά πολύ πάνω από τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό μέσο όρο, τροφοδοτούμενη από τις σημαντικές εισροές που δεν βρίσκανε απέναντί τους μια υγιή παραγωγική βάση. [1]
Ως προς τα αίτια της ελληνικής κρίσης, ο καθ. Κωνσταντίνος Γάτσιας[2]αναφέρει τα εξής:
- Η Ελληνική κρίση είναι αυτοτελής και ενδογενής σε μεγάλο βαθμό. Αυτό σημαίνει ότι θα είχαμε κρίση ανεξάρτητα από την παγκόσμια ή την Ευρωπαϊκή
- Την περίοδο 1999-2009, δηλαδή περίοδο που είμαστε στην Ενωμένη Νομισματική Ένωση ΟΝΕ, δεν είχαμε καθόλου ανάπτυξη αλλά υποανάπτυξη και απόκλιση, ΟΧΙ σύγκλιση.
- Οι εξαγωγές μας κυριαρχούνταν από λιγότερο σύνθετα, χαμηλής προστιθέμενης αξίας προϊόντα. Δηλαδή, πήγε άσχημα, όχι μόνο σχετικά με τα σύνθετα προϊόντα (μηχανολογικό εξοπλισμό, χημικά προϊόντα, μέταλλα κλπ, αλλά και με τα λιγότερο σύνθετα προϊόντα (ανεπεξέργαστες πρώτες ύλες, ξυλουργικά προϊόντα, αγροτικά προϊόντα κλπ).
- Αυτή η συρρίκνωση της παραγωγικής ικανότητας της χώρας σε διεθνώς εμπορεύσιμα προϊόντα και η καθήλωση της σε τεχνολογίες και προϊόντα μεσαίας και χαμηλής εξειδίκευσης, είναι τελικά εκείνη που καθορίζει τι θέσεις εργασίας μπορεί να προσφέρει η οικονομία, τι μισθούς μπορεί να πληρώνει, τι εισόδημα μπορεί να δημιουργεί και να αναδιανείμει.
Χαρακτηριστικά προσθέτει: Αν σήμερα έπεφταν χρήματα από ελικόπτερο, θα διογκώνονταν οι παρασιτικοί χώροι της αγοράς.
Συνέπεια των παραπάνω ήταν η πτώση της συμμετοχής της μεταποίησης στη δημιουργία της Προστιθέμενης Αξίας της οικονομίας στα χρόνια προ της κρίσης, όπως φαίνεται στο παρακάτω διάγραμμα.
Επίσης, στο διάγραμμα που ακολουθεί καταγράφεται η χαμηλή́ «πολυπλοκότητα» των προϊόντων που εξάγει η χώρα μας, με τη μικρή συμμετοχή́ της μεταποίησης στο (προ κρίσης) ΑΕΠ της χώρας. [3]
Τέλος, στα έτη της κρίσης 2018 έως 2013, σύμφωνα με την Eurostat[4], η συνολική Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία της χώρας (σε εκατ. Ευρώ) μειώθηκε κατά 25% (από 213.933εκ σε 160.544εκ.).
Ο πρωτογενής τομέας (Α) ενώ μειώθηκε από 6.624εκ. σε 6.106εκ εμφανίζεται σε ποσοστό αυξημένος (από 3,1% σε 3,8%) λόγω της μείωσης του ΑΕΠ. Η μεταποίηση (C) υπέστη τη μεγαλύτερη μείωση κατά 30% από 19.428εκ το 2008 σε 13.622εκ το 2013 (αντίστοιχα από 9,1% του ΑΕΠ σε 8,5%). Oι δε υπηρεσίες παντός είδους εκτινάχθηκαν σε ποσοστό 88%.
Όλα τα ανωτέρω βέβαια δεν συνέβησαν τυχαία. Είναι η απολύτως προδιαγραμμένη συνέπεια της οικονομικής πολιτικής, όλων των περασμένων κυβερνήσεων.
Οι διάφοροι αναπτυξιακοί νόμοι μέχρι σήμερα, υπηρετούν απόλυτα αυτήν την καταστροφική πορεία της χώρας μας.
Αντί να στοχεύουν και σκοπεύουν στο ζητούμενο, που είναι η δημιουργία ενός ελληνικού διεθνώς εμπορεύσιμου τελικού προϊόντος, περιορίζονται στην ενίσχυση των «προθέσεων», επιδοτώντας κυρίως δαπάνες κτιριακού και μηχανολογικού εξοπλισμού (πάντα εισαγόμενου μια που δεν υπάρχει η δυνατότητα έκδοσης πιστοποιητικού για τα εγχωρίως κατασκευαζόμενα!), και πάσης φύσεως υπηρεσίες (ταξίδια, εκθέσεις, υπηρεσίες εξωτερικών συμβούλων και μιας βαριάς βιομηχανίας υπηρεσιών «paper-ρολογίας»), με τελικό αποτέλεσμα τη διόγκωση του παρασιτισμού και της διαφθοράς.
Με αυτές τις συνθήκες, δεν ωφελείται σε τίποτα η επιχείρηση διότι πρέπει αυτή με ίδιες δυνάμεις να υλοποιήσει ΠΡΩΤΑ την επένδυση και στο τέλος, μετά από έλεγχο, να εισπράξει την ενίσχυση. Ακόμα και αν χρησιμοποιηθεί τραπεζικός δανεισμός για την υλοποίηση, η επιχείρηση, εκτός από την σύμβαση, πρέπει να καταβάλει πλήρεις εγγυήσεις στην τράπεζα, κάτι που την κάνει την ενίσχυση αχρείαστη για την επιχείρηση έτσι και αλλιώς.
Τελικά, μέχρι σήμερα, λειτούργησε αντιαναπτυξιακά, αντιεπιστημονικά και ως προϊόν διαπλοκής, η επιχορήγηση δραστηριοτήτων που δεν προωθούσαν την επιχειρηματικότητα, δημιουργούσαν έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο της χώρας, και πρόσφεραν μηδενικές θέσεις εργασίας (πχ φωτοβολταϊκά), εμποδίζοντας τη ροή πόρων σε πραγματικά παραγωγικές επενδύσεις.
Το αποτέλεσμα ήταν να απευθύνεται η ενίσχυση μόνο σε αυτούς που δεν την είχαν ανάγκη, δηλαδή σε αυτούς που είχαν οικονομικούς πόρους για να ξεκινήσουν.
Ένας αναπτυξιακός νόμος μπορεί να υπηρετήσει την αναγκαία οικονομική και κοινωνική βελτίωση επικουρικά, δεν μπορεί, όμως από μόνος του να την ικανοποιήσει. Θα πρέπει να ενταχθεί σε ένα ολοκληρωμένο αναπτυξιακό σχέδιο, δεκαετούς τουλάχιστον χρονικού ορίζοντα και να υπηρετεί τους στόχους του. Διαφορετικά υπάρχει κίνδυνος να αναπαραχθεί ένας αποσπασματικός τρόπος ανάπτυξης και να υπάρξει μια ακόμη σπατάλη πόρων.
Είναι εξαιρετικής σημασίας, η συσχέτιση του αναπτυξιακού νόμου με τα υπόλοιπα χρηματοδοτικά εργαλεία και τις δράσεις του ΕΣΠΑ καθώς και με το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων και τις υποδομές. Η χρηματοδότηση του αναπτυξιακού νόμου πρέπει να είναι συμπληρωματική προς τη χρηματοδότηση των υποδομών και όχι να γίνει σε βάρος των τελευταίων. Θα ήταν εξαιρετικά αντιφατικό να επιχορηγούμε τις ιδιωτικές επενδύσεις σε βάρος των δημόσιων υποδομών όταν είναι δεδομένη η σημασία των τελευταίων στη βελτίωση της κοινωνικής παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας.
Ανάλογης σημασίας είναι και η εναρμόνιση του αναπτυξιακού νόμου με τη λειτουργία συνολικά του χρηματοπιστωτικού συστήματος, αφού κανένας αναπτυξιακός νόμος δεν μπορεί να υποκαταστήσει το τελευταίο. Η αποδοτική εφαρμογή του αναπτυξιακού νόμου προϋποθέτει και απαιτεί και ένα χρηματοπιστωτικό σύστημα το οποίο θα υπηρετεί και θα στηρίζει την πραγματική οικονομία και τις παραγωγικές επενδύσεις.
Μια ισχυρή παραγωγική, μεταποιητική βάση, τελικά είναι απαραίτητη για να διασφαλίσει σε μια οικονομία την ύπαρξη μιας επαρκούς ποικιλίας δραστηριοτήτων που μεταξύ τους αναπτύσσουν συνέργειες, επιτυγχάνουν μη φθίνουσες οικονομίες κλίμακας και συνεπώς είναι βιώσιμες.
Αυτή είναι και η κρίσιμη παράμετρος για να αντιμετωπισθεί η μακροχρόνια επίπτωση της αποβιομηχάνισης μιας χώρας.
Τα κύρια προτάγματα λοιπόν ενός άλλου αναπτυξιακού σχεδίου είναι:
- Η ουσιαστική οργανική και όχι η κατασκευασμένη τεχνητή-διοικητική, αποκέντρωση και περιφερειακή ανάπτυξη της χώρας
- Η ενίσχυση της μικρής και πολύ μικρής δημιουργικής μεταποιητικής δραστηριότητας, δραστηριότητας που στηρίζεται στην μικρή ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, και όχι των ολίγων μεγάλων ή των πολυεθνικών επιχειρήσεων, σαν ελαχίστη εκδήλωση μιας σύγχρονης και βιώσιμης δημοκρατικής συνθήκης κοινωνικής συγκρότησης.
Η ενίσχυση αυτή είναι η μόνη που θα δημιουργήσει πολλαπλασιαστικά νέες, «ποιοτικές» και μακροβιότερες, θέσεις εργασίας. Επιζητούμε μια κοινωνία μικρών ελεύθερων παραγωγών, και προκειμένου για την χώρα μας, το μπορούμε και το οφείλουμε εδώ και τώρα.
- Η συνάρθρωση αυτής της αποκεντρωμένης μικρο-οικονομίας με συμμετοχικό –δημοκρατικό τρόπο σε υπερτοπική εθνική αλλά και διεθνή οικονομική οντότητα.
- Η ανάπτυξη και παραγωγή ενός εξαγώγιμου ελληνικού ποιοτικού προϊόντος, γέννημα μιας αληθινής ενδογενούς διαδικασίας. Για μια ενδογενή εξωστρέφεια.
Με βάση τα παραπάνω προτάγματα:
- Βασική επιδίωξη του νέου αναπτυξιακού νόμου είναι η ενίσχυση της ανάπτυξης και παραγωγής τελικού προϊόντος, διεθνώς εμπορεύσιμου με υψηλή ελληνική – εγχώρια προστιθέμενη αξία(ΕΠΑ).
- Ωφελούμενες επιχειρήσεις είναι οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις.
- Παράλληλοι στόχοι στο πλαίσιο της βασικής επιδίωξης είναι η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, η αξιοποίηση του σημαντικού ανθρώπινου δυναμικού (επιστημονικού, τεχνικού), η ενίσχυση συνεργατικών εγχειρημάτων.
- Ο νέος αναπτυξιακός νόμος επικεντρώνεται στα αποτελέσματα (μετρήσιμα) και δεν εξαντλείται στα σχέδια και τις προθέσεις.
Η Εγχώρια Προστιθέμενη Αξία (ΕΠΑ) οφείλει να καταστεί οδηγός του Νέου Αναπτυξιακού Νόμου, όσο ο νόμος αυτός υπακούει και εφαρμόζει απαρέγκλιτα μια Αναπτυξιακή Στρατηγική που έχει ανάγκη η χώρα. Είναι το απαραίτητο εργαλείο για έναν νέου τύπου Αναπτυξιακό Νόμο, που θα ελευθερώσει υγιείς αναπτυξιακές δυνάμεις και θα εγκλωβίσει τον παρασιτισμό και τη διαπλοκή.
Για την εφαρμογή αυτού του νέου νόμου προτείνονται δυο εναλλακτικές επιλογές, με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και εργαλεία εφαρμογής η καθεμιά, αλλά συμβατές με την κεντρική επιδίωξη του αναπτυξιακού νόμου, την υψηλή εγχώρια προστιθέμενη αξία. Οι δυο αυτές επιλογές παρουσιάζονται στη συνέχεια του κειμένου.
Α. Η πρόταση για τις Άμεσες Ενισχύσεις
- Άμεσες επιχορηγήσεις θα πρέπει να προβλέπονται μόνο για επενδύσεις μικρής ή μεσαίας κλίμακας οι οποίες δημιουργούν σημαντικές επιπτώσεις σε περιφερειακό ή τοπικό επίπεδο, είναι καινοτόμες σε προϊόντα ή διαδικασίες, και όπου μετέχουν νέοι επιστήμονες κατά προτεραιότητα. Ιδιαίτερα τη σημερινή εποχή, κατά την οποία οι δημόσιοι πόροι είναι εξαιρετικά περιορισμένοι και ο τραπεζικός τομέας φειδωλός, οι πόροι θα πρέπει να χρησιμοποιούνται απόλυτα στοχευμένα
- Η κρίση είχε ως συνέπεια το κλείσιμο πολλών παραγωγικών μονάδων και την θέση σε αχρηστία πολύ αξιόλογου μηχανολογικού εξοπλισμού και υποδομής. Οι επιλέξιμες δαπάνες άμεσων επιχορηγήσεων του αναπτυξιακού Νόμου θα πρέπει να αναδιαμορφωθούν ώστε να δοθεί προτεραιότητα στην επαναλειτουργία αξιόλογων μονάδων. Η επιχορήγηση νέων κτιριακών εγκαταστάσεων ή η επιχορήγηση αγοράς μόνο καινούργιου μηχανολογικού εξοπλισμού θα οδηγήσει σε απορρόφηση σημαντικών πόρων ενώ δεν θα αξιοποιηθεί το αργούν δυναμικό της χώρας.
- Τα παραγόμενα προϊόντα των επιχορηγούμενων επιχειρήσεων θα πρέπει να είναι υψηλής εγχώριας προστιθέμενης αξίας.
- Θα πρέπει δοθεί προτεραιότητα σε συνεργατικές επιχειρήσεις, έναντι των μεμονωμένων περιπτώσεων, όταν αυτές προωθούν την περιφερειακή ανάπτυξη επιτυγχάνοντας τη διασύνδεση επί μέρους παραγωγικών δραστηριοτήτων ή λειτουργούν πανελλαδικά σε συγκεκριμένους κλάδους.
- Οι επιχειρήσεις έντασης εργασίας πρέπει να προωθούνται, αλλά μόνο υπό την προϋπόθεση παραγωγής προϊόντος υψηλής προστιθέμενης αξίας.
- Το σύστημα αξιολόγησης των προτάσεων θα πρέπει να είναι πολύ απλό διότι η εμπειρία του παρελθόντος έδειξε ότι τα πολλά κριτήρια τελικά αποπροσανατολίζουν από το στόχο που είναι η επιλογή για χρηματοδότηση των καλύτερων προτάσεων. Βασικές αρχές θα πρέπει να είναι:
- οι επενδυτές να είναι αξιόπιστοι,
- οι φορείς του έργου να έχουν επιστημονική, τεχνική και επαγγελματική ικανότητα και επάρκεια και εμπειρία (ως σύνολο),
- τα προϊόντα να μπορούν να αντιμετωπίσουν, με την κατάλληλη δημόσια στήριξη, την εγχώρια και διεθνή αγορά.
- Το παραγόμενο προϊόν να είναι υψηλής ελληνικής προστιθέμενης αξίας.
- Το παραγόμενο προϊόν να είναι διεθνώς εμπορεύσιμο (εννοείται πιστοποιημένο) με τις κατάλληλες δημόσιες παρεμβάσεις μέσω της αποκεντρωμένης, στους χώρους παραγωγής, πιστοποιήσεις – τυποποιήσεις και όχι όπως γίνεται μέχρι σήμερα μέσα στα «γραφεία».
- Να αξιοποιείται υφιστάμενο αργούν μηχανολογικό και κτιριακό δυναμικό
- Να αξιοποιείται ελληνικό επιστημονικό δυναμικό, ελληνική τεχνογνωσία και ελληνική εμπειρία.
- Να υπάρχει δυνατότητα ενδιάμεσου ελέγχου (να μην καταλήγουμε μετά από 2-4 χρόνια να υπάρχουν δεσμευμένοι πόροι για έργα που δεν θα γίνουν).
- Όλες οι αιτήσεις να γίνονται ηλεκτρονικά (υπάρχει εφαρμογή που ήδη χρησιμοποιείται) και όλη η πορεία των προτάσεων να ελέγχεται ηλεκτρονικά.
- Τα επιχειρηματικά σχέδια να είναι εστιασμένα στα αποτελέσματα και όχι στα μέσα. (Οι φάκελλοι επενδύσεων που περιλαμβάνουν απίστευτη πληροφορία για κτίρια ή μηχανήματα, βοηθούν τις αμοιβές Συμβούλων αλλά όχι τις επιχειρήσεις οι οποίες έρχονται να υλοποιήσουν επιχειρηματικά σχέδια μέσα σε πλαίσια αυστηρής γραφειοκρατίας).
Β. Η πρόταση για τις Έμμεσες Ενισχύσεις
Βασικό Κριτήριο Ενίσχυσης: Ο Δείκτης Εγχώριας Προστιθέμενης Αξίας (ΕΠΑ)
Προτείνεται μια διαφορετική προσέγγιση για ένα νέο και Αυτόματο Μηχανισμό απονομής Έμμεσων κρατικών ενισχύσεων μέσω του Νέου Αναπτυξιακού Νόμου που θα βασίζεται στο κριτήριο της Εγχώριας Προστιθεμένης Αξίας (ΕΠΑ), και στο αντικειμενικό αποτέλεσμα μιας επιχειρηματικής δράσης, και όχι στην πρόβλεψη του αποτελέσματος με την χρήση πολύπλοκων και διαβλητών διαδικασιών αιτήσεων, αξιολόγησης, εκτιμήσεων, επιτροπών και ενδιάμεσων συμβούλων.
Χαρακτηριστικά ενός πραγματικά νέου αναπτυξιακού νόμου:
- To μόνο τελικό ζητούμενο κάθε νέας επένδυσης που ενισχύεται, πρέπει να είναι η δημιουργία τελικού προϊόντος, διεθνώς εμπορεύσιμου με υψηλή ελληνική – εγχώρια προστιθέμενη αξία (ΕΠΑ) μεγαλύτερης του 35%.
- Η πρότασή μας αφορά ΜΟΝΟ τη δημιουργία τελικού προϊόντος, αποκλείοντας τις κάθε φύσης υπηρεσίες, ανεξάρτητες από το προϊόν.
- Η πρότασή μας αφορά τις έμμεσες ενισχύσεις, αλλά δεν αποκλείει την άμεση ενίσχυση στη βάση επιχειρησιακού σχεδίου με αξιοποίηση άλλων εργαλείων του Αναπτυξιακού Νόμου ή του ΕΣΠΑ. Οι έμμεσες ενισχύσεις θα υλοποιούνται, από τις ίδιες τις επιχειρήσεις, μέσω των λογιστικών τους βιβλίων. Η αρμόδια υπηρεσία ελέγχου της ΕΠΑ θα πρέπει να απαντήσει εντός ενός διαστήματος 30 ημερών από την προσκόμιση σε αυτήν της αίτησης που θα συνοδεύεται με τα απαραίτητα δικαιολογητικά. Μετά την παρέλευση του χρονικού αυτού διαστήματος, θα θεωρείται αυτοδίκαια ότι υπάρχει έγκριση.
- Οι όποιες ελαφρύνσεις, θα εφαρμόζονται μέσω των λογιστικών βιβλίων των επιχειρήσεων, τα οποία θα υπόκεινται σε έλεγχο ανά πάσα στιγμή από τις αρμόδιες υπηρεσίες, όπως και για τα λοιπά οικονομικά στοιχεία της κάθε επιχείρησης.
- Η πρότασή μας αφορά συνεχή έμμεση ενίσχυση ανάλογα με τα Αποτελέσματα Χρήσης, καθόσον η ενίσχυση δεν βασίζεται σε business plan προθέσεων. Η πρόταση αυτή ουσιαστικά βοηθά δραστικά κυρίως τις μικρές επιχειρήσεις διότι τις στρέφει στην δημιουργία τελικού προϊόντος, με όποια μέσα και αν διαθέτουν ακόμη και με τα υφιστάμενα, με τις όποιες πωλήσεις, μικρές ή μεγάλες. Οι ελαφρύνσεις είναι αναλογικές, σύμφωνα με τις πωλήσεις του συγκεκριμένου προϊόντος, δυναμικές και όχι στατικές, δηλαδή υπολογίζονται ανά έτος και όχι όπως με τον παρόντα νόμο άπαξ ανά επένδυση.
- Το ύψος και το είδος των ελαφρύνσεων θα περιγράφονται σαφώς στο ΦΕΚ του νέου αναπτυξιακού νόμου, και θα είναι γνωστές στους πάντες εκ των προτέρων. Οι όποιες ελαφρύνσεις θα είναι κλιμακωτές,ανάλογα με την επιτευχθείσα ΕΠΑ (π.χ. για ΕΠΑ από 35%-40% αυτές…., για ΕΠΑ από 40%-50% αυτές κ.ο.κ.), σύμφωνα με την ευρύτερη στρατηγική αποκέντρωσης και ανάλογα το συνολικό ύψος πωλήσεων της εταιρείας
- Κάθε προϊόν που θα πωλείται, θα φέρει σήμα στην ετικέτα του με το ποσοστό της ΕΠΑ. Με αυτόν τον τρόπο ο καταναλωτής θα γνωρίζει και θα επιλέγει όχι μόνο με το κριτήριο της τιμής, αλλά και του ποσοστού της εγχώριας κατασκευής.
Η Πρόταση για μια Διαφορετική Διαδικασία
- Συνοπτική Δήλωση ένταξης σε μια σχετική διαδικτυακή πλατφόρμα.
- Υλοποίηση
- Έλεγχος των πωλήσεων των προϊόντων της επιχείρησης με κριτήριο τον Δείκτη της ΕΠΑ, ο οποίος περιγράφεται στην επόμενη ενότητα. Ο Δείκτης ΕΠΑ απαιτείται να είναι μεγαλύτερος του 35% με επιπλέον κάποια άλλα κριτήρια, όπως, η γεωγραφική περιοχή, το ύψος πωλήσεων της επιχείρησης, τα παραστατικά κτλ, που υποβάλλει η ίδια η επιχείρηση.
- Αυτόματη παροχή της ενίσχυσης με φορολογικές, ασφαλιστικές απαλλαγές ή και τελών που εισπράττει το κράτος, ή οιοσδήποτε ευρύτερος δημόσιος φορέας, συμπεριλαμβανομένων και των φόρων ενέργειας για την επόμενη οικονομική χρήση, εφόσον αντικειμενικά η επιχείρηση έχει καλύψει τα κριτήρια, με απλή κοινοποίηση από την επιχείρηση στις Αρχές.
Οι Αρχές μπορούν να κάνουν είτε άμεσο έλεγχο είτε σε οιαδήποτε άλλη στιγμή θέλουν για την επιβεβαίωση της τήρησης των κριτηρίων. Αν διαπιστωθεί απόκλιση, έχουν δυνατότητα να ανακαλέσουν αναδρομικά τις απαλλαγές.
Για να ωφεληθεί μια επιχείρηση από το ευεργέτημα αυτού του αναπτυξιακού νόμου, προτείνουμε την ακόλουθη διαδικασία: άνοιγμα πίστωσης ανά επιχείρηση σε αρμόδιο φορέα, και χρέωση του λογαριασμού αυτού με τη δυνατότητα έκδοσης εκχωρήσιμων κουπονιών (voucher).
Στην πρόταση μας, μιλάμε για έμμεσες ενισχύσεις που υπολογίζονται ως ποσοστό επί των πωλήσεων κάθε προϊόντος της επιχείρησης που έχει ΕΠΑ μεγαλύτερη από 35%. Με την προτεινόμενη διαδικασία ο αιτών με μια απλή ηλεκτρονική δήλωση, αποφεύγει όλο το κόστος και την καθυστέρηση από ένα πλήρες μεν αλλά στην ουσία αυθαίρετο επενδυτικό σχέδιο μαζί με το βουνό από τα δικαιολογητικά. Η δε αξιολόγηση αντί να γίνει επί θεωρητικού αποτελέσματος, γίνεται επί πραγματικούΩβάσει αντικειμενικών δεικτών, στο τέλος της διαδικασίας, οπότε και γίνεται αυτόματα η παροχή της ενίσχυσης. Έτσι, χτυπιέται η επιδότηση της διαφθοράς και του παρασιτισμού.
Οι βασικοί στόχοι της πρότασης είναι:
α) η επικέντρωση στην δημιουργία υψηλής ΕΠΑ, μέσω της παραγωγής προϊόντων διεθνώς εμπορευσίμων και στις παραγωγικές επενδύσεις της μεταποίησης, που είναι και οι μόνες που δημιουργούν ποιοτικές και μόνιμες θέσεις εργασίας. Άλλως η χώρα μας θα χάσει την όποια παραγωγική βάση που της απομένει, καθώς τα εμπορεύσιμα προϊόντα πλέον θα εισάγονται, υποκαθιστώντας τα μη ανταγωνιστικά εγχώρια παραγόμενα προϊόντα. Η παραγωγή μέσω της μεταποίησης μπορεί διαχρονικά να εξασφαλίσει την προσέγγιση του επιπέδου διαβίωσης των ανεπτυγμένων χωρών, καθώς και την ποιοτική απασχόληση,
β) η εξάλειψη της γραφειοκρατίας και της διαφθοράς,
γ) η έμμεση ενίσχυση που βασίζεται σε αντικειμενικά κριτήρια και να μην εξαρτάται από εξωτερικούς παράγοντες, π.χ. το χρόνο της καταβολής της ενίσχυσης, ώστε αυτή να παράγει άμεσα αποτελέσματα στην λειτουργία της επένδυσης, και τέλος
δ) μια τέτοια ενίσχυση που δεν θα επιβαρύνει άμεσα την δημοσιονομική θέση της χώρας, ενώ και η παροχή των ενισχύσεων δεν θα επηρεάζεται από την κατάσταση ρευστότητας του δημοσίου. Αντίθετα την αυξάνει γιατί η ενίσχυση υπάρχει ταυτόχρονα με την επίτευξη νέων κερδών, δηλαδή νέων φόρων που ενισχύουν τη δημοσιονομική θέση της χώρας και αυξάνουν αντί να μειώνουν τη ρευστότητα του δημοσίου..
Συμπερασματικά:
Η ουσία της πρότασης είναι ότι ο παράγοντας της Ελληνικής Προστιθέμενης Αξίας είναι το μέσον (εργαλείο) στρατηγικής αλλά και τακτικής, για μια υγιή ενδογενή αναπτυξιακή διαδικασία των Ελληνικών ΜμΕ, που ΜΟΝΟΝ μέσω αυτών μπορεί να αντιμετωπιστεί σε βιώσιμη βάση το πρόβλημα της ανεργίας στην χώρα μας.
Ιδιαίτερα σήμερα που η οικονομική δραστηριότητα βρίσκεται στο ναδίρ, η επικέντρωση στην Ελληνική ΠΑ, προβάλλει ως επιτακτική ανάγκη και προϋπόθεση για την παραγωγική ανασυγκρότηση και για το κτίσιμο της παραγωγικής ικανότητας των ΜΜΕ που είναι η σπονδυλική στήλη της οικονομίας μας.
Η Εγχώρια προστιθέμενη αξία, της παραγωγής της γης και των ζώων, της μεταποίησης, του πολιτισμού, της ναυτοσύνης, του κοινοτισμού και της μαστορικής έρχονται τώρα να ξαναχτυπήσουν την πόρτα μας. Σαν εργαλείο και σαν στάση ζωής. Εξαρτάται πλέον από την απάντηση μας στο κάλεσμα αυτού του χτυπήματος.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Περιγραφή και υπολογισμός του Δείκτη της Εγχώριας Προστιθέμενης Αξίας, ΕΠΑ
Η σημασία της ΕΠΑ
Το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν μιας οικονομίας (ΑΕγχΠ) αντιπροσωπεύει το άθροισμα της προστιθέμενης αξίας από όλους τους παραγωγούς του. Η προστιθέμενη αξία είναι η ακαθάριστη αξία της παραγωγής των παραγωγών μείον την αξία των ενδιάμεσων αγαθών και υπηρεσιών που καταναλώνονται κατά την παραγωγή, πριν από τον υπολογισμό της ανάλωσης πάγιου κεφαλαίου στην παραγωγή. Η συνεισφορά κάθε κλάδου στην παραγωγή της οικονομίας υπολογίζεται με βάση την προστιθέμενη αξία του κλάδου.
Κατ΄ αναλογία, σε επίπεδο επιχείρησης, η προστιθέμενη αξία μετρά τη συμβολή της επιχείρησης στην εγχώρια παραγωγή της χώρας.
Εξ ορισμού, η προστιθέμενη αξία μετρά επίσης τα ποσά που διαθέτει η επιχείρηση για να αμείψει την εργασία και το κεφάλαιο που κινητοποιήθηκαν για την παραγωγή αυτή.
Σύμφωνα με το Γραφείο Στατιστικών Απογραφών των ΗΠΑ (US Census Bureau)[4] η προστιθέμενη αξία μιας επιχείρησης ορίζεται από την εξίσωση:
Π.Α. επιχείρησης = Αξία πωλήσεων – Κόστος πωληθέντων και Υπηρεσιών τρίτων
Σύμφωνα με τον ορισμό αυτό, η προστιθέμενη αξία μιας επιχείρησης είναι η συνολική συμβολή της εργασίας, του κεφαλαίου και της Διοίκησης στην αξία (τιμή) των πωλήσεων της επιχείρησης. Με τον ορισμό αυτό καλύπτεται ξεκάθαρα η συνολική συμβολή των υπηρεσιών της εργασίας, του κεφαλαίου και της Διοίκησης της εξεταζόμενης επιχείρησης στην αξία του τελικού προϊόντος που πραγματοποιείται με τον φυσικό μετασχηματισμό πρώτων και βοηθητικών υλών, ημικατεργασμένων προϊόντων και διαφόρων μερών-εξαρτημάτων που χρησιμοποιήθηκαν κατά την παραγωγική διαδικασία. [5, σελ.2]. Πιο γενικά, η ΠΑ «αντιπροσωπεύει το τι προσθέτει μια επιχειρηματική δραστηριότητα στις πρώτες ύλες που αγοράζει» [6].
Τονίζεται ότι η δέσμευση στην ΕΠΑ έχει διαπιστωθεί εμπειρικά ότι προκαλεί εξειδικευμένες δραστηριότητες για ανάπτυξη νέων προϊόντων και επενδυτικών έργων. Ακόμα και στις ΗΠΑ, κατ’ εξοχήν οικονομία της αγοράς, τέτοιες δραστηριότητες χρηματοδοτούνται σε μεγάλο βαθμό από το Αμερικάνικο Δημόσιο [7] και [8].
Συνοπτικά, είναι γενικά αποδεκτό ότι για την μορφοποίηση αναπτυξιακής στρατηγικής απαιτείται να γνωρίζουμε το περιεχόμενο του παραγόμενου μικρο-οικονομικού μεταποιητικού προϊόντος σε ΕΠΑ και να χρησιμοποιούμε το περιεχόμενο αυτό στην χρηματοδότηση των ΜΜΕ. Υπάρχει πληθώρα αναφορών ως προς το ότι ένας υγιής μεταποιητικός τομέας μιας εθνικής οικονομίας είναι το κλειδί για την δημιουργία τεχνολογίας και απεξάρτησης της εθνικής οικονομίας από τον τοκογλυφικό ξένο δανεισμό του Δημοσίου, ενώ αποτελεί προϋπόθεση για να σταθεί η Ελλάδα στην Ευρώπη ως ΙΣΟΤΙΜΟ μέλος και ΟΧΙ ως επαίτης, όπως είναι σήμερα. Αυτή είναι και η ουσία ενός ΝΕΟΥ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟΥ ΜΟΝΤΕΛΟΥ που ευαγγελίζεται η κυβέρνηση.
Προσδιορισμός του Δείκτη της Εγχώριας Προστιθέμενης Αξίας (ΕΠΑ) ως κριτηρίου για ενίσχυση.
Όπως ήδη αναφέραμε, ως ΕΠΑ ορίζεται η αξία η οποία προστίθεται από την εγχώρια βιομηχανία κατά τη διάρκεια της κατασκευής-μεταποίησης-συναρμολόγησης ενός προϊόντος.
Τα στοιχεία κόστους τα οποία προσμετρούνται στην ΕΠΑ είναι εκείνα που:
- Συνδέονται με τη συνολική διαδικασία παραγωγής − κατασκευής και διάθεσης προϊόντων και κατασκευαστικών έργων, που παράγονται από την Ελληνική (Εγχώρια) Βιομηχανία – Βιοτεχνία.
- Προσθέτουν αξία προερχόμενη από την Εγχώρια Βιομηχανία – Βιοτεχνία.
- Προέρχονται από την ανάλωση (κόστος) των καθαρά εγχωρίων πόρων ή συντελεστών παραγωγής και διάθεσης που συμμετέχουν στην παραγωγή, συμπεριλαμβανόμενου του καθαρού προ φόρων κέρδους. Το εν λόγω κόστος είναι, είτε άμεσο που αφορά αποκλειστικά την παραγωγή του συγκεκριμένου προϊόντος, είτε έμμεσο που αφορά και άλλο παραγόμενο προϊόν της συγκεκριμένης Βιομηχανίας – Βιοτεχνίας.
Ένας Αλγόριθμος που λειτουργεί εδώ και δεκαετίες στην Ελλάδα.
Οι Αμυντικές Προμήθειες του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, από τις αρχές της δεκαετίας του ’80, πραγματοποιούνταν με σκοπό την ελληνοποίηση των αμυντικών προμηθειών, μέσω της μεγιστοποίησης της εγχώριας προστιθεμένης αξίας, με εφαρμογή του δείκτη της ΕΠΑ.[5]
Για τη εφαρμογή του περιγραφόμενου τύπου, ως «Ελληνικής Κατασκευής» θεωρείται το προϊόν που παράγεται στην Εγχώρια Βιομηχανία – Βιοτεχνία και έχει ΕΠΑ ίση ή μεγαλύτερη του 35% (>=35%).
Ο Δείκτης ΕΠΑ μπορεί να υπολογίζεται βάσει του παρακάτω τύπου:
Δείκτης ΕΠΑ = 100 x [[(α+β+γ+δ+ε+στ+η+κ)-μ]/π]
όπου:
α = Αξία πρώτων και βοηθητικών υλών που παράγονται εγχωρίως
(1) Πρώτες ύλες είναι τα υλικά εκείνα τα οποία μετασχηματιζόμενα δίδουν το τελικό προϊόν και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος αυτού (π.χ. η πρώτη ύλη του υλικού «άξονας» είναι ο χάλυβας σε μορφή ράβδου ή οι πρώτες ύλες του υλικού «ελαστικό πέλμα» είναι οι κόκκοι καουτσούκ και διάφορες άλλες χημικές ύλες).
(2) Βοηθητικές ύλες είναι τα υλικά που δεν θεωρούνται πρώτες ύλες, πλην όμως είναι απαραίτητα, καθ’ όσον συμβάλλουν κατά την παραγωγική διαδικασία στη διαμόρφωση του προϊόντος.
(3) Εάν η πρώτη ύλη είναι εισαγόμενη και επιδέχεται κάποια μορφή προ-επεξεργασίας από την εγχώρια βιομηχανία, για τη συγκεκριμένη πρώτη ύλη απαιτείται η διαπίστωση της επιτυγχανόμενης ΕΠΑ στο εργοστάσιο του προμηθευτή, προκειμένου να υπολογισθεί η αξία της για να ληφθεί υπόψη στον προσδιορισμό του Δείκτη ΕΠΑ.
(4) Εάν η πρώτη ύλη είναι προέλευσης εξωτερικού (απόκτηση απ’ ευθείας από το εξωτερικό ή μέσω εγχώριου προμηθευτή) και δεν επιδέχεται καμία μορφή επεξεργασίας από την εγχώρια βιομηχανία, δεν λαμβάνεται υπόψη στον τύπο υπολογισμού του δείκτη ΕΠΑ.
(5) Ο υπολογισμός της αξίας των Ελληνικών πρώτων υλών γίνεται με βάση τα τιμολόγια αγοράς αυτών (καθαρή αξία μονάδας επί απαιτούμενη ποσότητα συν αποδεκτό ποσοστό «φύρας» που προβλέπεται βάσει προδιαγραφών).
(6) Ανάλογα υπολογίζεται και η αξία των Ελληνικών βοηθητικών υλών (στην περίπτωση αυτή δεν υπολογίζεται ποσοστό «φύρας»).
β = Αξία ημικατεργασμένων ή ημιτελών προϊόντων και «απαρτίων»[6] που παράγονται εγχωρίως
(1) Ημικατεργασμένα ή ημιτελή προϊόντα είναι εκείνα που δεν έχουν υποστεί την απαραίτητη κατεργασία για διαμόρφωση τελικού προϊόντος αλλά βρίσκονται στο τελευταίο στάδιο παραγωγής.
(2) Η εταιρεία είναι υποχρεωμένη, εάν υπάρχει υποκατασκευαστικό έργο, να συμπληρώνει το συντελεστή β μόνο με το ποσό το οποίο ανταποκρίνεται στην ΕΠΑ του υποκατασκευαστικού έργου (αυτό θα της γίνεται γνωστό από τον υποκατασκευαστή με υπεύθυνη δήλωση). Ο έλεγχος του ποσού αυτού θα γίνεται από την αρμόδια επιτροπή στις εγκαταστάσεις του υποκατασκευαστή.
(3) Η αξία των ημικατεργασμένων ή ημιτελών προϊόντων και εξαρτημάτων, τα οποία κατασκευάζονται σε υποκατασκευαστή, υπολογίζεται λαμβανόμενης υπόψη της επιτυγχανόμενης ΕΠΑ των εν λόγω προϊόντων στο εργοστάσιο του υποκατασκευαστή (η ΕΠΑ ελέγχεται όπως και του κύριου κατασκευαστή).
(4) Τα ημικατεργασμένα ή ημιτελή προϊόντα και εξαρτήματα που είναι εξ ολοκλήρου προέλευσης εξωτερικού (απόκτηση απ’ ευθείας από το εξωτερικό ή μέσω εγχώριου προμηθευτή) δεν λαμβάνονται υπόψη στον τύπο υπολογισμού του Δείκτη ΕΠΑ. απαρτιζόμενο
γ = Αξία των ειδών που περιλαμβάνονται στα α και β παραπάνω και είναι ελληνικής κατασκευής, με τη διαφορά ότι πρόκειται για μονάδες έμμεσου κόστους, δηλαδή για υλικά που χρησιμοποιούνται και σε άλλες γραμμές παραγωγής.
Στην περίπτωση αυτή, προσμετράται το 35% του κόστους ή το ποσοστό πιστοποιημένης ΕΠΑ, επί τον συντελεστή κατανομής κόστους λ (cost driver). Εάν πρόκειται για υπηρεσίες παρεχόμενες από εγχώρια εταιρεία, σχετικές με την ανάπτυξη – κατασκευή του σχετικού προϊόντος, αναγνωρίζεται το 100% του τιμολογίου προ ΦΠΑ, επί τον συντελεστή κατανομής κόστους λ. Ο συντελεστής αυτός ορίζεται ως ο λόγος της συμβατικής τιμής (τιμής πώλησης) του τιμολογίου, αφαιρουμένων των κρατήσεων και προ ΦΠΑ, του παραδοτέου προϊόντος, του οποίου υπολογίζεται η ΕΠΑ, δια του κύκλου εργασιών της εγχώριας Βιομηχανίας − Βιοτεχνίας, της τρέχουσας ή της προηγούμενης χρήσης
Συμβατική Αξία Παραδοτέου Προϊόντος − Κρατήσεις
λ= –––––––––––––––––––––––––––––––––––––––––––––---
Κύκλος Εργασιών Εταιρείας
Ειδικότερα:
- Στην περίπτωση που το κόστος των πάσης φύσεως ειδών – υπηρεσιών (εισαγομένων ή προμηθευομένων από υποκατασκευαστές) είναι μεγαλύτερο από 50% της αξίας της πώλησης του προϊόντος, ο αριθμητής του συντελεστή λ προκύπτει από τη διαφορά της τιμής πώλησης μείον το κόστος των εισαγομένων ή προμηθευομένων από υποκατασκευαστές υλικών και υπηρεσιών.
- Η μέγιστη τιμή που μπορεί να λάβει ο συντελεστής λ είναι 1.
δ = Άμεσα-έμμεσα εργατικά
(1) Ως άμεσα εργατικά λογίζεται το σύνολο των μισθών και ημερομισθίων, οι επιβαρύνσεις και οι εισφορές του επιστημονικού και εργατοτεχνικού προσωπικού που αντιστοιχούν στην παραγωγή των υπό προμήθεια προϊόντων.
(2) Είναι ευνόητο ότι το σύνολο «μισθοί-ημερομίσθια» πρέπει να προκύπτει από ανάλυση των εργατοωρών που αναλώθηκαν για την παραγωγή του συμβατικού προϊόντος κατά κατηγορία τεχνιτών και φάσεων παραγωγής, οι οποίες τεκμηριώνονται από τα επίσημα βιβλία μισθοδοσίας της επιχείρησης.
(3) Ως έμμεσα εργατικά λογίζεται το σύνολο των μισθών και ημερομισθίων, οι επιβαρύνσεις και οι εισφορές του επιστημονικού και του εργατοτεχνικού προσωπικού που αντιστοιχούν στον έλεγχο και τη συντήρηση του μηχανολογικού εξοπλισμού, στο σχεδιασμό πρωτότυπου προϊόντος, στον ποιοτικό έλεγχο, στις μεταφορές και στην αποθήκευση των υπό προμήθεια προϊόντων. Οι δαπάνες μισθοδοσίας τεκμηριώνονται από τα επίσημα βιβλία μισθοδοσίας της επιχείρησης.
(4) Στα έμμεσα εργατικά υπολογίζεται και η τυχόν παροχή υπηρεσιών που πραγματοποιείται από υποκατασκευαστές (π.χ. ποιοτικός έλεγχος).
(5) Για τον υπολογισμό των άμεσων-έμμεσων εργατικών λαμβάνονται υπόψη τα ακόλουθα:
(α) Ο χρόνος παραγωγής (χρόνος έναρξης και λήξης της παραγωγικής διαδικασίας της συγκεκριμένης σύμβασης).
(β) Οι φάσεις της παραγωγικής διαδικασίας (άμεσης-έμμεσης εργασίας).
(γ) Οι αναλωθείσες εργατοώρες (ΕΩ) ανά φάση παραγωγικής διαδικασίας.
(δ) Η αξία της άμεσης και έμμεσης εργατοώρας (ΕΩ), η οποία υπολογίζεται από τα βιβλία της εταιρείας.
(ε) Τα άμεσα και έμμεσα εργατικά που πραγματοποιούνται στις εγκαταστάσεις του προμηθευτή προκύπτουν από τον πολλαπλασιασμό του αριθμού των εργατοωρών της παραγράφου (γ) με την αξία της εργατοώρας (ΕΩ) της παραγράφου (δ).
(στ) Σε περίπτωση που υπάρχει και παροχή υπηρεσιών [παράγραφος (4)] που πραγματοποιούνται από υποκατασκευαστές (ποιοτικός έλεγχος), η αξία αυτών προστίθεται στο παραπάνω αποτέλεσμα, προκειμένου να διαμορφωθεί το τελικό ποσό των άμεσων-έμμεσων εργατικών.
ε = Διοικητικές αμοιβές
(1) Ως διοικητικές αμοιβές λογίζεται το σύνολο των μισθών και οι επιβαρύνσεις- εισφορές για το διοικητικό προσωπικό (Γραμματείας-Λογιστηρίου) της επιχείρησης, σύμφωνα με τα επίσημα βιβλία μισθοδοσίας της επιχείρησης.
(2) Για τον υπολογισμό των διοικητικών αμοιβών λαμβάνονται υπόψη τα ακόλουθα:
(α) Ο χρόνος παραγωγής (χρόνος έναρξης και λήξης της παραγωγικής διαδικασίας).
(β) Ο Συντελεστής εργατοωρών [Σ(ΕΩ)] (άμεσων-έμμεσων εργατικών) που υπολογίζεται με τον παρακάτω τύπο:
Σ(ΕΩ) = {[Σύνολο ΕΩ(άμεσων-έμμεσων) αναλωθεισών στο υπόψη έργο]/[Γενικό σύνολο ΕΩ(άμεσων-έμμεσων) αναλωθεισών στο χρονικό διάστημα που διαρκεί το υπόψη έργο]}(γ) Οι αμοιβές του διοικητικού προσωπικού από την ημερομηνία της υπογραφής της σύμβασης μέχρι και της ολοκλήρωσης αυτής, βάσει των βιβλίων της εταιρείας (μισθοδοτικές καταστάσεις).
(3) Οι διοικητικές αμοιβές προκύπτουν από τον πολλαπλασιασμό του ποσού της παραγράφου ε(2)(γ) με το Σ(ΕΩ) [παράγραφος ε(2)(β)].
(4) Οι διοικητικές αμοιβές σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να υπερβαίνουν το 25% των άμεσων-έμμεσων εργατικών (παράγραφος δ).
στ = Γενικά Βιομηχανικά Έξοδα
(1) Ως Γενικά Βιομηχανικά Έξοδα (ΓΒΕ) θεωρούνται:
(α) Οι πάσης φύσεως παροχές τρίτων που προβλέπονται στην ομάδα 6 του Γενικού Λογιστικού Σχεδίου (ΓΛΣ), όπως: ηλεκτρική ενέργεια, νερό, τηλέφωνο, FAX, ενοίκια, ασφάλιστρα, επισκευές-συντηρήσεις, κτλ.
(β) Οι δαπάνες διαφόρων εξόδων που προβλέπονται στην ομάδα 6 του ΓΛΣ, όπως: έξοδα μεταφορών, ταξιδιών και διαφημίσεων στον τύπο, έξοδα για αγορές εντύπων – γραφικής ύλης και υλικών άμεσης ανάλωσης (καύσιμα – λοιπά υλικά θέρμανσης), έξοδα δημοσιεύσεων, κτλ.
(2) Τα ΓΒΕ προκύπτουν από τον πολλαπλασιασμό του Σ(ΕΩ) [παράγραφος ε(2)(β)] με το σύνολο των παραπάνω δαπανών-παροχών από την έναρξη της παραγωγικής διαδικασίας έως και τη λήξη αυτής.
η = κόστος αποσβέσεων που προσμετράται στην ΕΠΑ, το οποίο είναι:
- Το φορολογικό κόστος αποσβέσεων των κτιριακών εγκαταστάσεων της εταιρείας που συμμετέχουν στη γενική λειτουργία της. Το προσμετρούμενο ποσό στην ΕΠΑ, προκύπτει από το γινόμενο του φορολογικού κόστους απόσβεσης των κτιριακών εγκαταστάσεων, όπως προκύπτει από τα επίσημα βιβλία της εταιρείας, επί τον ανωτέρω συντελεστή λ.
- Το φορολογικό κόστος απόσβεσης κεφαλαιοποιημένων υλικών ή άυλων ακινητοποιήσεων που είναι αποδεδειγμένα εγχώριας προέλευσης ή ανάπτυξης. Α. Όταν το εν λόγω κόστος είναι έμμεσο, το προσμετρούμενο ποσόν στην ΕΠΑ είναι το φορολογικό κόστος απόσβεσης τους, όπως αυτό προκύπτει από τα επίσημα βιβλία της εταιρείας, επί τον ανωτέρω συντελεστή λ. Β. Όταν το εν λόγω κόστος είναι άμεσο, το προσμετρούμενο ποσόν στην ΕΠΑ είναι το φορολογικό κόστος απόσβεσης τους, όπως αυτό προκύπτει από τα επίσημα βιβλία της εταιρείας.
- Δεν προσμετρώνται στο κόστος της ΕΠΑ αποσβέσεις που αφορούν σε πάσης φύσεως εισαγόμενα κεφαλαιοποιημένα στοιχεία.
Σε κάθε περίπτωση, το ποσό αυτό δεν μπορεί να υπερβαίνει το μέσο ποσοστό καθαρού προ φόρων κέρδους της εταιρείας κατά την τελευταία τριετία. Στην περίπτωση πρώτου χρόνου λειτουργίας, ο υπολογισμός του μέσου ποσοστού καθαρού προ φόρων κέρδους της εταιρείας θα γίνεται με βάση τον πρώτο επίσημο Ισολογισμό της εταιρείας. Όταν η εταιρεία εμφανίζει ζημίες, το προσμετρούμενο ποσό στην ΕΠΑ είναι μηδέν (0).
μ = Εκροές μερισμάτων εκτός χώρας Όλες οι τραπεζικές κινήσεις προς το εξωτερικό που αφορούν μερίσματα των μετόχων.
π = Αξία πώλησης είναι η αξία (χωρίς το ΦΠΑ και τυχόν κρατήσεις) πώλησης του παραδοτέου προϊόντος.
Προϊόν το οποίο δεν επιδέχεται καμία επεξεργασία στις εγκαταστάσεις της εγχώριας επιχείρησης θεωρείται εισαγόμενο προϊόν και, ως εκ τούτου, κόστη που αφορούν έμμεσα εργατικά – διοικητικές αμοιβές – ΓΒΕ και αποσβέσεις δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη για τον προσδιορισμό του Δείκτη ΕΠΑ στο συγκεκριμένο προϊόν.
Η παραπάνω μορφή του τύπου για τον Δείκτη ΕΠΑ χρησιμοποιείται και στον στατιστικό χειρισμό της Προστιθέμενης Αξίας ως Δείκτη στη μεταποίηση από τις Στατιστικές Υπηρεσίες των ΗΠΑ (μεταξύ άλλων, βλ. ως παράδειγμα για τον κλάδο των τροφίμων την αναφορά [5, σελ. 6], όπου εισάγεται ο Δείκτης Εγχώριας ΠΑ για τον κλάδο των μεταποιημένων τροφίμων και ερμηνεύεται ως «πόσα δολάρια ΠΑ παράγονται για κάθε δολάριο παραδοτέου προϊόντος μεταποιημένων τροφίμων».
Αναφορές
Ελληνική Προστιθέμενη Αξία (ΕΠΑ) επί των προμηθειών Αμυντικού Υλικού των Ενόπλων Δυνάμεων. Αριθμ. 248297 ΦΕΚ 1225 του 2008. http://www.mod.mil.gr/images/stories/pdf/YA-248297_2008.pdf
ΑΝΥΕΘΑ (2011). Παράρτημα “Γ” ΕΓΧΩΡΙΑ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗhttp://www.mod.mil.gr/images/stories/pdf/ya_2011-app_C.pdf Το κείμενο αυτό αποτελεί το Γ Παράρτημα στην Σύμβαση που αναρτήθηκε στο ΥΕΘΑ, αλλά ποτέ δεν υλοποιήθηκε.
Warner, Michael (2011). Local Content in Procurement – Creating Local Jobs and Competitive Domestic Industries in Supply Chains, Greenleaf Publishing.
UNDP (2008). Creating Value for All: Strategies for Doing Business with the Poor.
United States Census Bureau (1999). “Texas” 1997 Economic Census, May.
Victoria Salin, Juan A. Atkins, and Omar Salame (2002). “Value Added in Food Manufacturing and Retailing: A Ratio Analysis of Major U.S. States” Agricultural Economics, available inhttp://ageconsearch.umn.edu/bitstream/27619/1/33010136.pdf (28 September 2015)
Nichols, John and H.L. Goodwin (1993). “Value Added: What is it?” Speech at thw 30th annual meeting of the Texas Section of the American Society of Agricultural Engineers, October 20.
Holcomb, Rodney (2001). “Value Added Products, Inc.: An Interdisciplinary Approach to Product and Industry Development”. Seminar at Texas A&M University, September 21.
Boland, M.., Daniel, J.Katz, J. Parcell, and I. Romer de Aristizabal (1998). “The 21st Century Alliance: A Dry Edible Bean Cooperative”, Review of Agricultural Economics 20(2): 654-665.
[1] «Μεταποίηση, ανταγωνισμός και επιχειρηματικό περιβάλλον» Του Μιχάλη Μητσόπουλου https://eclass.teicrete.gr/modules/document/file.php/DD209/161-178%20Mitsopoulos%202014.pdf
[2] Εισήγηση του καθηγητή και πρύτανη της ΑΣΟΕΕ Κωνσταντίνου Γάτσιου στη διημερίδα του Levy Economics Institute με θέμα: «Έξοδος από την κρίση: Η πρόκληση της εναλλακτικής πορείας » στις 9 Μαρτίου 2013.
[3] Hausmann, R., (2012), Ireland can show Greece a way out of the crisis, Financial Times, February 8.
[4] “National Accounts aggregates by industry (up to NACE rev2 A*64)” Data Base [nama_10_a64].
[5] Ελληνική Προστιθέμενη Αξία (ΕΠΑ) επί των προμηθειών Αμυντικού Υλικού των Ενόπλων Δυνάμεων. Αριθμ. 248297 ΦΕΚ 1225 του 2008. [1]
Ο νόμος αυτός, ο οποίος είναι συνέχεια άλλων νόμων, καταργήθηκε το κρίσιμο έτος 2009, επί Βενιζέλου, με πρόφαση την εφαρμογή της Οδηγία 2009/81/ΕΚ, η οποία ενσωματώθηκε στο Εθνικό μας Δίκαιο (ν.3978/2011) αφήνοντας έτσι στην τύχη τους τις 100ντάδες Ελληνικές Μικρές επιχειρήσεις του ΣΕΚΠΥ (Συνδέσμου Ελλήνων Κατασκευαστών Αμυντικού Υλικού Άμυνας και Ασφάλειας). Ωστόσο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, κατά το διάστημα Αύγουστος 2011-Μάρτιος 2013:
Το 92% των συμβάσεων που υπογράφτηκαν από τα κράτη-μέλη αφορούσε ανάθεση στην εγχώρια βιομηχανία τους, ενώ
σε αξία συμβάσεων, χρήματα που παρέμειναν στη ίδια τη χώρα προκήρυξης των διαγωνισμών, το αντίστοιχο ποσοστό ανέρχεται σε 97% [βλ. Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών – Ευρωπαϊκή άμυνα – Βιομηχανικά θέματα και θέματα αγοράς – Για να χαραχθεί μια πολιτική της ΕΕ στον τομέα του αμυντικού εξοπλισμού. Commission staff working document on defense COM(2013)542 final tab.12-13].
Είναι σαφές ότι οι χώρες της «αναπτυγμένης» Ευρωπαϊκής Δύσης, προστατεύουν την εγχώρια Βιομηχανία τους.
[6] Απάρτιο: Δόκιμος όρος στις αμυντικές προμήθειες, προερχόμενος από την αγγλική λέξη «part» που περιγράφει σαφώς ένα εξάρτημα ή ένα συγκρότημα (assembly) εξαρτημάτων.
Για εκτύπωση της πρότασης, πατήστε εδώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου